Τραύματα και ενοχές

«Εγώ γράφω, γιατί ο μπαμπάς μου διάβαζε». Και ποτέ δε μου έδινε σημασία. Δεν μ’ αγαπούσε.

Ο δωδεκάχρονος αφηγητής –κατά δική του εξομολόγηση– γράφει αυτό το βιβλίο, επειδή φαντάζεται ότι το βιβλίο που διαβάζει ο πατέρας του, είναι το δικό του βιβλίο. Γράφει επειδή φλέγεται να μιλήσει στον πατέρα του, να του εξομολογηθεί ό,τι τον στοιχειώνει και ο μόνος τρόπος για να καταφέρει τα παραπάνω είναι να γράψει. Διότι ο πατέρας του διαρκώς διαβάζει και ποτέ δεν ασχολήθηκε μαζί του, ενώ τον θεωρεί χαζό και ηλίθιο. Προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή του –επιτέλους–, να ασχοληθεί μαζί του και να πει μια καλή κουβέντα για τον γιο του.

Το νέο βιβλίο του Χουάν Χοσέ Μίγιας «Η δική μου ιστορία» είναι γραμμένο με αυστηρά δομημένη αφήγηση σε μικρά κεφάλαια τριών σελίδων. Σε πρώτο πρόσωπο, με αμεσότητα, αθωότητα και παιδική ειλικρίνεια που, όσο το παιδί μεγαλώνει, γίνεται πιο συνειδητοποιημένη.

Και όσο ο αφηγητής μεγαλώνει, το «δυστύχημα» που τον στιγμάτισε, που του έγινε εμμονή –όταν άθελά του, από ένα καπρίτσιο της μοίρας, στέρησε τη ζωή σε μια ολόκληρη οικογένεια–, σταδιακά αμβλύνεται. Και αυτό από τη στιγμή που γίνεται φίλος με το κορίτσι που σώθηκε, έστω κι αν αυτό έμεινε ανάπηρο, και αργότερα, παρά το γεγονός της ασχήμιας του, γίνονται εραστές. Αυτός είναι ο τρόπος του να πει «συγγνώμη» και να προσπαθήσει να ξεφύγει από την ενοχή του.

Ένα βιβλίο για τον δύσκολο, αλλά τόσο θαυμαστό κόσμο της εφηβείας, για τα μυστικά του, τα τραύματα, τις αμφιβολίες και τελικά την «απελευθέρωση» μετά το πέρας της επώδυνης διαδρομής προς την ενηλικίωση. Ένα βιβλίο για τη λαχτάρα της αποδοχής από τους γονείς, για τη λαχτάρα για τρυφερότητα, για την απελευθέρωση από τις ενοχές, για την ελευθερία γενικότερα.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην πολύ καλή μετάφραση της Θεοδώρας Δαρβίρη.