Μια στιγμή αδυναμίας…

Διακριτή θέση ανάμεσα στις νουβέλες του Στέφαν Τσβάιχ κατέχει ο «Φόβος». Μια ιστορία που ο συγγραφέας γράφει και ανατυπώνει περισσότερες από μία φορές ως ξεχωριστό έργο πριν τη συμπεριλάβει σε μια συλλογή διηγημάτων του, ενώ γνώρισε και μια κινηματογραφική μεταφορά υπό τον Ρομπέρτο Ροσελίνι με πρωταγωνίστρια την Ίνγκριντ Μπέργκμαν.

H Ιρένε είναι παντρεμένη με έναν επιτυχημένο δικηγόρο και μητέρα δύο μικρών παιδιών, απολαμβάνει όλες τις ανέσεις μιας εύπορης μεγαλοαστικής ζωής, που συνοδεύεται όμως από το αίσθημα μιας άνευρης ρουτίνας, μιας βαρετής και εφησυχασμένης καθημερινότητας. Έτσι, όταν της δοθεί η ευκαιρία, θα ενδώσει εύκολα στην αρχική γνωριμία και έπειτα στη σχέση με έναν νεαρό πιανίστα. Το διαμέρισμά του θα γίνει η ερωτική τους φωλιά και οι εβδομαδιαίες συνευρέσεις τους η καινούρια της συνήθεια.

Κι ύστερα θα έρθει ο φόβος. Κάθε φορά που αφήνει αυτό το διαμέρισμα η Ιρένε καταβάλλεται από μία ανυπέρβλητη αγωνία, φοβάται πως θα πέσει πάνω σε κάποιον γνωστό κατά την έξοδό της από το κτήριο, ανησυχεί πως τα βλέμματα των ξένων στον δρόμο αναγνωρίζουν το ένοχο μυστικό της. Ώσπου μια μέρα την περιμένει η πρώην αγαπημένη του εραστή της, μια λαϊκή γυναίκα που δείχνει αποφασισμένη για όλα, την κατηγορεί, την εκβιάζει, και η Ιρένε υποκύπτει. Καθώς η εκβιάστρια της αποσπά όλο και μεγαλύτερα ποσά για να μην αποκαλύψει την απιστία στον σύζυγό της, η Ιρένε βρίσκεται πιασμένη σε μια ανυπόφορη ψυχολογική κατάσταση, στο επίκεντρο ενός δαιδαλώδους ψυχολογικού θρίλερ. Κι ενώ μετεωρίζεται ανάμεσα στην ελπίδα μιας απρόσμενης λύτρωσης ή στη φρίκη ενός αναπόφευκτου τέλους, θα αρχίσει να βλέπει τη ζωή της με άλλα μάτια…

Στον «Φόβο» βλέπουμε για ακόμη μία φορά τον αριστοτεχνικό τρόπο που έχει ο Στέφαν Τσβάιχ να πλησιάζει στις διηγήσεις του όσο πιο πολύ γίνεται τα αισθήματα των ηρώων του, να αποδίδει κάθε σπασμό και κάθε σκίρτημα της καρδιάς τους. Μπορεί ο πυρήνας της ιστορίας του να μην είναι ιδιαίτερα πρωτότυπος –απηχεί κάτι από τη «Μαντάμ Μποβαρύ» ή την «’Άννα Καρένινα»– ωστόσο ο συγγραφέας αποφεύγει την κοινοτοπία και δημιουργεί μια αφήγηση που λειτουργεί ως ένα ψυχολογικό καλειδοσκόπιο. Ο ρυθμός της αφήγησής του, πολύ καλά μελετημένος, ευνοεί την ψυχολογική απόδοση της κάθε στιγμής που βιώνει η κεντρική του ηρωίδα, ενώ διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον καθώς ανεβάζει σταδιακά τα σκαλοπάτια της έντασης.

Η Ιρένε δεν είναι ερωτευμένη με τον εραστή της, απλώς αποζητά για μια στιγμή την περιπέτεια. Όταν όμως ξεσπά ο κίνδυνος παγιδεύεται στη σύγχυσή της και αφήνεται στις συναισθηματικές της παρορμήσεις. Παρόλο που εμπλέκεται σε μια τολμηρή πράξη, δεν μπορεί να διαχειριστεί το ρίσκο που αυτή επιφέρει, και αυτή είναι η αποτυχία της. Όταν επιστρέφει στην οικογενειακή της εστία, αυτοκυριαρχείται, προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχραιμία της, δεν μπορεί όμως να αποτρέψει την αλλαγή στη στάση και τη συμπεριφορά της, με αποτέλεσμα να τραβά τα ύποπτα βλέμματα του συζύγου της.

Είναι χαρακτηριστική η στιγμή που διαπιστώνει πως βρίσκεται μέσα σε έναν τυπικό γάμο, έχει αγαπήσει τον σύζυγό της αλλά δεν γνωρίζει πραγματικά τον χαρακτήρα του, πώς σκέφτεται εκείνος, πώς πρόκειται να αντιδράσει απέναντι στην απιστία της. Κι αρχίζει να τον παρατηρεί για πρώτη φορά, να αναπολεί το κοινό παρελθόν τους, τα λόγια και τις συζητήσεις τους, προκειμένου να τον καταλάβει πραγματικά. Έπειτα αντιλαμβάνεται πως τα παιδιά της μεγαλώνουν περισσότερο με την γκουβερνάντα τους παρά με την ίδια, πόσες μητρικές στιγμές έχει χάσει… Το τέλος ωστόσο δεν θα είναι προβλέψιμο, ο Τσβάιχ επιφυλάσσει μια έκπληξη στον αναγνώστη, σε όσα έχουμε διαβάσει μέχρι τότε.

Λειτουργώντας λοιπόν ως ένα ψυχολογικό «αστυνομικό» μυθιστόρημα ή ως μία σοφή ανατομία της ανθρώπινης φύσης, ο «Φόβος» εξετάζει με ενδιαφέροντα τρόπο διάφορα θέματα –την ενοχή, την εμπιστοσύνη, τον κοινωνικό στιγματισμό, την αλήθεια των ανθρώπινων σχέσεων, την παγιδευμένη ανθρώπινη φύση– μέσα σε ένα λογοτεχνικό σύμπαν απολαυστικά δοσμένο.