Ένα ποιητικό μυθιστόρημα για το χρόνο και τον έρωτα

Ο χρόνος αλλοιώνει ή ενδυναμώνει μια ανάμνηση; Μήπως η ανάμνηση είναι αυτό που θέλουμε να θυμόμαστε και όχι αυτό που έγινε; Αυτά τα ερωτήματα είναι πιθανόν να δημιουργηθούν στον αναγνώστη όταν τελειώσει την «Απομόνωση», το πρώτο μυθιστόρημα του ποιητή Jean Yves Masson.

Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας έρχεται στην Αθήνα ένας νεαρός Γάλλος δημοσιογράφος που έχει ελληνική καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του. Γνωρίζει τη Μαρίνα, μια κοπέλα με προοδευτικές πολιτικές απόψεις και κόρη ενός πανεπιστημιακού που εκδιώχθηκε από το Πανεπιστήμιο για τις ιδέες του. Ερωτεύονται κεραυνοβόλα και μέσω αυτής γνωρίζει πνευματικούς ανθρώπους, αλλά και επαναστάτες της εποχής. Όταν η Μαρίνα εξορίζεται στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης, αυτός την ακολουθεί, καθώς αδυνατεί να ζήσει μακριά της. Στην εξορία, όμως, η Μαρίνα θα αρρωστήσει από φυματίωση, την οποία όλοι μπερδεύουν με τη λέπρα και γι’ αυτό τη στέλνουν στη Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών. Ο νεαρός κάνει τα αδύνατα δυνατά για να πάει κι αυτός στο νησί, αν και είναι υγιής, και μπαίνει σε έναν κόσμο διαφορετικό, όπου ο θάνατος και η ζωή είναι ταυτόσημες έννοιες, η ατομική ταυτότητα έχει χαθεί και το παρελθόν, όπως και το μέλλον, είναι ανύπαρκτα. Ζουν μαζί στο νησί μέχρι που ο χρόνος αρχίζει να μετράει αντίστροφα για το ζευγάρι.

Το μυθιστόρημα ξετυλίγεται μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του, γέροντα πια, Γάλλου που έδεσε τη μοίρα του με τη Μαρίνα και την Ελλάδα. Η γλώσσα του είναι έντονα περιγραφική και συναισθηματική. Όλα αυτά που εξιστορεί δεν είναι απλά μια ακόμα ιστορία αγάπης που σφραγίστηκε από την παρουσία του θανάτου. Είναι ένας στοχασμός πάνω στην ασθένεια και το τι πραγματικά μας φοβίζει όταν εμφανίζεται: μας προβληματίζει ότι αυτός που αγαπάμε βασανίζεται ή ότι θα χαθεί τελικά από τη ζωή μας; Είναι ένα δοκίμιο πάνω στον χρόνο. Τι είναι ο χρόνος;  φαίνεται να ρωτά ο συγγραφέας. Είναι ένα τεράστιο κύμα ή μια στιγμή; Και τι είναι αυτό που απομένει όταν ο χρόνος τελειώνει; Η ανάμνηση ή η αίσθηση της ανάμνησης;

Ο Masson φτιάχνει ένα μυθιστόρημα που συνδυάζει τον ποιητικό λόγο με τις ρεαλιστικές περιγραφές της Σπιναλόγκας και της οργάνωσης της κοινότητας των λεπρών, ενώ προβάλλει τον ρόλο του ονείρου και των αναμνήσεων πάνω στο χτίσιμο αυτού που αποκαλούμε παρελθόν ή περασμένη ζωή. Άραγε υπάρχει στο παρελθόν η αξία που του δίνουμε ή είναι απλά συσσωρευμένες στιγμές; Ο χρόνος μας κοροϊδεύει ή μας καθορίζει; Ο Masson δίνει τη δική του απάντηση μέσα από τα λόγια του πρωταγωνιστή του, στο τέλος του βιβλίου: «Ο χρόνος δεν είναι αυτή η παλίρροια που νομίζουμε πως μας παρασέρνει και από την οποία μας βγάζει ο θάνατος. Ο χρόνος είναι ίσως μόνο μια διεσταλμένη στιγμή, ένα δέντρο του οποίου είμαστε ένα κλαδί, ένα κοχύλι που κατοικούμε τυχαία στην κυψέλη του»(σ. 232)