Μέσα στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο

Τον Σεπτέμβριο του 2001, ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Ντίκ Τσένι, προανήγγειλε το απεχθές σχέδιο του αμερικανικού απαράτ, μόνο που ουδείς του είχε δώσει την πρέπουσα προσοχή. Κακώς, διότι όταν μιλούσε για «τη σκοτεινή πλευρά που πρέπει να εξετάσουμε», σαφώς και είχε στο μυαλό του αυτό που στη συνέχεια ονομάσαμε «κόλαση του Γκουαντάναμο».

Έναν χρόνο μετά, το κολαστήριο άνοιξε τις πύλες του για να δεχθεί ανθρώπους και ανθρωποφύλακες. Οι πρώτοι δεν είχαν κανένα περιθώριο ελευθερίας, οι δεύτεροι δεν τους προσέφεραν ποτέ μια αχτίδα ελπίδας.

Από τότε έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για τα όσα εξακολουθούν και συμβαίνουν πίσω από τις κλειστές πόρτες της φυλακής-στρατοπέδου, ενώ δεν λείπουν και τα ντοκιμαντέρ που προσπαθούν να φωτίσουν το απύθμενο σκότος της. Τι επιπλέον προσφέρει, άραγε, το βιβλίο του Μαυριτανού Μοχάμεντου Ουλντ Σάχι; Αυτό που μέχρι τώρα δεν είχαμε δοκιμάσει. Τον ζόφο σκιαγραφημένο και αποτυπωμένο από κάποιον που τον έχει βιώσει μέχρι το κόκαλο. Εδώ και 13 χρόνια ο Μοχάμεντου ζει τον απόλυτο παραλογισμό (μπροστά του ο Γιόζεφ Κ. στη «Δίκη» του Κάφκα μοιάζει σαν να έκανε μια βόλτα στο πάρκο εν αιθρία): βρίσκεται πίσω από κάγκελα δίχως να έχει καταδικαστεί για κάποιο αδίκημα. Πάνω στο σώμα του έχουν χαρτογραφηθεί όλοι οι δυνατοί και αδύνατοι ανθρώπινοι πόνοι από τη στιγμή που έχει υποβληθεί σε ποικίλα και ευλόγως απάνθρωπα βασανιστήρια. Η δε ψυχή του, κουρελιασμένη από τις ταπεινώσεις και το άλογο της περιπέτειάς του, προσπαθεί να ισορροπήσει εν μέσω της τρέλας που αντιμετωπίζει καθημερινά.

Ο Μοχάμεντου, έχοντας ζήσει και εργαστεί στη Γερμανία και στον Καναδά, επιστρέφει το 2002 στην πατρίδα του και στους οικείους του, αλλά από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η παράλογη περιπέτειά του. Η φρενίτιδα των ΗΠΑ, έτσι όπως προέκυψε μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, τον συμπαρέσυρε σαν κλαδάκι στη φουρτούνα. Η βασική κατηγορία εναντίον του ήταν ότι υπήρξε μέλος της Αλ Κάιντα, την περίοδο που η οργάνωση συνέπλεε με τις ΗΠΑ, και πολέμησε στο Αφγανιστάν κατά των κομμουνιστών εχθρών. Κι αν εκείνη η περιπέτεια θα μπορούσε να ήταν τίτλος τιμής που οι Αμερικανοί θα επικροτούσαν, οι μετέπειτα συνθήκες άλλαξαν εντελώς τα πράγματα. Οι ΗΠΑ αποδύθηκαν σε ένα κυνήγι μαγισσών όπου ο κάθε μουσουλμάνος θεωρούνταν οιονεί τρομοκράτης και συνεργάτης του Μπιν Λάντεν. Ο Μοχάμεντου καταχωρήθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες ως «μεγάλο ψάρι» και άνθρωπος που τροφοδοτούσε την οργάνωση με νέους πολεμιστές. Μπορεί να μην κατηγορήθηκε ποτέ για συμμετοχή στην 11η Σεπτεμβρίου, αλλά αυτό δεν τον γλίτωσε από τον κυκεώνα.

Από τη Μαυριτανία στην Ιορδανία και από εκεί στο ενδιάμεσο κέντρο κράτησης του Μπαγκράμ για να καταλήξει στο δαντικής έμπνευσης Γκουαντάναμο, ο Μοχάμεντου κρατείται ακόμη και αν δεν του έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία και κανένα στοιχείο δεν έχει βρεθεί στην πορεία που να τον ενοχοποιεί ευθέως. Τι κι αν ένας Αμερικανός δικαστής βρέθηκε να τον απαλλάξει από τις κατηγορίες; Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πήρε πίσω την αθωωτική απόφαση και τον έχωσε ακόμη πιο βαθιά στο φλεγόμενο ηφαίστειο. Το συγκεκριμένο βιβλίο επέχει τη θέση συγκλονιστικής πανανθρώπινης μαρτυρίας για τον βαθμό της αποκτήνωσης και της βίας που μπορεί να επιβάλει ο άνθρωπος στον άνθρωπο. Γράφτηκε κυριολεκτικώς με το αίμα του και χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να αποχαρακτηριστεί και να παραδοθεί στην παγκόσμια κοινότητα. Προηγουμένως πέρασε από την κρησάρα της λογοκριτικής μηχανής των μυστικών υπηρεσιών (η ελληνική έκδοση διατήρησε όλα τα μαύρα σημάδια της λογοκρισίας και δεν είναι λίγα). Κι όμως, κάτω από αυτές τις συνθήκες, το βιβλίο του είναι ένα μνημείο ευθυκρισίας, ανθρωπιάς, λογικής σκέψης και μετριοπαθούς στάσης. Ο Μοχάμεντου δεν εξαπολύει επίθεση εναντίον των βασανιστών και των πρακτόρων που τον υπέβαλαν σε σκληρά βασανιστήρια και απάνθρωπες ανακρίσεις. Προσπαθεί να τους καταλάβει, να συνειδητοποιήσει τι του συμβαίνει – υπάρχουν φορές που επιστρατεύει ακόμη και το χιούμορ για να εκθέσει την άκρως μειονεκτική θέση του. Είναι ξεχασμένος από όλους σε έναν τόπο που είναι σαν τρύπα στο χάρτη. Δεν διστάζει να μιλήσει για δεσμοφύλακες που τον πλησίασαν με μια ελάχιστη χροιά ανθρωπιάς. Που συνομίλησε μαζί τους, που τον βοήθησαν έστω και κατ’ ελάχιστον, αλλά δεν διστάζει –με την απόλυτη αποστασιοποίηση– να μιλήσει για τα απηνή βασανιστήρια (όλων των ειδών) στα οποία υποβλήθηκε. Το «Γκουαντάναμο» είναι… καταδικασμένο να διαβαστεί από όσους θέλουν να κατανοήσουν τον παράλογο πόλεμο των ΗΠΑ και των τζιχαντιστών και να διαπιστώσουν πως τα πραγματικά θύματα είναι οι πραγματικά αθώοι. Έχει την ίδια και –ίσως– μεγαλύτερη αξία από το «Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ» του Σολτζενίτσιν ή το «1984» του Όργουελ. Είναι μια γροθιά που αν θέλει κάποιος να λέγεται άνθρωπος πρέπει να τη δεχθεί ασμένως – ειδικά αν δεν επιθυμεί να ζει σε ένα νέφος ψεύτικης ευζωίας.

Το βιβλίο συνοδεύεται από ένα αναλυτικό σημείωμα του Αμερικανού επιμελητή και ακτιβιστή Λάρι Σιμς που πάλεψε με τα «θηρία» μέχρι να καταφέρει να οργανώσει τα χειρόγραφα του Μοχάμεντου και να τα σχηματοποιήσει σε βιβλίο.

Η μετάφραση ανήκει στον Χρήστο Καψάλη.