Φουτουριστική μυθοπλασία ή μελλοντική πραγματικότητα

Μου αρέσουν πάντοτε οι προσπάθειες ενός δημιουργού να περιγράψει με τον δικό του τρόπο μια υποτιθέμενη μελλοντική κοινωνία. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι κυρίως ταινίες φουτουριστικές διαχρονικά κέρδιζαν το ενδιαφέρον του κοινού. Βέβαια, η παγίδα που ενέχει μια τέτοια προσπάθεια είναι να εγκλωβιστεί ο δημιουργός σε κλισέ και τετριμμένες καταστάσεις, σκηνικά που έχουμε δει ξανά και ξανά, και τελικά να παρουσιάσει ένα αποτέλεσμα που το κοινό έχει ξαναδεί.

Πολύ περισσότερο δε, μού διεγείρει το ενδιαφέρον η απόδοση μιας μελλοντικής καθημερινότητας στην Ελλάδα και δη στην Αθήνα. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, ο Νίκος Παπαδόπουλος επιχειρεί να παρουσιάσει την πραγματικότητα της Αθήνας του εγγύς μέλλοντος. Τρεις είναι οι πρωταγωνιστές του: ο Νάσος, ένας άνδρας που ειδικεύεται στο διαδίκτυο και ξοδεύει πολλές ώρες μπροστά στον υπολογιστή, η Κάτια, η οποία αποτελεί μέρος του συστήματος και πιο συγκεκριμένα της ασφάλειας και ο Γιούρι, ένας γεροδεμένος άντρας που ζει και αναπνέει στον υπόκοσμο.

Οι τρεις πρωταγωνιστές συγκροτούν μια ομάδα με σκοπό την καθαίρεση του συστήματος, που έχει μετατρέψει τους ανθρώπους σε άβουλα όντα. Σ’ ένα σκηνικό όπου η ρουτίνα αποτελεί υψίστη ευτυχία και η αβουλία προτέρημα, οι τρεις αυτοί άνθρωποι θα επιχειρήσουν να ανατρέψουν ένα καθεστώς που έχει ρουφήξει τον αέρα και την ελευθερία κάθε ατόμου.

Το μυθιστόρημα του Νίκου Παπαδόπουλου είναι ένα ιδιαίτερα ευχάριστο κείμενο. Μέσα σε μια Αθήνα που δε μοιάζει και τόσο μακρινή από την τωρινή της μορφή, παρουσιάζει ο συγγραφέας τα στοιχεία εκείνα που αποτελούν και πάντοτε αποτελούσαν τη διαφθορά στα κοινωνικά σύνολα: εξουσία, πολιτική, βία, σεξ και χρήμα, ιδωμένα με μια καυστική ματιά, παρουσιάζονται στο κοινό με στακάτες εκφράσεις και κινήσεις των χαρακτήρων. Όλα τα χαρακτηριστικά του βιβλίου έχουν μια γρήγορη και φευγαλέα σκοπιά, γιατί τα σκηνικά που περιγράφονται είναι λίγο πολύ οικεία. Επίσης θετικό σημείο είναι και ότι ο συγγραφέας έντεχνα αποφεύγει να αναλωθεί σε εκτεταμένες περιγραφές και εικόνες μιας μελλοντικής κοινωνίας. Άλλωστε δεν είναι αυτός ο στόχος του.

Αν και «μικρή» σε όγκο, «Η αλογόμυγα» επιτυγχάνει να «βυθίσει» τον αναγνώστη στη μελλοντική πραγματικότητα που πραγματεύεται. Ωστόσο, είναι και από τα βιβλία που θα ήθελα να είναι λίγο μεγαλύτερα, ακριβώς επειδή στο μικρό τους εύρος επιτυγχάνουν άρτια το σκοπό τους.

Πρόκειται για ένα πολύ καλό βιβλίο, που διαβάζεται ευχάριστα με τη μία, ενδεικτικό τού ότι ορισμένες φορές δε χρειάζεται ένα βεβαρημένο λογοτεχνικά έργο ή ένα σαρκαστικό υπέρ του δέοντος κείμενο, αλλά μια προσεκτική σύνθεση των δύο αρκεί για να ικανοποιήσει το αναγνωστικό κοινό.