Η αρπαγή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, ως μυθιστόρημα
Όταν για πρώτη φορά βρέθηκα στις αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου, σοκαρίστηκα και η τότε εφηβική μου αφέλεια δέχθηκε ένα σοβαρό πλήγμα: διότι αυτό που αντίκρυσα ήταν μία από τις μεγαλύτερες, επίσημες λεηλασίες όλων των σημαντικών, αρχαίων πολιτισμών της γης!
”Η αρπαγή της Αθήνας” είναι ένα ξεχωριστό, ιστορικό μυθιστόρημα της Αμερικανίδας συγγραφέως Κάρεν Έσσεξ, που πραγματεύεται ακριβώς ένα τέτοιο ευαίσθητο θέμα, ιδιαίτερα για το ελληνικό κοινό: την υφαρπαγή των Μαρμάρων το 1806, από τον πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη, Λόρδο Έλγιν. Ιστορία και μυθοπλασία, διαπλέκονται εξαιρετικά για να αποδώσουν τα όσα συνέβαιναν τότε στην Ελλάδα, όπου τα μνημεία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού είτε καταστρέφονταν από τους Τούρκους κατακτητές είτε γίνονταν αντικείμενο αγοραπωλησίας από τους Ευρωπαίους ”συλλέκτες”.
Η αφηγήτρια της ιστορίας αποτελεί τη μία από τις δύο, ευρηματικές συγγραφικά, εκπλήξεις του μυθιστορήματος: πρόκειται για τη σύζυγο του Έλγιν, τη Σκοτσέζα Μέρυ Νίσμπετ, η οποία ως νιόπαντρη τον ακολουθεί στην Κωνσταντινούπολη και του διαθέτει την περιουσία της για τα μεγαλόπνοα σχέδιά του: να αντιγράψει χρησιμοποιώντας μια ομάδα καλλιτεχνών (και όχι να αποσπάσει), όλα τα σημαντικά αρχαιοελληνικά μνημεία και γλυπτά, ώστε να διασωθεί η πολιτιστική κληρονομιά για τις επόμενες γενεές. Επειδή όμως ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, σταδιακά ο Έλγιν μετατρέπεται σε έναν διψασμένο ”αρχαιοθήρα”, που μπαίνει σε έναν αγώνα δρόμου με τους αντίστοιχους Γάλλους ανταγωνιστές του για το ποιος θα υφαρπάξει τις περισσότερες αρχαιότητες, ”αγοράζοντάς” τες από τις τουρκικές αρχές.
Κι ενώ τα Μάρμαρα -και μαζί τους η μία Καρυάτιδα του Ερεχθείου-, αποσπώνται βίαια από τον Παρθενώνα (σε μια από τις καλύτερες σκηνές του βιβλίου), και φορτώνονται στα πλοία για την Αγγλία, η συγγραφέας κάνει μια βουτιά στην Ιστορία και ο αναγνώστης βρίσκεται στα χρόνια του Περικλή, κατά τη διάρκεια της ανέγερσης των μνημείων της Ακρόπολης, όπου με αφηγήτρια την Ασπασία (κι αυτή είναι η δεύτερη έκπληξη) παρακολουθούμε τα πολιτικά γεγονότα αλλά και την κοινωνική οργάνωση της εποχής. Ο Περικλής, ο Φειδίας αλλά και ο Σωκράτης (με την ιδιότητα του γλύπτη που οι περισσότεροι αγνοούν), ζωντανεύουν, δρουν και συνδιαλέγονται μέσα στις σελίδες του βιβλίου, σε μια ιδιαίτερα πειστική απόδοση της ζωής στην αρχαία Αθήνα.
Αν και το βιβλίο είναι κατά βάση ένα ρομαντικό στη σύλληψή του και στην ατμόσφαιρα μυθιστόρημα, που πραγματεύεται τα ανθρώπινα πάθη του έρωτα και της φιλοδοξίας, αυτό σε τίποτα δεν ζημιώνει την ιστορικότητά του: πλούσιο σε ιστορικό υλικό, έχει ζωντανές εικόνες και λεπτομερείς περιγραφές των τόπων και των εθίμων αλλά και ρεαλιστικά πορτρέτα των ιστορικών προσώπων – και είναι προφανές ότι η συγγραφέας έχει κάνει μεγάλη έρευνα στις πηγές και τα γραπτά κείμενα και για τις δύο, παράλληλες στην αφήγηση, χρονολογικές εποχές. Όσο για τις δύο γυναίκες αφηγήτριες, τη Λαίδη Έλγιν και την Ασπασία, παρά τη χρονική διαφορά δύο χιλιετιών αλλά και τη διαφορά κοινωνικού status -η μία νόμιμη σύζυγος, η άλλη εταίρα (αλλά όχι πόρνη)-, τις ενώνει το περίεργο παιχνίδι της μοίρας, που ευρηματικά χειρίζεται η συγγραφέας: ο σύζυγος της μίας απέσπασε από την Ακρόπολη τα έργα που δημιούργησε ως πολιτικός άντρας ο σύντροφος της άλλης. Αλλά αυτό δεν είναι το μοναδικό κοινό τους σημείο: και οι δύο υπήρξαν ανεξάρτητες και αυτόφωτες προσωπικότητες, σε εποχές που κάτι τέτοιο ισοδυναμούσε με κοινωνικό στίγμα για τις γυναίκες.
Συμπερασματικά, ”Η αρπαγή της Αθηνάς” είναι ένα πλούσιο, ιστορικό μυθιστόρημα που τα έχει όλα: ιστορία, ρομαντισμό, περιπέτεια, πάθη και επιπλέον, παρουσιάζοντας τις συνθήκες και όλη την εξέλιξη της απόσπασης των Μαρμάρων του Παρθενώνα, δίνει τροφή για σκέψη και συζήτηση σχετικά με το τι τελικά θεωρείται νόμιμο και τι είναι ηθικό. Για όλους τους παραπάνω λόγους, σας προτείνω ανεπιφύλακτα να το βάλετε στη βαλίτσα των καλοκαιρινών σας διακοπών…