Η γυμνή αλήθεια της κάθε πλευράς

Στη Δ. Φ.

Στη Χ. Φ.

«Κάθε φορά που πέφτω, ζω ξανά ένα ψέμα. Δεν κάνω φίλους, γνωστούς κάνω. Δένομαι μαζί τους επειδή ψαχνόμαστε για το ίδιο πράγμα» σελ. 14

«Η ζωή σου όλη ένα φευγιό, αδερφέ μου» σελ. 80

Εξαρτάται. Ο αδερφός σου, ο σύντροφός σου, ο γιος ή η κόρη σου, κάποιος από τον άμεσο ή έμμεσο κύκλο σου. Εξαρτάται. Πώς το βιώνεις εσύ; Πώς νιώθεις; Πώς το αντιμετωπίζεις; Τι αισθάνεσαι; Εξαρτάται. Εκείνος ή εκείνη. Αλλά σε παίρνει η μπάλα κι εσένα.

Εξάρτηση-συν-εξάρτηση. Πόσοι άραγε είναι αυτοί που «ταλαιπωρούνται» μαζί με τον εξαρτημένο; Με τα χέρια ουσιαστικά δεμένα, δίχως επιλογή, με μοναδικό «σκοπό» να σώσουν τον άνθρωπό τους; Προορισμένοι να υποφέρουν και να πονούν εξίσου με τον χρήστη;

Στο προσκήνιο του βιβλίου Εξαρτάται: Μια ιστορία ζωής δίπλα στην εξάρτηση της Μαρίας Μαυρικάκη βρίσκεται το θέμα της εξάρτησης από τις ουσίες και στο background, η ελληνική κοινωνία, η νοοτροπία της, η ζωή της, τα πιστεύω, οι επιθυμίες και τα θέλω της. Και η αθάνατη ελληνική οικογένεια που πάντα υπομένει μέχρις εσχάτων. Μέσα από τη ζωή μιας λαϊκής οικογένειας κάπου στο Περιστέρι –της πατρικής οικογένειας της ίδιας της συγγραφέως, αφού πρόκειται για βιωματική αφήγηση– που παλεύει να επιβιώσει, μεροδούλι μεροφάι. Ο γιος, από έφηβος ακόμα, μπλέκει με τις ουσίες, όσο πάει πέφτει και στα πιο σκληρά. Τι μέλλει γενέσθαι;

Ένα «οδοιπορικό» στον κόσμο της εξάρτησης. Από την αρχή μέχρι το τέλος – το τέλος του πένθους αλλά και της ανακούφισης από την αγωνία. Διά στόματος του Άκη, του ίδιου του χρήστη, και διά στόματος της αδερφής του και των φίλων του, του ξαδέρφου του, της πρώην κοπέλας του. Καθένας μιλάει τη δική του «ιδιόλεκτο», πιο χύμα, πιο εκλεπτυσμένα, στοχευμένα και σταράτα, με απλά λόγια, τύπου «χώσιμο» κ.ά. Καθένας περιγράφει τη ζωή του, τα πώς και τα γιατί του, τα θέλω του. Όλα σε συνάρτηση με τη ζωή και την κατρακύλα του χρήστη.

Ο χρήστης πώς το αντιλαμβάνεται όλο αυτό; Η ζωή του μέσα στις ουσίες, οι προσπάθειες απεξάρτησης, η ένταξη σε προγράμματα, η άτακτη φυγή, επανειλημμένως, η κάθε «καθαρή» νικήτρια μέρα, το ξαναματακύλισμα, η επιθυμία να τσακίσει τον εθισμό. Και παράλληλα, η αγωνία, η προσπάθεια των οικείων, οι συμβουλές, οι «δράσεις» και οι φοβέρες τους προκειμένου να τον βοηθήσουν να ξεφύγει. Από κάτι που δεν θέλει ουσιαστικά να (ξε)φύγει. Και οι ψυχολογικές προεκτάσεις όλου αυτού. Η λαχτάρα τους για κάτι καλύτερο, ο φόβος τους να μιλήσουν ανοιχτά γι’ αυτό, η εθελοτυφλία τους μπροστά σε αυτό που συμβαίνει, η άρνηση να το δεχτούν, η τελική αποδοχή, το σοκ που ακολουθεί. Και τώρα, τι; Κι έπειτα ο Γολγοθάς τους. Ο αέναος αγώνας τους ώστε να πάψει να ταλαιπωρείται, να πάψουν να τον βλέπουν να υποφέρει και να λιώνει, να τον «κάνουν καλά». Η συσσωρευμένη εντός τους κούραση κι έπειτα, όταν ο θάνατος έρχεται, όλα εντός τους να κραυγάζουν: «Ποιον θα φροντίζω τώρα;»

Και στην κραυγή της μάνας: «Γιατί, παιδί μου, δεν τον αφήνανε;» σελ. 101, να συνοψίζεται όλη η ουσία του βιβλίου αυτού.