Ανθρώπινος ωκεανός

Κάθε χρόνο εξαφανίζονται 23 άτομα κατά μέσο όρο από κρουαζιερόπλοια στη μέση του ωκεανού, χωρίς να αφήνουν πίσω τους κάποιο στοιχείο και φυσικά δίχως να βρεθεί πτώμα. Η εξαφάνιση-αυτοκτονία αποτελεί αγκάθι για τις πλοιοκτήτριες εταιρείες και έναν αέναο μετεωρισμό για τους ανθρώπους που μένουν πίσω.

Ο Μάρτιν Σβαρτς είναι μυστικός αστυνομικός που φτάνει τον εαυτό του στα άκρα προκειμένου να φέρει εις πέρας μια αποστολή. Ειδικότερα, μετά την αυτοκτονία της συζύγου και του γιου του πριν από πέντε χρόνια σε μια κρουαζιέρα. Κι ενώ έχει ολοκληρώσει μια δύσκολη επιχείρηση, εισάγοντας στον εαυτό του τον ιό HIV για να αποτρέψει ένα πάρτι θανάτου, χτυπάει το τηλέφωνό του. Μια ηλικιωμένη κυρία τον πληροφορεί ότι ένα κοριτσάκι που είχε εξαφανιστεί λίγες εβδομάδες πιο πριν από το ίδιο κρουαζιερόπλοιο πάνω στο οποίο είχαν αυτοκτονήσει οι δικοί του, επανεμφανίστηκε ξαφνικά, κρατώντας ένα αρκουδάκι στα χέρια της, το αρκουδάκι που άνηκε στον δικό του γιο. Ο Μάρτιν κλείνει εισιτήριο και επιβιβάζεται στο κρουαζιερόπλοιο προσπαθώντας να ξεπεράσει τις ανυπόφορες μνήμες που ξυπνάνε στα καταστρώματα όπου κάποτε αναζητούσε εξηγήσεις για τους λόγους που οδηγήσανε τη γυναίκα και τον γιο του να πηδήξουν από το πλοίο.

Ο Μάρτιν αναζητά το τι συνέβη στην οικογένειά του. Όμως, γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι για να φτάσει στα χνάρια της δικής του υπόθεσης πρέπει πρώτα να λύσει το μυστήριο με την εξαφάνιση και την επανεμφάνιση του κοριτσιού. Τότε, με τη συνδρομή της γιατρού του πλοίου, αλλά και του καπετάνιου, τον οποίο πρώτα γρονθοκόπησε για τη στάση που είχε κρατήσει στην υπόθεση των δικών του ανθρώπων, έρχεται σε επαφή με το κορίτσι από το οποίο όμως δεν μπορεί να μάθει τίποτα καινούριο, προσπαθώντας να απαντήσει στο πιο καίριο ερώτημα: πού βρισκόταν η μικρή κρυμμένη όλο αυτό το διάστημα.

Με κάθε νέο στοιχείο που ανακαλύπτει ο Μάρτιν η υπόθεση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο. Κανένας στο πλοίο δεν έχει δει ή ακούσει κάτι. Ή τουλάχιστον έτσι ισχυρίζονται. Όμως, ο Μάρτιν είναι σίγουρος ότι κάποιος γνωρίζει. Και το μόνο που πρέπει να κάνει είναι να βρει τον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην ταυτότητα του δράστη.

Ο Φίτσεκ για ακόμα μια φορά παρουσιάζει ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί. Στο γνώριμό του ύφος, με σύντομα κεφάλαια, χαρακτήρες που υπερβαίνουν τα όριά τους, πλοκή που σε κάθε γωνία σε σπρώχνει προς διαφορετική κατεύθυνση. Ο Φίτσεκ επιτυγχάνει και σ’ αυτό το βιβλίο να οδηγήσει τον αναγνώστη σ’ έναν φρενήρη ρυθμό, όπου οι χαρακτήρες καταλύουν κάθε ανθρώπινο όριο και ο αναγνώστης δεν μπορεί κυριολεκτικά να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του.

Χαρακτηριστικό της πλοκής είναι ότι δεν πρόκειται για μια ευθεία γραμμή, αλλά για τεθλασμένη όπου κάθε στοιχείο που αποκαλύπτεται μπερδεύει ακόμα περισσότερο. Οι χαρακτήρες στοιχειοθετούνται βασικά από τις κινήσεις και τις πράξεις τους, ωθούμενοι σε εξωσυμβατικά πλαίσια, καθώς το ανελέητο μοτίβο θολώνει τις σκέψεις και την κρίση τους. Το ψυχολογικό κομμάτι διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο τόσο στην ύφανση των ηρώων όσο και στην εξέλιξη της πλοκής.

Ο Φίτσεκ αποτελεί εγγύηση για αναγνωστική απόλαυση, καθώς κάθε του βιβλίο είναι ένα άρτιο μείγμα πλοκής, χαρακτήρων και αναγνωστικού ρυθμού.