«Δόξα τω Θεώ, μπορώ ακόμα να νιώσω κάτι…»
Δυστοπία, νεανική λογοτεχνία φαντασίας, τριλογία… είμαι σίγουρη ότι έχετε διαβάσει, αν είστε φαν του είδους όπως εγώ, ή έχετε δει να εκδίδονται, πολλά ανάλογα βιβλία – κι άλλες τόσες ταινίες. Αλλά ο «Νέος Κόσμος» του Chris Weitz –διάσημου σεναριογράφου, σκηνοθέτη και παραγωγού ταινιών όπως «The Twilight Saga: Νέα Σελήνη», «Μια καλύτερη ζωή», «Για ένα αγόρι (για την οποία ήταν υποψήφιος για το βραβείο Oscar σεναρίου), «Το αστέρι του Βορρά» και «American Pie»–, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό: προσωπικά με κράτησε σε αγωνία μέχρι την τελευταία σελίδα, και σε αναμονή για το επόμενο βιβλίο της σειράς (και ναι, την ταινία που θα σκηνοθετήσει ο ίδιος).
Γιατί είναι τόσο διαφορετικό; Πρώτα απ’ όλα γιατί συμβαίνει αν όχι τώρα, αύριο, ήτοι στο άμεσο παρόν και όχι σε κάποιο μακρινό μέλλον. Μια επιδημία εξοντώνει παιδιά και ενήλικες και αφήνει τους εφήβους όλου του κόσμου μόνους, επιτέλους ελεύθερους από γονείς και δασκάλους: τα πάντα τούς ανήκουν, ο νέος κόσμος ανήκει στους νέους. Το άγριο όνειρο κάθε επαναστατημένου εφήβου; Όχι ακριβώς…
Η κατάρρευση όλων των κοινωνικών και οικονομικών δομών δημιουργεί ένα χάος, όπου όλοι μάχονται εναντίον όλων. Οι μικρότεροι σε ηλικία απλά δεν επιβιώνουν για πολύ, οι μεγαλύτεροι είτε τρελαίνονται από το ψυχολογικό βάρος του τέλους του κόσμου και της απώλειας των αγαπημένων τους προσώπων, είτε από τα ναρκωτικά και τις καταχρήσεις στις οποίες επιδίδονται πλέον χωρίς κανέναν φραγμό. Οι πιο τυχεροί επιβιώνουν δημιουργώντας είτε ένοπλες ομάδες-συμμορίες είτε κοινότητες κοινοκτημοσύνης και συνεργατικής εργασίας. Αλλά ούτε κι αυτοί είναι ασφαλείς. Γιατί μόλις κάποιος παύει να είναι βιολογικά έφηβος, μόλις περάσει το κατώφλι της ενήλικης ζωής, η αρρώστια τον διεκδικεί και τον θερίζει… Ο νέος κόσμος είναι βίαιος και ανελέητος… Ούτε Γούντστοκ, ούτε Σάμερχιλ…
Σε αυτό το σκηνικό καταστροφής, μία ομάδα εφήβων που επιβιώνουν σε μια κοινότητα της Νέας Υόρκης, όπου διαδραματίζεται όλη η πλοκή, υποθέτουν, βρίσκοντας κάποιες επιστημονικές εργασίες, ότι ίσως υπάρχει μια θεραπεία για την ασθένεια. Και αποφασίζουν να βγουν από τη στοιχειώδη ασφάλεια της κοινότητάς τους, και να ψάξουν να βρουν περισσότερα στοιχεία. Να βγουν εκεί έξω στο «τρελάδικο»… όπου ο θάνατος είναι πάντα παρών, σε κάθε στροφή του δρόμου. Ένα ρίσκο που αποφασίζουν να πάρουν και είναι το έναυσμα για την αρχή της περιπέτειάς τους. Τα όσα θα ακολουθήσουν μέχρι το τέλος του βιβλίου, όπου θα συναντηθούν σε δραματικές συνθήκες ξανά με κάποιους ενήλικες που έχουν επιβιώσει, συνθέτουν μια ιστορία καταιγιστικής δράσης, που σε αφήνει με την αγωνία να μάθεις οπωσδήποτε τι θα ακολουθήσει…
Το γεγονός ότι το βιβλίο εκτυλίσσεται στη σύγχρονη εποχή, όχι στο μέλλον, ούτε σε κάποιο μυθικό τόπο, είναι ένα από τα μεγάλα ατού του κειμένου, το οποίο ο συγγραφέας χρησιμοποιεί πολύ έξυπνα και πειστικά: ο αναγνώστης πείθεται απολύτως ότι αυτό που διαβάζει θα μπορούσε να συμβεί αύριο το πρωί. Το δεύτερο μεγάλο πλεονέκτημα του βιβλίου, που έχοντας διαβάσει πολλά του είδους είμαι σε θέση να εκτιμήσω, είναι ότι τόσο οι χαρακτήρες των ηρώων, όσο και ο τρόπος που μιλάνε και συμπεριφέρονται, είναι αυτός των πραγματικών εφήβων στην αληθινή ζωή: ο συγγραφέας δεν λογοκρίνει τους ήρωές του προσπαθώντας να είναι πολιτικά ορθός ή να δημιουργήσει παιδαγωγικά πρότυπα, όπως συχνά συμβαίνει σε ανάλογα βιβλία. Γι’ αυτό ακριβώς και τους συμπαθείς, επειδή τους αναγνωρίζεις δίπλα σου ή σου θυμίζουν τον εαυτό σου στην εφηβεία, και σε μεγάλο βαθμό ταυτίζεσαι μαζί τους και τους ακολουθείς στην περιπέτειά τους.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι το βιβλίο δεν έχει μηνύματα και δεύτερο επίπεδο: σαφώς είναι μια ιστορία ενηλικίωσης, ένα δύσκολο πέρασμα από την εφηβεία στην ωριμότητα, στην οποία οι έφηβοι θα βρουν θετικά πρότυπα (η αλληλεγγύη της ομάδας, να αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου, να ρισκάρεις για εκείνους που αγαπάς, να αγωνίζεται για μια καλύτερη ζωή – ακόμα κι αν αυτό μοιάζει σχεδόν αδύνατο), αλλά δεν θα υποστούν κήρυγμα για το πώς πρέπει να φέρονται. Αλλά και το κοινωνικό σχόλιο του βιβλίου είναι ξεκάθαρο, για το πώς είναι δομημένες οι κοινωνίες μας σήμερα και για το πόσο ανούσια πράγματα εκτιμούν ως σημαντικά (χρήμα, κοινωνικό στάτους, υλικά αγαθά, επιτυχία, καταχρήσεις), ενώ τα αληθινά σημαντικά, εκείνα που θα συγκροτήσουν μια προσωπικότητα ανθεκτική ακόμα και όταν όλα γύρω καταρρέουν όπως στο βιβλίο, δεν εκτιμώνται ούτε προβάλλονται. Όμως όλα αυτά ο συγγραφέας τα περνάει μέσα στο κείμενο με χιούμορ, σουρεαλιστικές καταστάσεις και σκηνές, αναφορές στη νεανική κουλτούρα, έξυπνες ατάκες και κυρίως χρησιμοποιώντας τον κώδικα επικοινωνίας των σημερινών εφήβων, μιλώντας δηλαδή στη γλώσσα τους και στην ψυχοσύνθεσή τους. Και, βέβαια, υπάρχει στο βιβλίο η νεανική αγάπη, η φιλία και η ελπίδα για το μέλλον, ακόμα κι όταν δεν φαίνεται να υπάρχει μέλλον…
Στο σύνολό του, ο «Νέος κόσμος» είναι ένα βιβλίο για εφήβους και για όσους δεν ξέχασαν πώς ήταν έφηβοι, που, χρησιμοποιώντας σε σωστό συνδυασμό τον ρεαλισμό και τη φαντασία, θέτει πολλά και σημαντικά ερωτήματα για τον «παλιό κόσμο» όπου ζούμε σήμερα.