Μια περιπέτεια δυο παιδιών που κινείται μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, μεταξύ της μαγείας και της δύναμης της θέλησης. Η Στέλλα και ο Στέφανος, οι «Στε» όπως τους λέει η μαμά τους όταν θέλει να τους φωνάξει και τους δυο μαζί, είναι δυο αδέρφια που ζούνε σε ένα διαμέρισμα σε κάποια γειτονιά μιας μεγαλούπολης. Τα οικονομικά της οικογένειας δεν είναι ιδιαίτερα ανθηρά, οπότε ούτε λόγος για καλοκαιρινές διακοπές στην εξοχή. Όχι μόνο η διαμονή εκτός σπιτιού, αλλά και το αυτοκίνητο είναι πολυτέλεια για την οικογένεια Σταμάτη. Ωστόσο στο σπίτι αυτό περισσεύει η καλή καρδιά, οι καλές σχέσεις και η αγάπη. Αυτά δεν εμποδίζουνε το μικρό Στέφανο να ταλαιπωρείται κάθε βράδυ από τρομακτικούς εφιάλτες και τη μεγαλύτερη αδερφή του να ανησυχεί ιδιαίτερα γι’ αυτόν και να ψάχνει τρόπους να τον βοηθήσει. Οι γονείς δεν δίνουν ιδιαίτερη σημασία. Όλα τα παιδιά έχουν εφιάλτες. Άλλωστε η βιοπάλη δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για ενασχόληση με τις ελαφρές διακυμάνσεις της παιδικής ψυχής. Η Στέλλα όμως είναι αποφασισμένη να μπει στα όνειρα του αδερφού της και να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τον απαίσιο γέρο με τα κίτρινα μάτια, τα απειλητικά ζώα και το άγριο τοπίο με το σκοτεινό δάσος και τους αραχνιασμένους μύλους. Ένα ξεχασμένο βιβλίο που ανασύρεται από τη βιβλιοθήκη γίνεται το κλειδί για να εισαχθούν η Στέλλα κι ο Στέφανος στον κόσμο της μαγείας και του ονείρου. Θα τα καταφέρει όμως η Στέλλα να συναντήσει τελικά τον αδερφό της στο όνειρό του και να τον σώσει από τους δαίμονές του;

Ο συγγραφέας στήνει μια περιπέτεια μαγείας, αλλά παράλληλα αποδίδει στη μαγεία μια πιο ουσιαστική διάσταση. Η γενναιότητα, η θέληση, η αγάπη, η πίστη σε έναν σκοπό, η φαντασία και η συστηματική δουλειά βρίσκονται πίσω από το μαγικό ραβδάκι. Το τελευταίο δυστυχώς υπάρχει μόνο στα παραμύθια. Τα άλλα όμως «όπλα» είναι διαθέσιμα σε όλους. Η Στέλλα ξέρει να τα χρησιμοποιεί πολύ επιδέξια και διδάσκει και  τον αδερφό της να κάνει το ίδιο.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η ματιά του συγγραφέα προς το αστικό τοπίο και τις θλιβερές συνθήκες που δημιουργεί για τα παιδιά. Αντίστοιχα τολμηρό είναι το βλέμμα του απέναντι στις συνθήκες της οικονομικής στενότητας. Τα παιδιά σήμερα έχουν μάθει να ζητούνε αυτά που βλέπουν γύρω τους (από πανάκριβα playstation έως διακοπές με σκάφος) και η δύσκολη θέση των γονιών που δεν μπορούνε να τα προσφέρουν είναι ένα λεπτό ζήτημα που δεν αναδεικνύεται αρκετά στην παιδική λογοτεχνία. Εδώ υπάρχει ένα φυσιολογικό παράπονο εκ μέρους των «Στε» για τη στέρηση του παιχνιδιού στη φύση, που είναι η πεμπτουσία των καλοκαιρινών διακοπών, αλλά και σύνεση στο χειρισμό μιας κατάστασης που δεν αλλάζει. Τελικά τα ίδια τα παιδιά βοηθάνε στη λύση του προβλήματος, χωρίς ωστόσο να μετατίθεται η ευθύνη σε αυτά. Εδώ οι συμπτώσεις και η μαγεία παίζουνε το ρόλο τους. Αλλά «συν μαγεία και χείρα κίνει» λέει ο συγγραφέας στους μικρούς αναγνώστες. Και όχι μόνο για να κατακτήσεις το όνειρο των διακοπών, αλλά και για να χειριστείς και να ξεπεράσεις τους μύχιους φόβους σου. Όμορφα πλέκει ο συγγραφέας το περιπετειώδες και μαγικό στοιχείο με τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και ψυχολογικά ζητήματα που αφορούν τη ζωή των σύγχρονων οικογενειών.

Ο Άρης Δημοκίδης ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε ΜΜΕ και Πολιτισμό στο Λονδίνο και ειδικεύτηκε στην Πολιτιστική Διαχείριση. Δούλεψε ως δημοσιογράφος στο BBC, σε διάφορα αγγλικά έντυπα και στο Μουσείο Παιδικής Τέχνης, εμπειρία που ο ίδιος θεωρεί καθοριστική για την ενασχόλησή του με την παιδική λογοτεχνία. Είναι δημιουργός του μπλογκ “Εντεκα” (τίτλος εμπνευσμένος από την αγαπημένη του ηλικία) και συγγραφέας πολλών παιδικών βιβλίων ανάμεσα στα οποία είναι «Το Νησί των Χριστουγέννων» και το «Χρυσό Βουνό».