Ποίηση ιδεαλιστική, ρομαντικά υλιστική, απογειωμένα πραγματιστική, με όλα τα στερεότυπα που δόξασαν τους ποιητές μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και μέχρι την πτώση της Χούντας των συνταγματαρχών. Εξιδανικευμένοι ανεκπλήρωτοι έρωτες, η Φύση που ακόμα τότε ευωδίαζε χωρίς νέφος και χημικά πρόσθετα, μόνον αεροψεκασμοί για τον δάκο και με DDT για τα ζωύφια. Μόνο που το μικρόβιο της Ποίησης δεν κατάφερε να το εξολοθρεύσει, γιατί είναι βαθιά πλεγμένο στις δίδυμες βιοενεργειακές έλικες του Έλληνα, που ζητάει αενάως να συμπορευτεί με το Άφατο και να δεξιωθεί το Άχωρο. Αυτή η μεγαλοσύνη επιβιώνει ανεξαρτήτως ποιητικής δεινότητος, ακόμα και εις τα πρωτόλεια αφανών ποιητών, που το μόνο που τους μέλλει είναι μια μετοχή Αθανασίας, το εισιτήριο για τα ακασικά αρχεία, εκεί που με το ανεξίτηλο πέμπτο στοιχείο του αιθέρα εγγράφονται οι οιμωγές και οι κραυγές μας. Ναι, ο ολάνθιστος Κήπος με τις νεράιδες και τα καλόγνωμα ξωτικά μετετράπη τον εικοστό αιώνα σε Κοιλάδα των Δακρύων. Τόσοι πόλεμοι, τόσες σφαγές, τόση μα τόση άμετρη κι απροσμέτρητη αναλγησία! Το μίσος κατεδάφισε τα πάντα κι απέμειναν οι ποιητές να ψελλίζουν στα ερείπια ξόρκια κι επωδούς σε μια γλώσσα χαμένη στα σκονισμένα χρονοντούλαπα της Ιστορίας. Γιατί η Ποίηση φιλοτεχνείται με θωπείες και βλέμματα, με τόνους κι ημιτόνια μιας άφατης τρυφερότητας, της κατάφασης προς τη Ζωή, της ένωσης με το Όλον, το λυτρωτικό, σωτήριον κι εξαγνιστικό κολύμπι της καταβύθισης, της εμβαπτίσεως του γυμνού, αθώου σώματος, εις τον Ωκεανό της Υλο-ενέργειας, ένθα πλέουμε όλοι γάργαροι αναζητώντας την οργόνη του Βίλχεμ Ράιχ, όπως ο γίγαντας Γκιλγκαμές αναζητούσε το λουλούδι της Αθανασίας για να ξυπνήσει από τον Θάνατο τον δίδυμο αδελφό του, όμως το φίδι επωφελήθηκε από τον κάματο του ήρωα κι ημιθέου, άρπαξε το ελιξίριο και το κατάπιε. Έτσι η Κακία έγινε αλεξιθάνατη και το Μίσος ανεξόφλητον. Μόνον η Ποίηση μπορεί να σταθεί αντίδοτο σε τόση σκοτεινιά. Τόσο δηλητήριο κυλάει στις φλέβες της Ανθρωπότητας κι οι Ποιητές αναλαμβάνουν οικειοθελώς κι ανιδιοτελώς να το μεταβολίσουν εις οιστρογόνον. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος και δεξιοτεχνίας, η λεπτουργία τους αυτή των αισθημάτων (βιωμένων ή φαντασιακών) αναδεύει τον σαχλό πολφό στα ελώδη υποστρώματα του Συλλογικού Ασυνειδήτου, εκεί που βυθίζουν τα πάλλευκα κι υποκίτρινα νούφαρα τους χοντρούς τους μίσχους για να αντλήσουν αναψυκτικόν αφέψημα και πρόσφορον υλικό διά την έμπνευσίν των. Ο Φειδίας χρειάζεται το λευκό μάρμαρο, που η ζηλόφθονος Γη κρατάει βαθιά στη λασπωμένη, στη ματωμένη, στη βορβορώδη αγκαλιά της….

Αυτές οι σκέψεις μού εγεννήθησαν μελετώντας επισταμένως την ποιητική συλλογή του Γαβρίλη Ιστικόπουλου «Συνομιλίες» κι αφήνοντας το λογικό μου να παρασυρθεί από το θυμικό σε έναν διονυσιακό χορό ελεγχόμενης βακχείας… Ακούστε τον σε ένα λυρικό ποίημα ποιητικής (τόσον δημοφιλές το είδος εις τους συγχρόνους ποιητάς, διανοουμένους κι αδιανόητους).

«Τον ποιητή μην τον σκοτώνεις

 

Τον ποιητή μην τον σκοτώνεις.

Σκοτώνεται από μόνος του.

Αυτή είναι η μοίρα του,

αυτή κι η φαντασίωση του.

Το μόνο που ξέρει καλά

είναι ότι δεν ξέρει τίποτα.

Μόνο να νιώθει ξέρει.

 

Με αλλεπάλληλους

θανάτους και αναστάσεις

πηγαινοέρχεται στο τίποτα και στο όλο

όπως ένας γλυκός αναστεναγμός.

Φορές, πονάει όπως το κούτσουρο

χτυπημένο από γερό τσεκούρι.

Καιροφυλακτεί πριν το άλφα

Καραδοκεί μετά το ωμέγα

Απεχθάνεται την γνώση της Γνώσης.

 

Ερωτεύεται πεισματικά τις λέξεις του,

όπως ο φυλακισμένος

τα σύνεργα της απόδρασης του

Για ν’ αποδράσει λέει μαζί τους

μες από μία τόση δα σχισμή,

παθιασμένα ερωτευμένος με το Φως.

Γαβρίλης Ιστικόπουλος / Από τη συλλογή ‘’Συνομιλίες”, 4 – 10 – 2014».

Όπως βλέπετε κι από μόνοι σας, η μαρτυρία ενός θεράποντος της Μούσης Ερατούς είναι πλέον ή αρκετή και δεν χρήζει σχολιασμών κι επεξηγήσεων. Σας αφήνω στην απόλαυση της μουσικότητας του λόγου του, με ένα άλλο χαρακτηριστικό ποίημα διά χειρός Γαβρίλη Ιστικόπουλου.

«17 Νοέμβρη 1973

 

Σήμερα,

Κάποιες χιλιάδες μέρες

από τότε,

και χιλιάδες αξέχαστων

μοναδικών στιγμών ζωής,

θα Σε πάρω απ’ το χέρι

να περπατήσουμε μαζί

στον κόσμο

που ονειρευτήκαμε.

Κι εκεί, μέσα

στην κρυστάλλινη θαλπωρή

του Ονείρου μας,

θα σου μιλήσω

απ’ την αρχή

να ετοιμαστούμε.

 

Όμως πριν, θέλω

να βρεις το κουράγιο

να δείξεις στο Φως,

το μαύρο που σου φόρεσαν.

 

Μόνο Εκείνο πια

μπορεί να Σε νιώσει.

Άλλωστε Εσύ,

ποτέ δεν ήσουν

για τέτοιες εμφανίσεις.

Γαβρίλης Ιστικόπουλος /  ‘’Συνομιλίες’’, 17 – 11 – 2014».

Και φτάνουμε πλέον εδώ στην περίφημη «γενιά του Πολυτεχνείου», στα φαντάσματα και στις φαντασιώσεις, στους εξανδραποδισμούς και στις εξαργυρώσεις. Αργυραμοιβοί και ενεχυροδανειστές έκαναν τη δουλειά τους, δόξασαν το σινάφι., απομακρύνθηκαν από το ταμείον έχοντας στις τσέπες όλο το περιεχόμενό του. Διαπλοκές στους παραδρόμους της Εξουσίας, βυζαντινές ίντριγκες, εξοντώσεις των διαφορετικών, των «ξένων», των αυθορμήτων, των ειλικρινών, των ορθοφρονούντων, εν τέλει…

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στον ποιητικό λόγο του Γαβρίλη Ιστικόπουλου. Κάτι θαλερό θα βρούμε εκεί, στην πτωμαΐνη που μας περικυκλώνει με την αποφορά της Κρίσης, που δεν ταυτίζεται δυστυχώς με τη Δευτέρα Παρουσία. Όχι ακόμα.

«Η Ποίηση είναι Επανάσταση

 

Αν δεν έχεις συνειδητά ταυτίσει ποιητή

την πνευματική και ψυχική σου ανάδυση στο Φως

μέσα απ την Αγάπη, την εγκατάλειψη του Εγώ

και την ενατένιση της Μόνης Αλήθειας,

αν δεν έχεις έρθει σε ανειρήνευτη και κάθετη ρήξη

με κάθε μορφής ανελευθερία και καταπίεση,

αν δεν έχεις νιώσει πως είσαι φτιαγμένος

από τα μικρά κι ασήμαντα πράγματα του κόσμου

και υπηρέτης πιστός της θείας Δημιουργίας

μέσα από την μέθεξη που ευαγγελίζεται

η μόνιμη αφιέρωση σου στο Μοίρασμα

και στην αλληλέγγυα Προσφορά με πράξεις,

αν δεν έχεις μεθύσει με το άλικο πιοτό

της μύχιας αγωνίας των συνανθρώπων σου,

δεν έχεις ιππεύσει τον Βουκεφάλα

του βαθιά κρυμμένου κι ατίθασου πόθου σου,

δεν έχεις ακούσει το μελαγχολικό τραγούδι

των χαμένων της Νιότης σου ερώτων

στις ακυβέρνητες των ονείρων της θάλασσες,

αν δεν έχεις πονέσει, φοβηθεί, παλέψει πολύ,

αν δεν έχεις αγαπήσει και αγαπηθεί πολύ,

και τέλος δεν έχεις χίλιες φορές πεθάνει

κι άλλες τόσες δεν έχεις αναστηθεί,

θέλω να ξέρεις ποιητή,

πως όσο μεγάλο κι αν σε λένε οι άλλοι,

όσο ταλέντο, όνομα και φαντασία κι αν διαθέτεις,

για τη δική μου ανήμερη καρδιά, πάντα μικρός θα είσαι.

Γιατί, καμία φαντασία, κανένα ταλέντο,

καμία εγκεφαλική λειτουργία δεν συγκρίνεται,

με το αέναο, καθημερινό, συναρπαστικό,

ερωτικό ταξίδι της ζωής για την Ζωή.

Η Ποίηση όπως κι ο Έρωτας είναι Επανάσταση!

 

Γαβρίλης Ιστικόπουλος / Από τη συλλογή ”Συνομιλίες”, 28 – 7 – 2014»

Μια κάποια ρητορική, στομφώδης και κατηχητική προδίδει εδώ το στρατευμένον του λογοτέχνη, που επιζητεί να αφήσει πίσω του έναν καλύτερο κόσμο κι όχι ένα ματαιόδοξα υπερτιμημένο έργο, όπως τόσοι άλλοι, διακριτοί και διακεκριμένα ματαιοκάματοι. Τους ταλαιπώρους!

Και κλείνω τη στοχαστική μας αυτή περιήγηση στο άγνωστο εν πολλοίς τοπίο του Γαβρίλη Ιστικόπουλου με ένα ποίημα για τον Έρωτα. Τα συμπεράσματα δικά σας.

«Ως πότε

 

Αρχέγονη

ουτοπία

του έρωτα
που γεννοβόλησες

μέσα μου

το φως,

ως πότε άραγε

θα σε πληρώνω

γράφοντας;

 

Γαβρίλης Ιστικόπουλος / Από τη συλλογή ”Εσύ του Έρωτα”».