Νοσταλγώντας

«Η εποχή των καφέδων» του Γιάννη Ξανθούλη πλημμυρίζει από μυρωδιές και αρώματα.

Καλοκαίρι. Όχι ένα. Τρία στη σειρά. Σε ένα σπίτι με αυλή, τρία μέτρα από τη θάλασσα κάπου κοντά στον Μαραθώνα. Επί τούτου. Για να μπορεί η Όλγα να πηγαίνει κάθε μέρα στην Αθήνα, στον ηλικιωμένο και άρρωστο πατέρα της.

Μία οικογένεια παραθερίζει. Το γιασεμί, η βροχή, η υγρασία, ο καφές σκορπούν τη μυρωδιά τους. Εποχές περασμένες. Εποχές τόσο όμορφες. Γεμάτες από άρωμα νοσταλγίας. Οικογενειακή θαλπωρή. Ξέγνοιαστα καλοκαίρια περασμένων εποχών, παρέα με φίλους.

Πάνω στις ατελείωτες συζητήσεις τους τις νύχτες, εν μέσω γευμάτων και καφέδων –ο καφές είναι πανταχού παρών–, ο κεντρικός πρωταγωνιστής και αφηγητής –σε πρώτο πρόσωπο και από τη δική του οπτική γωνία– θυμάται ένα όνομα ξεχασμένο από χρόνια. Ερμής Παπαδόπουλος. Ποιος ήταν, τι έκανε και τι ρόλο διαδραμάτισε στη ζωή του αφηγητή; Σταδιακά η κάνουλα των ξεχασμένων για πολλά χρόνια αναμνήσεων ανοίγει και μύρια όσα ξεχύνονται στο παρόν. Ο Ερμής Παπαδόπουλος σύντομα μετατρέπεται σε εμμονή για τον αφηγητή, ενώ τα κατορθώματά του βγαίνουν στο φως συνοδευόμενα από παράπονα, θυμούς, αναπάντητα ερωτήματα.

Με ρεαλιστική και στέρεα γραφή, χωρίς στολίδια, και λεπτομερείς περιγραφές που βοηθούν τους αναγνώστες στην εικονοποιία.

Όλα είναι αναδρομή, αφήγηση του παρελθόντος, σκέψεις και συμπεράσματα, ενώ ανάμεσα στους τόσο ζωντανούς, φυσικούς διαλόγους παρεμβάλλονται αναδρομές σε ακόμα πιο απομακρυσμένο χρονικό όριο – σε τρίτο πρόσωπο. Κάτι που προσφέρει στους αναγνώστες επιπλέον γοητεία.