Η εξαφάνιση της Λάουρα
Ο Andrea Camilleri γεννήθηκε το 1925 στο Πόρτο Εµπέντοκλε της Σικελίας και για πολλά χρόνια υπήρξε σκηνοθέτης και σεναριογράφος στην ιταλική τηλεόραση. Θεωρείται εκδοτικό φαινόµενο, καθώς ξεκίνησε να γράφει περίπου σε ηλικία 60 ετών και πολύ γρήγορα έγινε δηµοφιλής όχι µόνο στην Ιταλία αλλά σε ολόκληρο τον κόσµο. ∆ηµιουργός του Σικελού αστυνοµικού επιθεωρητή Σάλβο Μονταλµπάνο, ο Camilleri θεωρείται εκπρόσωπος του «αστυνοµικού µεσογειακού µυθιστορήµατος», στο οποίο, πέρα από τα κλασικά στοιχεία του σασπένς, εκφράζονται ανησυχίες και ερωτήµατα για την πραγµατικότητα της κοινωνίας και της εποχής µας. Έφυγε από τη ζωή στη Ρώμη στις 17 Ιουλίου 2019, σε ηλικία 93 ετών.
Το βιβλίο του με τίτλο «Η εξαφάνιση της Λάουρα» γράφτηκε το 2016 και, σε αντίθεση με τα περισσότερα βιβλία του, εδώ τα ηνία της έρευνας, όταν μια γυναίκα, η Λάουρα Γκαράουντο, σύζυγος ενός διάσημου Ιταλού συγγραφέα, εξαφανίζεται, αναλαμβάνει όχι ο Σάλβο Μονταλμπάνο, αλλά ο αστυνομικός επιθεωρητής Μαουρίτσι. Ένα απόγευμα η Λάουρα αποφασίζει να πάει στο οικογενειακό εξοχικό στο Γκονφαλόνε με την επιθυμία να δουλέψει πάνω στο μυθιστόρημα –το πρώτο της– που ετοιμάζει. Έκτοτε, τα ίχνη της χάνονται και η αστυνομία προσπαθεί να την εντοπίσει.
Σε μία προσπάθεια να συγκεντρώσει στοιχεία γι’ αυτήν, για τον χαρακτήρα της, τις συνήθειές της, τη συμπεριφορά της, ο Μαουρίτσι απευθύνεται στον σύζυγο, σε φίλους, σε συνεργάτες, σε γνωστούς της.
Και η εξέλιξη της υπόθεσης ξεδιπλώνεται, αποκλειστικά σχεδόν, μέσω διαλόγων –είτε διά ζώσης, είτε τηλεφωνικών–, μέσω επιστολών, sms, ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Μέσα από τα οποία εμφανίζεται η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα της Λάουρα, τα πολλά διαφορετικά πρόσωπά της, φωτίζεται το παρελθόν της – το γεμάτο εραστές και περιπέτειες. Χαρακτηριστικό δε, είναι ότι κάθε ένας από τους συνομιλητές του επιθεωρητή θυμάται και ένα διαφορετικό πρόσωπο αυτής της γυναίκας.
Η νουβέλα αποτελείται από μικρά σε έκταση κεφάλαια που τοποθετούνται με χρονολογική σειρά – σαν ημερολογιακές καταγραφές ή ημερολόγιο καταστρώματος. Ο συγγραφέας χτίζει τη δομή της αριστοτεχνικά. Βήμα βήμα και πολύ προσεκτικά, οικοδομεί ένα γυναικείο πορτρέτο, εισχωρώντας στο βάθος της γυναικείας ψυχοσύνθεσης. Αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα της, συνθέτει τον πολύπλοκο ψυχισμό της. Μιας γυναίκας που λαχταράει να ζήσει αληθινά και παθιασμένα αφήνοντας κατά μέρος τις κοινωνικές συμβάσεις και την υποκρισία που περιβάλλει τη ζωή της. Κάθε τόσο, εξάλλου, κουρασμένη από τις συνθήκες, την «πιάνει ο Λίβας», κατά μία προσφιλή οικογενειακή έκφραση, ο τρομερός άνεμος της ερήμου, κάτι που την αναγκάζει να απομονώνεται για μέρες απ’ όλους και απ’ όλα. Έπειτα ξαναβρίσκει τη γαλήνη και γίνεται πάλι η άστατη, αλλά λαμπερή γυναίκα που θαυμάζουν όλοι.
«Η εξαφάνιση της Λάουρα», όπως λέει και ο ίδιος ο Καμιλλέρι, «δεν επιδιώκει να είναι αστυνομικό αφήγημα για την εξαφάνιση μιας νεαρής γυναίκας, αλλά μια απόπειρα να ζωγραφιστεί ένα γυναικείο πορτρέτο περίπλοκο, αλλά όχι και τόσο ασυνήθιστο όπως φαίνεται εκ πρώτης όψεως».
Κλείνοντας, θα ήταν άδικο να μην αναφερθεί η εξαιρετική μετάφραση της Γιάννας Σκαρβέλη, η οποία μέσω απλών λέξεων και εκφράσεων μεταφέρει στα ελληνικά την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της γραφής του Αντρέα Καμιλλέρι.