Μία σύγχρονη κραυγή αγωνίας για το μέλλον του διαταραγμένου και διεστραμμένου ανθρωπίνου είδους, που παραπαίει στα δίχτυα της Τεχνολογίας και υπό την απειλή αυτοματισμών που όχι μόνον δεν κάνουν τη ζωή του πιο εύκολη αλλά το υποδουλώνουν κιόλας σε συσκευές ψηφιακές (που λειτουργούν με μηδέν-ένα, καλό-κακό, εχθρός-φίλος…) κι αυτή η διπολικότητα έχει περάσει ήδη στις ζωής μας που παραδέρνουν ανάμεσα στην ευτυχία και στη δυστυχία, ανάμεσα στην ευδαιμονία και στην καταστροφή, ανάμεσα στην παραισθητική αφθονία και την απολύτως πραγματική στέρηση βασικών αγαθών…. Κάπου μεταξύ του «φυσικού ανθρώπου» του Ρουσσώ και των δοκιμίων του Μονταίνι, ο Νίκος Ταραντίνος μυθολογεί κι επιστημολογεί. Το πόνημά του είναι ένα ενδιαφέρον μεταμοντέρνο αφήγημα, ένας δραματικός μονόλογος, ένα «ημερολόγιο» μιας προδιαγεγραμμένης πτώσης που έχει ήδη συντελεστεί ,όπως λέει ο Καβάφης στους «Τρώες». Στην παρουσίαση του βιβλίου την 17ην Δεκεμβρίου 2018 στον Ιανό, ο Διδάκτωρ Μιχαήλ Δουλγερίδης και διδάσκων στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών είπε ότι ο Κύριος Νίκος Ταραντίνος θα έπρεπε ίσως να επιχειρήσει να εκπονήσει διδακτορικήν τινά διατριβήν με το υλικό που χρησιμοποίησε για να συνθέσει αυτό το δεύτερο βιβλίο του. Προηγήθηκε το “Melioribus Annis” όπου κατέστη σαφές πως λειτούργησε γι’ αυτόν η κατά Παπανούτσον «αισιοδοξία της νοσταλγίας», αφού εξιδανικεύει μια μάλλον ταραγμένη μετά τον Εμφύλιο εποχή με την άλογη και βίαιη αστικοποίηση, την άτσαλη εκβιομηχάνιση της χώρας, την αστυφιλία, την εκμετάλλευση των άπορων κοριτσιών από την επαρχία στον ρόλο των ανήλικων οικιακών βοηθών, με την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, την άναρχη δόμηση, τη νομιμοποιημένη αυθαιρεσία και τα λοιπά και τα λοιπά. Στο δεύτερο αυτό βιβλίο του κινείται στο ίδιο περίπου πλαίσιο, μόνο που τώρα παραθέτει εξαντλητικά στοιχεία με οικονομικά μεγέθη που προέρχονται από στατιστικές, οιωνεί αδιαμφισβήτητες. Από άρθρα κυριακάτικων και καθημερινών εφημερίδων, γραμμένα προσεκτικά από έγκριτους δημοσιογράφους, διανοητές κι επιστήμονες αντλεί ο Νίκος Ταραντίνος το υλικό του και πάνω σε αυτό βασίζεται προκειμένου να μετρήσει την εν πολλοίς αστάθμητη και υποκειμενική «ποιότητα ζωής». Εκεί ακριβώς άπτεται του φιλοσοφικού ερωτήματος για την ύπαρξη και τον ορισμό της «αντικειμενικής πραγματικότητας», ένα θέμα που παραμένει ιδιαίτερα επίκαιρο σήμερα, στην εποχή του άκρατου ατομικισμού, ενός σολιψισμού που κινδυνεύει να γίνει αυτιστικός.
Homo perversus είναι ο τίτλος του κι αυτό το “perversus” εκτός από διαταραχή σημαίνει και διαστροφή, μετάλλαξη του νοήμονος ανθρωπίνου όντος που κάποτε αρεσκόταν να θεωρεί τον εαυτό του «κορωνίδα της Δημιουργίας» αλλά κατάντησε από τις αρχές κιόλας του εικοστού αιώνα ακόρεστη επεκτατική μηχανή που ζητάει να κυριαρχήσει πάνω στη Φύση επικρατώντας και ασκώντας καταπιεστική εξουσία πάνω στους άλλους (διαταραγμένους ή μη) ανθρώπους…
Όχι, δεν είναι απαισιόδοξος ο Νίκος Ταραντίνος, δεν είναι πεισιθάνατο το πόνημά του, απλώς «θέτει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων» και περιμένει από εμάς, από τον αναγνώστη του, να αντιδράσει, να διαδράσει, να ξυπνήσει, να ενεργοποιηθεί, να επικοινωνήσει με τους ομοίους του προκειμένου όλοι μαζί να αποφύγουμε τον τεχνολογικό Μεσαίωνα των ρομπότ που μας απειλεί.
Ο Νίκος Ταραντίνος είναι ένας σύγχρονος στοχαστής, «αυτοδίδακτος», όπως όλοι οι αρχαίοι φιλόσοφοι, που έρχεται σήμερα να μας αποδείξει πως ναι μεν δεν υπάρχει παρθενογένεση στη Σκέψη, όμως ο κάθε ένας μας αξιοποιεί και εξελίσσει το λιθαράκι της ύπαρξής του, αυτό που και «ταλέντο» ονομάζεται. Η ζωή μας όλη ένας λίθος ακατέργαστος, που πρέπει με υπομονή, ευφυΐα, καρτερία, επιμονή και δεξιοτεχνία, έχοντας «πάντα ανοικτά πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής» (Δ. Σολωμός), να λαξεύσουμε, να ορθογωνίσουμε, να τετραγωνίσουμε, να κυβίσουμε προκειμένου να είναι συμβατός και να χρησιμεύει στην πανανθρώπινη και διαχρονική πυραμίδα της Γνώσης, προϋπόθεση κάθε αληθούς Σοφίας που δεν δίδεται, δεν χαρίζεται και δεν απονέμεται εξ αποκαλύψεως, αλλά κατακτιέται, κερδίζεται και διατηρείται καθημερινώς. Διδάσκεται η Σοφία; Μάλλον όχι. Η φιλοσοφία, μπορεί… Όμως εκείνο που κερδίζουμε από την ανάγνωση, μελέτη και φιλέρευνον αναδίφησιν παρομοίων πλουσιοπαρόχων πονημάτων είναι ο επαγωγικός (ηλεκτρομαγνητικώ τρόπω τινά) συντονισμός με ανώτερες νοητικές δονήσεις, από τον αφηρημένον αλλοδιαστασιακόν κόσμον των Πλατωνικών Ιδεών, εκεί όπου τα μαθηματικά είναι η γλώσσα των λεγομένων «αγγέλων», που μεταφέρουν το μήνυμα ενός Φωτός άλλου, εκεί όπου όλα είναι ανα-ψυχή, γιορτή κι ατέλειωτη δημιουργική χαρά. Η αισθητική ηδονή είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη το κέρδος (ορατό και μετρήσιμο) από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Μακριά από κάθε ακαδημαϊκό σχολαστικισμό (ευτυχώς), χωρίς τις άπειρες υποσημειώσεις αλλά με τις απαραίτητες παραπομπές ο λόγος του Νίκου Ταραντίνου είναι κρουστός και στικτός από οξύτονες ενέσεις αδρεναλίνης που αποσκοπούν στην υπερνίκηση της νοητικής αδράνειας και της αντιστροφής του νόμου της Εντροπίας (σύμφωνα με τα θερμοδυναμικά αξιώματα). Αυτή η πολυπόθητη Τάξη εις βάρος του Χάους είναι η παρηγορία κι η παραμυθία βεβαίως κάθε υπάρξεως που νοσταλγεί μία κάποια μυθική κυτταρική Εδέμ, ακόμα κι αν αυτή περιοριζόταν στον αμνιακό σάκο όπου κολυμπούσαμε για εννέα μήνες, σαν τα τροπικά ψαράκια μέσα στη γυάλα. Όμως ο άνθρωπος, αυτό το τραγικωμικό ον με την επίγνωση του τέλους και την αναπόφευκτη ανάμνηση της αρχής, κάθε φορά που έρχεται αντιμέτωπος με το Μηδέν και το Άπειρο νιώθει εκείνον τον ανακλαστικό φόβο του κενού και βιάζεται να γεμίσει τις αναπνοές του με θείο Φως ή θειάφι από το παρακείμενο ηφαίστειο… Αυτή η τοξικότητα της ανθρώπινης σκέψης είναι ακριβώς όπως και οι άλλες ανθρώπινες λειτουργίες. Ρυπαίνουν και κατασπαταλούν τους φυσικούς πόρους, ακριβώς επειδή αναζητούν ένα νόημα (αν όχι ΤΟ νόημα), αναζητούν σκοπό για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και στόχο για να ξορκίσουν την κλεψύδρα που όσο πάει κι επιταχύνει το άδειασμά της. Αυτή όμως η μεγαλειώδης ανάγκη του μικροσκοπικού ανθρωπίνου όντος ν’ αφήσει «κάτι πίσω του» εξομοιώνει το άτομο με τους θεούς και τις θεότητες κι είναι ο θεμέλιος λίθος του ανθρώπινου πολιτισμού, όταν είναι λαξεμένος και ορθογωνισμένος…
Μελετάτε Νίκο Ταραντίνο.