Η αυτοκινητιστική λέσχη της Αιγύπτου

Ύστερα από την εφεύρεση της πρώτης μηχανοκίνητης άμαξας από τον Καρλ Μπεντς και την εξέλιξη αυτής σε αυτοκίνητο, το νέο μέσο δεν αργεί να εισαχθεί στην Αίγυπτο. Το έντονο ενδιαφέρον μάλιστα και η σταδιακή αύξηση των εισαγωγών γρήγορα οδηγεί στην ίδρυση της πρώτης βασιλικής αυτοκινητιστικής λέσχης της Αιγύπτου το 1924, που αναλαμβάνει οτιδήποτε αφορά το αυτοκίνητο. Αυτή ανήκει στον βασιλιά, διοικείται από Βρετανούς και έχει υπαλλήλους Αιγυπτίους. Τον πλήρη έλεγχο έχει ο Ελ-Κούο, ο αρχιθαλαμηπόλος του βασιλιά. Αυτός έχει και την τελευταία λέξη σε όλα.

Κύριοι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος «Η αυτοκινητιστική λέσχη της Αιγύπτου» είναι ο Αμπντελαζίζ Χαμάμ, χρεοκοπημένος προύχοντας από την Άνω Αίγυπτο, που αναγκάζεται να μετακομίσει στο Κάιρο και να εργαστεί ως βοηθός αποθηκάριου στην αυτοκινητιστική λέσχη, και τα μέλη της οικογένειάς του. Περιστατικά καθημερινής ζωής εξιστορούνται παράλληλα και εναλλάξ σε ξεχωριστά κεφάλαια και σκιαγραφείται και παρουσιάζεται λεπτομερώς ο χαρακτήρας και οι απόψεις του κάθε μέλους της οικογένειας Χαμάμ. Αλλά και όσων συναναστρέφονται με αυτά. Μέσα από την εξιστόρηση φανερώνονται και αρκετές σκέψεις, όπως περί θανάτου και φιλοσοφίας της ζωής.

Σε αντιδιαστολή βρίσκονται οι υψηλά ιστάμενοι, οι Ευρωπαίοι, οι εργοδότες της λέσχης, με επικεφαλής τον τρομερό και φοβερό Ελ-Κούο, που αντιμετωπίζουν τους Αιγυπτίους υπαλλήλους ως υπηρέτες τους, που δε χάνουν ευκαιρία να τους εξευτελίζουν και να τους υποβιβάζουν. Και ο ρατσισμός αυτός φυσικά περνάει και στις απάνθρωπες και άνισες συνθήκες εργασίας τους. Οι υπηρέτες σταδιακά ξυπνάνε, δεν ανέχονται πια τη σκληρή μεταχείριση του Ελ-Κούο, παύουν να φοβούνται να πουν τι πραγματικά σκέφτονται, αντιλαμβάνονται ότι οι τιμωρίες και το ξύλο, που τρώνε για ψύλλου πήδημα, είναι άδικες, και κάποιοι από αυτούς εξεγείρονται και επαναστατούν. Παράλληλα μερικοί έχουν βάλει στόχο να αμαυρώσουν τη φήμη του βασιλιά και αγωνίζονται για την απελευθέρωση της Αιγύπτου από τη βρετανική κατοχή. Γρήγορα ένα σκάνδαλο ξεσπά και ο Ελ-Κούο αφηνιάζει. Τι μέλλει γενέσθαι;

Οι ανάγλυφοι χαρακτήρες του Αλάα Αλ-Ασουάνι είναι πλήρως ενταγμένοι στο προσεκτικά αναδομημένο από τον ίδιο σύμπαν, που δεν υστερεί, ούτε έχει να ζηλέψει κάτι από την ίδια την πόλη του Καϊρου κατά τη δεκαετία του 1940. Ο συγγραφέας προετοιμάζει με μαεστρία κάθε επεισόδιο που αφηγείται. Μιλώντας αρχικά γενικά για τις συνήθειες των ανθρώπων, την κουλτούρα τους, τις ιδιοτροπίες, τις αρμοδιότητές τους, εισάγει ομαλά τους αναγνώστες στον «ιδιαίτερο» κόσμο τους και κατόπιν παρουσιάζει κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που προωθεί τον μύθο.

Σε κάθε κεφάλαιο γίνεται λόγος και για έναν διαφορετικό τύπο Άραβα. Από τον Ελ-Κούο, τον βασιλιά, τους αριστοκράτες, που συχνάζουν στην αυτοκινητιστική λέσχη, και τους υπηρέτες αυτής μέχρι τον απλό λαό, τον μπακάλη της γειτονιάς και τη γυναίκα του, την οικογένεια ενός υπαλλήλου της λέσχης κ.ά. Έτσι δημιουργείται ένα μωσαϊκό χαρακτήρων και τάξεων, μια τοιχογραφία της αιγυπτιακής κοινωνίας. Όλες οι κύριες φυσιογνωμίες Αιγυπτίων και Ευρωπαίων παρελαύνουν από το πολυφωνικό αυτό μυθιστόρημα με τους πολλαπλούς αφηγητές. Η ζωή τους, οι συνήθειές τους, τα ελαττώματά τους, η καθημερινότητά τους, οι σχέσεις τους με τους γύρω τους, όλα παρουσιάζονται από διαφορετικές οπτικές και από διαφορετικούς αφηγητές. Οι προσωπικές ιστορίες μπλέκονται με την πολιτική και οι κοινωνικές συγκρούσεις εισχωρούν στην καθημερινότητα των ανθρώπων.

Πότε η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη και όσο το δυνατόν αντικειμενική και πότε τα ηνία  παίρνει κάποιο από τα παιδιά του Χαμάμ και αυτή αποκτά πιο προσωπικό χαρακτήρα, καθώς, χρησιμοποιώντας πρώτο πρόσωπο, οι ήρωες εξιστορούν περιστατικά και «εξομολογούνται» τα συναισθήματα και τις βαθύτερες σκέψεις τους.

Όταν η εξιστόρηση φτάσει στο τέλος της, τα ανοιχτά μέτωπα κλείνουν, όλα τα ζητήματα τακτοποιούνται, όλα βρίσκουν εκ νέου τη θέση τους και όλοι πληρώνουν για τα κρίματά τους.

Η μετάφραση του Γιάννη Στρίγκου στηρίχτηκε στη γαλλική μετάφραση του αραβικού πρωτοτύπου, ενώ οι υποσημειώσεις φωτίζουν το πολιτισμικό πλαίσιο του βιβλίου και κατατοπίζουν τον αναγνώστη.