Μνήμης καμώματα

«Ήταν τα χρόνια που είχαμε όλη τη ζωή μπροστά μας, τα χρόνια που νομίζαμε πως ο κόσμος όλος μπορούσε να γίνει δικός μας», σελ. 14

Βόλος, 1975. Ο αριστεροπόδαρος Ζερβής, ο σωσίας του τραγουδιστή των Rolling Stones Μικ, ο ψαρομούρης Μπράσκας και ο κάθε άλλο παρά μεγαλόσωμος Αχιλλάκος. Τέσσερα παιδιά από χωριά που φοιτούν στο γυμνάσιο και μένουν σ’ ένα εκκλησιαστικό οικοτροφείο.

Ποδόσφαιρο στις αλάνες, τσιγάρα στα κλεφτά, φραπέδες στο καφενείο του κυρ Μήτσου, κοπάνες από το σχολείο, νεανικοί έρωτες. Καθημερινά μπάνια με τους κολλητούς στη θάλασσα το καλοκαίρι, ατελείωτες πλάκες. Και ακόμα, κρυφτούλι με τον «αντιπαθητικό» διάκο του οικοτροφείου, καυγάδες με τους άλλους οικότροφους. Ανεμελιά.

Είναι η εποχή της αθωότητας, της ξεγνοιασιάς.

Η καθημερινότητά τους σε παράλληλη αφήγηση με το χρονικό της εξαφάνισης ενός συμμαθητή τους – και τον πνιγμό του εντέλει. Οι έρευνες, οι ανακρίσεις, οι κατηγορίες. Ήταν ατύχημα ή μήπως εγκληματική πράξη; Υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες και ποιοι ήταν αυτοί; Τι συνέβη πραγματικά εκείνη τη μέρα; Ποιοι οι υπαίτιοι;

Και, ξάφνου, η εποχή μετατρέπεται σε εποχή των ευθυνών.

«Για ό,τι έγινε στη θάλασσα εκείνο το καλοκαίρι όσα χρόνια κι αν πέρασαν δεν άνοιξαν το στόμα να πουν το παραμικρό, ακόμα και να το συζητήσουν μεταξύ τους, έστω απ’ το τηλέφωνο», σελ. 13.

Θέμα του «Γάλα μαγνησίας» του Κώστα Ακρίβου είναι η εφηβεία. Και η μνήμη. Το τότε σε αντιπαραβολή με το σήμερα. Τι πραγματικά συνέβη τότε και τι θυμούνται οι ήρωες σήμερα; Μήπως η μνήμη άλλα γεγονότα τα εξωραΐζει και άλλα τα αλλοιώνει προς το χειρότερο; Γιατί δεν μπόρεσαν ποτέ να ξεπεράσουν το συγκεκριμένο συμβάν, που σημάδεψε τη ζωή τους και καταδίκασε το μέλλον τους;

Μια στιγμή αρκεί, ένας λόγος, μία πράξη που κάνεις –ή που δεν κάνεις– αρκούν για να κοπεί η ζωή σου στη μέση. Και όλα, όσα ονειρευόσουν, να πάψουν να υφίστανται, να πάψουν να έχουν οποιαδήποτε σημασία. Κι εσύ να παραμείνεις αδρανής, αμέτοχος σε όλα, αδιάφορος. Να ζεις με τις ενοχές και τις αμφιβολίες, με το μέλλον –και το παρόν– κατεστραμμένο.

Το «Γάλα μαγνησίας», με τις σελίδες του να ξεχειλίζουν από τη μαγική ατμόσφαιρα της εποχής της δεκαετίας του ‘70, μεταφέρει τους αναγνώστες σε κείνη τη
«μαγική» εποχή. Ένα βιβλίο όπου πρωταγωνιστούν η νοσταλγία και η μνήμη – με όλα της τα τερτίπια και τις προεκτάσεις.