Ο ευρωπαίος Φίλιπ Ροθ
Μετά την τεράστια επιτυχία που είχε ο Χέρμαν Κοχ με το βιβλίο του «Το δείπνο», μεταφράστηκε στην Ελλάδα και από τις εκδόσεις Μεταίχμιο –οι οποίες είχαν κυκλοφορήσει και «Το δείπνο»– το επόμενο χρονολογικά βιβλίο του με τίτλο «Εξοχικό με πισίνα». Και αν πιστεύετε ότι στην πρώτη επαφή με τον Ολλανδό συγγραφέα ο πήχης μπήκε πολύ ψηλά και είναι δύσκολο να ξεπεραστεί, τότε μόλις διαβάσετε το δεύτερο μεταφρασμένο βιβλίο του σίγουρα θα βάλετε τον πήχη ακόμα ψηλότερα.
Ο Μαρκ Σλόσερ είναι ένας οικογενειακός γιατρός που έχει αρκετούς πελάτες, συχνά υποχόνδριους, όμως πάντοτε θα τους δώσει μια φαρμακευτική χείρα βοηθείας. Μέσα στη ρουτίνα του συναντά συγγραφείς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες και κάθε λογής καλλιτέχνες πέρα από τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους. Είκοσι λεπτά δίνει σε κάθε «άρρωστο» να πει το πρόβλημα του. Ο ίδιος συνήθως το πρώτο τρίλεπτο έχει καταλάβει περί τίνος πρόκειται και τα υπόλοιπα λεπτά πλανιέται με τη σκέψη του, αφήνοντας τον καθήμενο από την άλλη πλευρά του γραφείου να μιλάει.
Ένας από τους διάσημους πελάτες του είναι και ο Ραλφ Μέγιερ, σταρ της μικρής και της μεγάλης οθόνης, ο οποίος πηγαίνει στον Μαρκ για ένα πρόβλημα υγείας που μπορεί να αποδειχθεί σοβαρό ή απλώς τίποτα. Ο Ραλφ καλεί τον Μαρκ σ’ ένα γκαλά που διοργανώνει στο σπίτι του. Τότε ο Μαρκ, με την παραίνεση της συζύγου, αποφασίζει να πάει μαζί της, παίρνοντας μαζί και τις δυο τους κόρες. Το κλίμα είναι συμβιβαστικά καλό για τον Μαρκ και τη γυναίκα του, εν αντιθέσει με τις δυο κόρες του που φαίνεται να περνούν υπέροχα με τους δύο γιους των Μέγιερ που είναι κοντά στη δική τους ηλικία. Όμως, όταν ο Μαρκ συναντά τη γυναίκα του Ραλφ, νιώθει ένα σκίρτημα και το βράδυ αποκτά ενδιαφέρον. Ο Ραλφ καλεί τον Μαρκ και την οικογένειά του στο εξοχικό τους. Όμως η οικογένεια του Μαρκ αποφασίζει να κάνει κάμπινγκ.
Παρόλο που η γυναίκα του Μαρκ θέλει να περάσει οικογενειακώς τις διακοπές του στο ήρεμο κάμπινγκ, ο Μαρκ έχει φροντίσει να κλείσει θέση σ’ ένα κάμπινγκ κοντά στο εξοχικό των Μέγιερ, τους οποίους θα συναντήσουν τυχαία σ’ ένα εστιατόριο της περιοχής. Οι Μέγιερ τους καλούν να κατασκηνώσουν στον κήπο τους και οι Σλόσερ δεν αργούν να δεχτούν. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα ένα ψυχολογικό γαϊτανάκι θα πλεχτεί ανάμεσα στους Σλόσερ και τους Μέγιερ, αλλά και σ’ ένα ζευγάρι που παραθερίζει στο εξοχικό, έναν μεγάλο σε ηλικία και διάσημο σκηνοθέτη κι ένα νεαρό μοντέλο. Κι ενώ όλα βρίσκονται σε τεντωμένο σκοινί, η μεγάλη κόρη του Μαρκ εξαφανίζεται…
Όπως και στο προηγούμενο βιβλίο του, έτσι και σ’ αυτό ο Herman Koch γράφει σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, βιώνοντας τα γεγονότα από την πλευρά του Μαρκ. Η γλώσσα είναι μεστή και οι διάλογοι κοφτοί χωρίς πολλές φιοριτούρες, προωθώντας την εξέλιξη της ιστορίας, αλλά και στοιχειοθετώντας πειστικότερα τους χαρακτήρες. Πρόσωπα που γίνονται οικεία στην εξέλιξη της ιστορίας και γεγονότα που θα μπορούσαν να έχουν συμβεί στον οποιονδήποτε θέτουν εύκολα τον αναγνώστη στη θέση των ηρώων. Όμως το στοιχείο εκείνο που απογειώνει κυριολεκτικά το βιβλίο είναι ο κυνισμός και το σκωπτικό χιούμορ του συγγραφέα. Υπάρχουν φράσεις στις οποίες ο αναγνώστης θα γελάσει και την επόμενη στιγμή θα αναρωτιέται για το ποιόν του ανθρώπινου είδους. Οι σκέψεις του αφηγητή και πρωταγωνιστή, το ενδότερο Εγώ του, που δεν αποκαλύπτεται συχνά στην οικογένειά του ή σε τρίτους, είναι το σπουδαιότερο συστατικό στοιχείο του βιβλίου, που, υπό τη μαεστρία του Koch, αποτελεί μία από τις πιο ρεαλιστικές απεικονίσεις της ανθρώπινης ψυχής.
Ένα βιβλίο που, όσο το διαβάζεις, τόσο καταδύεσαι σ’ έναν κόσμο όπου κρύβονται τα σκοτεινά σημεία της ανθρώπινης υπόστασης. Κάθε σελίδα που αφήνεις πίσω νιώθεις να σκίζεται από το βιβλίο και να σε καλύπτει με τον μανδύα του αληθινού ψυχορραγήματος, παρουσιάζοντας έναν κόσμο ακόμα πιο ρεαλιστικό απ’ όσο πολλές φορές θέλουμε να τον δούμε κι εμείς οι ίδιοι.