Η αποσπασματικότητα της ποιητικής έκφρασης είναι (για τους μη πεζολογούντες) ανάλογη της σημαντικής των παγόβουνων, που προεξέχουν επιλεκτικά, όμως επιπλέουν, αφού ουδέποτε εδράζονται στα ριζά των ηφαιστείων. Με τούτο θέλω να πω ότι (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Διονύσιο Σολωμό) η ευλογία της «έμπνευσης», η μαγική εκείνη στιγμή όπου οι λέξεις συνδέονται με απρόβλεπτο και πρωτότυπο τρόπο για να δώσουν καινούργιο νόημα στον κόσμο, αλλά μετά πρέπει και να καταγραφούν αμέσως, τάχιστα, έτσι ώστε να μην αλλοιωθεί η ποιητική ιδιόλεκτος από το αριστερό ημισφαίριο της Λογικής, η οποία όλα τα αναλύει κάνοντάς τα «φύλλο-φτερό»… Με τούτο θέλω να πω ότι η ευλογία της «έμπνευσης» (για όσους την παραδέχονται, την καταδέχονται, την υποδέχονται και στήνουν ευήκοον ους) προσιδιάζει σε προφήτες μάλλον παρά σε κοινούς ανθρώπους που εργάζονται πυρετωδώς στην Ελλάδα της Κρίσης για να πληρώσουν λογαριασμούς και να διεκπεραιώσουν τα τρέχοντα χωρίς να τα σπρώξουν κάτω από το χαλί. Με τούτο θέλω να πω ότι, ακολουθώντας τη διάκριση των αρχαίων Λατίνων θεωρητικών της Λογοτεχνίας, υπάρχουν ποιητές προφήτες (Poeta vates) και ποιητές τεχνίτες (Poeta faber) χωρίς να αποκλείονται και τα υβριδικά είδη. Φυσικά και είναι απολύτως σχηματική αυτή η κατάταξη, ας τη θέσουμε όμως ως υπόθεση εργασίας.
Ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς, γεννήθηκε το 1960, είναι διπλωματούχος χημικός μηχανικός του Πανεπιστημίου Πατρών, επιχειρηματίας και οικογενειάρχης. Εξέδιδε επί χρόνια το περιοδικό Ελί-τροχος, όπου φιλοξενήθηκαν πολλές άστεγες ελληνοκεντρικές κι ανθρωποκεντρικές πρωτότυπες φωνές.
Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες και είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Καταξιωμένος λοιπόν επιστήμων, επαγγελματίας, οικογενειάρχης και λογοτέχνης φαίνεται σαν να κινείται μεταξύ Poeta vates και Poeta faber. Αυτό προσδίδει μορφολογικά κι υφολογικά στην ποίησή του μια κάποια αποσπασματικότητα, δίκην ποιητικού ημερολογίου, του οποίου κάποια εκλεκτά φύλλα έχουν μουντζουρωθεί και ξαναγραφεί και καθαρογραφεί άπειρες φορές προτού να παραδοθούν στα αδηφάγα μάτια του επαρκούς (ή και ομότεχνου) αναγνώστη. Αυτή η επιμέλεια δεν οδηγεί αναγκαστικώς σε καλλιέπεια, αφού η λογοπλαστική ιδιόλεκτος και το εικονοκλαστικό σπάσιμο της καθεστηκυίας σύνταξης της ελληνικής γλώσσας αποτρέπουν τη μηχανική ανάγνωση και διαφοροποιούν α-τονικά τη μουσικότητα του στίχου, προκαλώντας διαρκώς έκπληξη, όχι όμως διά της αντιθέσεως, αλλά διά της μεταθέσεως λέξεων και νοημάτων ώστε να διεγείρουν την περιέργεια συνδημιουργικών εγκεφάλων, οι οποίοι επιθυμούν να πλάσουν το δικό τους έργο τέχνης άμα τη αναγνώσει αυτού του πολυποίκιλου κι ενδιαφέροντος βιβλίου.
Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι στον τόμο αυτό συστεγάζονται τρεις ποιητικές συλλογές: Οι πρόγονοι στα ιερά του Μελάμποδα, Οι γεννήτορες στη νήσο των Σπετσών, Οι συγγενείς στα ιαματικά νερά της Αιδηψού. Ο ίδιος δηλώνει ότι σπάζοντας τη σιωπή του κι αντί να βγάλει τρία βιβλία προτίμησε να καταθέσει αυτή την ανάσα ψυχής σε έναν κομψό, ευσύνοπτο και υπέροχα εικονογραφημένο τόμο, χάρη και στον εικαστικό Γιάννη Στεφανάκι, εκδότη του περιοδικού «Νέο Επίπεδο», που χάρισε σχέδιο ειδικά δημιουργημένο για αυτή την έκδοση.
Στο επίπεδο της θεματολογίας, κυριαρχεί η Ελλάδα, η παιδική αθωότητα και ο εφηβικός πανερωτισμός, ως ανάγκη απεμπολήσεως του εγώ κι ενώσεως με τη Φύση έτσι ώστε να επιτευχθεί η εκστατική ένωση με το Όλον, την οποία μπορούν να βιώσουν μόνον οι μύστες, Ορφικοί και Πυθαγόρειοι, Διονυσιακοί και Βακχικοί (ορθώς το διαχωρίζει ο ποιητής). Αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται για ένα μυστικιστικό ή απόκρυφο βιβλίο, παρ’ όλο που πολλοί κώδικες χρήζουν αναλύσεως και μεταφράσεως. Αντιθέτως, κυριαρχεί το Ελληνικό Φως, ως αντίστιξη στο «σκότος που ωριμάζει» (τι ωραία σύλληψη!).
Στο επίπεδο της υφολογίας, η μεταμοντέρνα απλότητα βοηθάει στην ψηφιδοποίηση εμπειρίας και εμπνεύσεως.
Η ιδιόλεκτος, πεποικιλμένη κι επεξεργασμένη τεχνηέντως.
Η ρυθμολογία ακολουθεί τις σπασμένες αρμονίες της σύγχρονης υπερτονισμένης α-τονικότητας.
Στο διαλεκτικό επίπεδο, ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς βάλλει κατά της κακομασημένης κι άτσαλης εισαγόμενης Κοινωνίας της Αφθονίας κι ευαγγελίζεται την καταστροφή που θα επιτρέψει την Αναγέννηση των εποχών. Παραπέμπει μάλιστα στον Αντώνη Σαμαράκη, χαρακτηρίζοντάς τον δάσκαλο κι ενστερνίζεται την προτροπή του ότι πρέπει να γίνουμε όλοι «πατροκτόνοι» και «μητροκτόνοι» προκειμένου να αποφύγουμε την επανάληψη παθογενειών της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Είναι σαφώς πολιτική η στάση τού ποιητή κι αυτό τον καθιστά όχι απλώς σύγχρονο, αλλά μάχιμο και μαχόμενο. Κατατάσσεται (και το αποδέχεται) στη λεγόμενη γενιά τού 1980, όμως κατά τη γνώμη μου δεν την ακολουθεί, αφού εκεί κυριαρχεί η αποπολιτικοποίηση, ο ευδαιμονισμός και ο χαυνωτικός ηδονισμός τού ιδιωτικού.
Είναι πολύ ενδιαφέρον και προκλητικό αυτό το αμάλγαμα των τριών συστεγαζομένων ποιητικών συλλογών-ενοτήτων. Δώρο ζωής στους ασθμαίνοντες σκότος.
Ενώ συνήθως με εξαντλεί η αναλυτική ανάγνωση, εδώ ήθελα κι άλλο. Σημείωσα στο περιθώριο γνωμικά, διάλεξα ιδέες, χάρηκα πρωτόγνωρες εικονοποιήσεις και ανθολόγησα δύο ή τρία ποιήματά του από τα οποία θα καταλήξω σε ένα για τον τόμο «Τα ποιήματα του 2016».
Για την ώρα σταχυολογώ κάποιες εκλάμψεις όπως: «τις επτά ταριχεύσεις του Εγώ» (σελ. 17), «Ο τρόπος των ανθρώπων / πάντοτε / είναι ο ίδιος με αυτόν που ορίζουν / οι θεοί» (σελ. 23), «νεογέννητος ακόμα ο αοιδός χρόνος μου» (σελ. 25), «Βέβαια, άλλοτε με το φως και / άλλοτε με το σκοτάδι γράφουν / τις αξίες του Εγώ, / πάντα όμως με το πρώιμο γαλάζιο / γράφουν το Εμείς και ας είναι / ακόμα νύχτα» (σελ. 27), «τριζόνια / στις ήττες της γλώσσας / του Ρωμανού του Μελωδού» (σελ. 30)… Και το υπέροχο: «Μονολογούσε, / ο Περικλής Γιαννόπουλος / δεν αυτοκτόνησε / στη λιμνοθάλασσα του Σκαραμαγκά, / απλώς / δημιούργησε την αυτοκτονία της λίμνης / στο κορμί του. / Αιώνες τρεις / μετά την πρωία / της ταφής του» (σελ. 33).
Κι ένα ποίημα από τη σελίδα 34 με τίτλο:
«Η Μοναξιά του Νικολάου Καρούζου»
Ο Νίκος Καρούζος μιλούσε συχνά για τη ζωή όπως άκουγαν τα πουλιά τους ανέμους.
Ο Έντγκαρ Ντεγκά μιλούσε πολύκαλά για το σώμα και σίγουρα για την ψυχή τών χορευτριών του στη λίμνη τών κύκνων.
Αφύλαχτη είναι η ψυχή όταν τη βρίσκει ο βοριάς τής μοναξιάς έγραφε κάπου σε ένα μάρμαρο ο Γιαννούλης Χαλεπάς.
Όσο υπάρχει Ιόνιο, Αιγαίο, Άθως, δεν πρόκειται να χαθούμε ανέφερε ο παππούς Οδυσσέας Ανδρούτσος και επανέλαβε με τον τρόπο τών Βυζαντινών Ελλήνων ο Νικόλαος Καρούζος: Ήξερα για το πώς και το γιατί τών ύμνων για τους αγέρηδες τών πελάγων τών Ελλήνων.
Με αυτούς, είπε ο Γιάννης Τσαρούχης, ας κεντήσουμε και πάλι τις σημαίες τών ερώτων μας.