Η οικονομική κρίση… του μεσοπολέμου

Λίγοι είναι οι συγγραφείς που ήταν αρκετά τυχεροί ώστε να γνωρίσουν τόσο μεγάλη επιτυχία όσο ο Σόμερσετ Μωμ, ο οποίος κατάφερε να συναντά ταυτόχρονα την εκδοτική και τη θεατρική επιτυχία, δημιουργώντας φανατικούς αναγνώστες και θεατές σε Ευρώπη και Αμερική.  Μετά το θάνατό του το ενδιαφέρον του κοινού άρχισε να ατονεί, ωστόσο τώρα στη χώρα μας εκδίδονται καινούριες μεταφράσεις κλασικών έργων του.

«Η Κόψη του Ξυραφιού» εκδόθηκε το 1944 και θεωρείται ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματά του. Η ιστορία ξεκινάει το 1919 στο Σικάγο. Ο νεαρός Αμερικάνος Λάρυ έχει επιστρέψει μετά από μια τραυματική εμπειρία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι αρραβωνιασμένος με την Ισαβέλλα, παρευρίσκεται σε όλες σχεδόν τις κοινωνικές εκδηλώσεις και δείχνει ήρεμος. Ωστόσο, οι κοινωνικές συμβάσεις δείχνουν να τον απωθούν. Δεν θέλει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, αρνείται τις ευκαιρίες δουλειάς που του προσφέρονται και δεν μοιάζει έτοιμος να παντρευτεί την Ισαβέλλα, την οποία υπεραγαπά. Της ζητάει να τον αφήσει να πάει για δυο χρόνια στο Παρίσι για να μπορέσει να αναζητήσει τη γνώση. Η Ισαβέλλα τον αφήνει, αλλά όταν αυτός, μετά από δυο χρόνια, της ζητάει να τον ακολουθήσει στην αναζήτηση της γνώσης, η γλυκιά Ισαβέλλα αρνείται γιατί απλά θέλει να ζήσει όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Ο καθένας παίρνει το δρόμο του. Ο Λάρυ γυρίζει τον κόσμο αναζητώντας τη γνώση και η Ισαβέλλα παντρεύεται τον Γκρέι, έναν πλούσιο φίλο του Λάρυ. Τα χρόνια περνούν και στα 1929 το κραχ έρχεται για να ξαναενώσει αυτούς τους ανθρώπους στο Παρίσι. Πόσα έχουν αλλάξει ανάμεσα στον Λάρυ και την Ισαβέλλα; Κατάφεραν να πάρουν αυτό που ήθελαν από τη ζωή;

Σε αυτό το μυθιστόρημα ο αφηγητής και ο συγγραφέας ταυτίζονται. Ο Μωμ στον πρόλογό του ισχυρίζεται ότι αυτά τα πρόσωπα τα γνώρισε και του εμπιστεύτηκαν κομμάτια από τη ζωή τους. Η αφήγηση του Μωμ έχει όλα τα χαρακτηριστικά του έργου του: χωρίς περιττές περιγραφές, με γρήγορους διαλόγους και με ευαισθησία. Μπορεί η προσοχή του να επικεντρώνεται στον Λάρυ και στην εναγώνια αναζήτησή του, αλλά ο Μωμ αφιερώνει χρόνο σε όλους τους χαρακτήρες της ιστορίας: στη γλυκιά αλλά ικανή Ισαβέλλα, στον σνομπ αλλά καλόκαρδο θειο της τον Έλιοτ, στον ήσυχο αλλά άτυχο Γκρέι. Και πλησιάζει όλους τους χαρακτήρες, ακόμα και τους δευτερεύοντες, με αγάπη και κατανόηση για τις επιλογές τους γιατί μπορεί να διακρίνει ότι καθένας αναζητά κάτι και προσπαθεί με κάθε τρόπο να το πετύχει.

Το ερώτημα είναι γιατί τοποθετεί ο Μωμ την ιστορία του την περίοδο της οικονομικής κρίσης του 1929. Αρχικά τοποθετεί όλους τους ήρωες μέσα σε μια κοινωνία αφθονίας που προσφέρει τα πάντα και εκεί ο Λάρυ, με την ανάγκη του να ανακαλύψει την αλήθεια, μοιάζει εξωπραγματικός. Δέκα χρόνια μετά, όταν όλοι έχουν καταστραφεί οικονομικά και προσπαθούν να ορθοποδήσουν, ο Λάρυ φαντάζει στα μάτια τους ακόμα πιο περίεργος αφού τίποτα από όλα αυτά δεν μοιάζει να τον αγγίζει. Και εκεί φαίνεται το μεγαλείο του: ένας άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει ξεχνώντας τις υλικές ανάγκες του, ακόμα και σε περίοδο κρίσης, όταν προσπαθεί να βρει τι είναι αυτό που θα τον φέρει πιο κοντά στην αλήθεια της ύπαρξης και θα του δώσει την ικανοποίηση να είναι ζωντανός. Στην «Κόψη του Ξυραφιού» ο Μωμ δημιουργεί ένα ζωντανό και αξιοπρόσεχτο χαρακτήρα που δίνει μαθήματα ταπεινότητας και σοφίας, έναν από τους κορυφαίους χαρακτήρες του έργου του που ξεπηδά μέσα από τους χαλεπούς καιρούς του κραχ.