«Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να είσαι κοντά στους ανθρώπους από το να είσαι ένας απ’ αυτούς»

 Πάολο Κοέλο

Ο Γιάννης Ξανθούλης γεννήθηκε το 1947 στην Αλεξανδρούπολη, από γονείς πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, το σχέδιο, το θέατρο και την πεζογραφία. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ζει στην Αθήνα.

Στο συγκεκριμένο βιβλίο του, ο Γιάννης Ξανθούλης θυμάται τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του. Συνοδοιπόρος σ’ αυτό το ταξίδι είναι η Σιλάνα, μια γηραιά κυρία άνω των 100 ετών, που συντροφεύει τον συγγραφέα από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Η Σιλάνα είναι η έμπνευση εκείνη που τον ωθεί αρκετές φορές να πλάθει στιχάκια ανάλογα με τα γεγονότα που κάθε φορά συμβαίνουν στη ζωή του Γιάννη Ξανθούλη. Ένα alter ego, που εμφανίζεται όποτε το επιθυμεί η ίδια ή όποτε την καλεί νοητά ο συγγραφέας. Χρονικά η αφήγηση τοποθετείται στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και οι αναγνώστες γίνονται μάρτυρες περιστατικών, κωμικών ή μη, που απεικονίζουν με ιδιαίτερο τρόπο την εποχή, την Ελλάδα, τους ανθρώπους, την οικογένεια.

Ο Γιάννης Ξανθούλης παραθέτει ένα έργο γραμμένο με αυτοβιογραφική διάθεση. Όπως είναι ευνόητο, η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο. Τα κεφάλαια του βιβλίου τιτλοφορούνται με ευφυείς φράσεις, προσδίδοντας έναν ανάλαφρο αλλά και συνάμα ουσιώδη τόνο στην αφήγηση. Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός διαχέονται σε όλη την έκταση του κειμένου, ενώ μια άκρατη παιδικότητα είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν την ιδιαιτερότητα του έργου.

Ο λόγος και το ύφος του Γιάννη Ξανθούλη είναι χειμαρρώδης, ενώ το πλούσιο λεξιλόγιο είναι από τα κυριότερα και θετικότερα στοιχεία του βιβλίου. Πολλές φορές κατά την ανάγνωση του κειμένου, μπορώ να πω ότι μου ερχόταν στο νου ο «ραδιοφωνικός» Γιάννης Ξανθούλης, με την ευφράδεια, τη φρεσκάδα αλλά και την πυκνότητα στο λόγο. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου είναι πολύ ιδιαίτερη, με ένα υποβόσκον καυστικό χρώμα, ενώ και η έκδοση είναι επίσης πολύ καλή.

Πολλές φορές, τέτοιου είδους βιβλία με αυτοβιογραφικά στοιχεία μού δημιουργούν ενδοιασμούς για το κατά πόσο δύναται ο συγγραφέας να περάσει τα βιώματά του στο αναγνωστικό κοινό. Στο συγκεκριμένο έργο ο Γιάννης Ξανθούλης τα καταφέρνει στο έπακρο, αφήνοντας στα χείλη του αναγνώστη ένα ελαφρύ χαμόγελο με το γύρισμα και της τελευταίας σελίδας.