Μεστός ποιητικός λόγος σε πεζογραφική μορφή. Συγγραφέας 28 εκδοθέντων βιβλίων, η καταξιωμένη λογοτέχνης και μέλος του ΔΣ της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών, η Σούλα Ροδοπούλου ανάλωσε τη ζωή της στην παιδαγωγική τέχνη κι επιστήμη. Μέλος επίσης του ΔΣ της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς και μέλος του Συλλόγου προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων. Έχει πάρει πέντε βραβεία και τρεις επαίνους.
Η βαθιά ανθρωπιά και τα ανθρωπιστικά της ιδεώδη, η λατρεία της ελληνικής γλώσσας και η παγκοσμιότητα του ανθρωποκεντρικού ελληνισμού που νοιάζεται για το μέτρο κι αποφεύγει την Ύβριν, διαφαίνονται τόσο στη συγγραφική ωριμότητα όσο και στο προσωπικό ήθος της ολοκληρωμένης πνευματικής υπάρξεως που γνωρίζει την τέχνη του ισορροπείν ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εμείς», στο «θέλω» και στο «δύναμαι», στο «είναι» και στο «φαίνεσθαι». Αυτή η φιλοσοφική διάσταση του έργου της δεν έχει ακόμα επισημανθεί, αφού η επίσημος κριτική «περί άλλων τυρβάζει και μεριμνά». Με αυτό δεν υπονοώ, αλλά δηλώνω σαφώς ότι δεν έχει γίνει κάποια σοβαρή κριτική προσπάθεια συνολικής αποτιμήσεως του έργου μιας πεζογράφου με σοβαρή και σταθερή παρουσία στα Ελληνικά Γράμματα. Σημεία των καιρών; Ό,τι δεν ψάχνει κανείς δεν το βρίσκει; Η ανάγκη της προσφοράς είναι άραγε για μερικούς ανθρώπους ισχυροτέρα από την καταμέτρησιν του «έχειν λαμβάνειν»; Δεν ξέρω. Είδαμε τόσες «χρυσές μετριότητες» να αυτολιβανίζονται και να ακκίζονται σαν επιτήδειες μαϊμούδες των πανηγυριών (ή «για τα πανηγύρια», για να είμαστε περισσότερον ακριβείς) που οι σοβαροί άνθρωποι παραγνωρίζονται, ακόμα κι όταν δεν παραπετιούνται. Κι είναι άλλο πράγμα να παρά-γνωρίζεις κάποιον κι άλλο να τον παραγνωρίζεις. Δεν επισημαίνω κάποιου είδους σκοπιμότητα, αλλά αν κρίνω από την ουσιαστική γραφή και το ήθος της ποιούσης ήθος διά της εντύπου και προφορικής εκφράσεώς της, τότε θα καταλήξω στο αβίαστο συμπέρασμα πως «δύσκολοι καιροί για συνετούς κι εχέφρονες λογοτέχνες». Κατισχύουν προσωρινώς οι έχοντες/έχουσες «τα μυαλά πάνω από το κεφάλι», οι υπερφίαλοι/ες και τα φελλοειδή που πάντα επιπλέουν…
Ας έρθουμε όμως στο έργο αυτό καθ’ εαυτό. Τόσον λεπτεπίλεπτα επεξεργασμένη ιδιόλεκτος που μοιάζει σχεδόν αβίαστη, καθημερινή λαλιά, σπανίως αντικρίζω στις συστηματικές αναγνώσεις μου. Έχεις σχεδόν την ψευδαίσθηση πως κρυφακούς την Ιστορία, μέσα από κάποια αδιόρατη χωροχρονική χοάνη. Η λεκτική οικονομία είναι επίσης απαράμιλλη. Ο «στακάτος» λόγος προαπαιτεί σοφία και βαθιά γνώση του γλωσσικού κώδικα. Ο ρυθμός είναι σχεδόν χορευτικός. Ο συναισθηματικός πλούτος του τριτοπρόσωπου αφηγητού και των ηρώων/ηρωίδων με τους/τις οποίους/οποίες καταπιάνεται αμιγώς στιβαρός και διόλου μελοδραματικός. Τέχνη κι αφοσίωση στο κοινωνούμενο νόημα. Τα επίθετα λιγοστά, όπως στους πολύ μεγάλους λογοτέχνες. Η ακρίβεια στην έκφραση είναι σημαντική για όσους πάλεψαν με τον λόγο μια ολόκληρη ζωή.
Δεν θα σας μεταγράψω κάποιο απόσπασμα, όχι γιατί θα προδώσω κάποιο «μυστικό» γραφής, αλλά γιατί θα προδώσω τη νεοκλασική αρχιτεκτονική του μυθιστορήματος. Ξέρετε, μερικά έργα του Λόγου είναι σαν τα οικοδομήματα: δεν μπορείς να τα προσεγγίσεις αποσπασματικά, μήτε κατεδαφίζοντάς τα μήτε κόβοντάς τα φέτες στο τραπέζι του λόγο-ανατόμου. Ίσως αυτή τη δυσκολία να συνάντησαν και άλλοι κριτικοί (περισσότερο βιαστικοί από εμένα) και να τα παράτησαν.
Έργο αξιομνημόνευτο κι άξιο να χαραχτεί για πάντα με ανεξίτηλα γράμματα στη Συλλογική Συνειδητότητα. Σούλα Ροδοπούλου, υποκλινόμεθα στον πνευματικό και λογοτεχνικό, παιδαγωγικό σου βίο και σου ευχόμεθα όλα τα συγγραφικά αγαθά…