Ποίηση της διπλής αρνήσεως που ισοδυναμεί με κατάφαση: στη ζωή, στον έρωτα, στη νοσταλγία του άφευκτου, στην ερινύα της προδοσίας, στης πολεμικής τον χαμό…
Η θητεία τού στιχουργού και γνωστού παραμυθοποιού [γιατί το «παραμυθά» έχει αρνητική αύρα]… η θητεία του στιχουργού και γνωστού παραμυθοποιού Χρήστου Γ. Παπαδόπουλου στην Εκπαίδευση ως δασκάλου φαίνεται σε αυτή την αιρετική γραμματική (ειδικά στη χρήση των χρόνων) αλλά και στο συντακτικό της νοσταλγίας, για επιθυμίες νεκρές, που δυστυχώς «αξιώθηκαν της ηδονής μια νύχτα, ένα πρωί τους φεγγερό» (για να θυμηθούμε τον Μεγάλο Αλεξανδρινό).
Αυτή η διαρκής αντιστροφή των τετριμμένων, παγιωμένων εκφράσεων και των προκατασκευασμένων ιδεών είναι και το βασικό πλεονέκτημα της ποιητικής τεχνικής τού Χρήστου Γ. Παπαδόπουλου.
Ιδιαίτερη έγνοια προδίδει η μουσικότητα του λόγου, η στροφική δόμηση και οι λογικές ακροβασίες, εις βάρος ίσως της εικονοπλασίας. Ποίηση ακουστική κι όχι «δι-ορατική». Η μεταφυσική απουσιάζει. Ο Θεός επίσης. Ίσως εκεί στο Κάιρο που ενδιατρίβει τώρα ο ποιητής (αν και τα 38 αυτά ποιήματα είναι γραμμένα πριν από την καρμική –όπως λέει ο ίδιος– μετακόμισή του εκεί)… ίσως εκεί στο Κάιρο να ανακάλυψε τη δημοκρατία της διαχρονικής ανεξιθρησκείας, μπορεί στην αιγυπτιακή γη να ανακάλυψε τη ματαιότητα, τη θνητότητα και των θεών των ίδιων.
Χωρίς να είναι ερεβώδης ή πεισιθάνατος ο λόγος του, διακατέχεται από μια μελοδραματική νοσταλγία, που δεν γίνεται ούτε στιγμή ρετρό, χάρη στην κοφτερή ειρωνεία και στον χειρουργικό αυτοσαρκασμό.
Ολιγογράφος αλλά πληθωρικός στο συναίσθημα και διόλου λακωνικός στη στιχουργία του, ξεχωρίζει από τους σύγχρονούς του ποιητές κυρίως ως προς τη σωματικότητα του εκπεφρασμένου του λόγου (και λέγω εκπεφρασμένου γιατί στην ποίηση κραυγάζει συνήθως το Ανείπωτο, εκείνο που με το Άρρητο συγχέεται).
Δεν χωρεί, φυσικά, ουδεμία αξιολογική κατάταξη του Χρήστου Γ. Παπαδόπουλου στο πυραμιδοειδές πάνθεον των τωρινών ποιητών, πρώτον γιατί προέρχεται από αλλού (από τον χώρο της στιχουργίας και του παραμυθιού) και δεύτερον γιατί η γραφή του είναι ανυπότακτη κι αταξινόμητη, δεν θέλει να μοιάζει ή να θυμίζει άλλους και ταυτόχρονα νοσταλγεί την αρμονική ομορ-φωνία [ας μου συγχωρεθεί ο νεολογισμός αυτός] ενός σύμπαντος που δεν είναι ακόμα εν εξελίξει, αλλά έχει τελειωθεί προ πολλού κι αντανακλά εδώ μονίμως και άσβεστη τη φλόγα της ειρηνικής ομόνοιας.
Μέχρι τότε… ο Χρήστος Γ. Παπαδόπουλος είναι νοσταλγικά εμμονικός με την εξ ορισμού ερωτική προδοσία και δυσαναπλήρωση του υπαρξιακού κενού που άφησαν μέσα μας οι μονοθεϊστικές θρησκείες, εκείνες τέλος πάντων που διέγραψαν τον Αγαθοποιό Θεό και τον αντικατέστησαν με έναν άλλον δαίμονα, Τιμωρό και Δυνάστη.
Ο Έρωτάς του είναι διαχρονικός κι έμφυλος, σε αγαστή συν-εργασία με τη Φύση. Ο εσωτερικός ρυθμός είναι το ζητούμενο κι η Ιθάκη του. Κάτι άλλο δεν φαίνεται να νοσταλγεί η ομιλώσα ποιητική φωνή του.