Κίνητρο για δολοφονία: η ύπαρξη χαράς

Ο Χένινγκ Μάνκελ γεννήθηκε το 1948 στη Σουηδία και πρωτοεμφανίστηκε στα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας του το 1978, όταν δημοσίευσε ένα μυθιστόρημα με την ιστορία ενός ανθρακωρύχου. Ωστόσο, η επιτυχία ήρθε με τη σειρά αστυνομικών μυθιστορημάτων με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Κουρτ Βάλαντερ. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ έχει λάβει πολλά βραβεία τόσο στη χώρα του όσο και στο εξωτερικό.

Στο «Ένα βήμα πίσω» η ιστορία εκτυλίσσεται το καλοκαίρι του 1996. Μια παρέα τριών νέων εξαφανίζεται την παραμονή της γιορτής του Μεσοκαλόκαιρου. Πρόκειται για μια παρέα νέων που διασκέδαζε με το να μεταμφιέζεται με ρούχα περασμένων εποχών για να «ταξιδεύει» στο χρόνο. Λίγες μέρες αργότερα ένας επιθεωρητής βρίσκεται δολοφονημένος στο διαμέρισμά του. Ο επιθεωρητής Βάλαντερ και οι συνάδελφοί του βρίσκονται αντιμέτωποι με το φόνο ενός συναδέλφου που φαίνεται ότι έψαχνε να βρει τα εξαφανισμένα παιδιά. Όταν ένα ζευγάρι ανακαλύπτει τυχαία σε ένα δρυμό τα πτώματα των τριών εξαφανισμένων νέων, ο Βάλαντερ αρχίζει να υποψιάζεται ότι ο φίλος του μάλλον είχε πλησιάσει το δολοφόνο τόσο πολύ που του κόστισε τη ζωή. Και ποια μπορεί να είναι αυτή η γυναίκα, τη φωτογραφία της οποίας βρήκαν στο σπίτι του δολοφονημένου αστυνομικού αλλά κανένας δεν φαίνεται να γνωρίζει στη Σουηδία; Μήπως ο δολοφόνος ήταν γυναίκα και είχε κάποια σχέση με τον επιθεωρητή; Ο Βάλαντερ αρχίζει να βγάζει κάποια συμπεράσματα για να καταρριφθούν αμέσως όταν ο δολοφόνος ξαναχτυπά.

Η ιστορία δομείται μέσα από την τριτοπρόσωπη αφήγηση που ευνοεί το γρήγορο ρυθμό του βιβλίου και τις αρκετές ανατροπές που παρουσιάζει. Ο πρωταγωνιστής επιθεωρητής Κουρτ Βάλαντερ είναι ένας χαρακτήρας που μάλλον απέχει από το στερεότυπο των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων αστυνομικών μυθιστορημάτων: μεσήλικας, μοναχικός, με προβλήματα υγείας, αλλά με πείσμα και θέληση να διαλευκάνει το μυστήριο. Το δυνατό σημείο της ιστορίας, όμως, είναι ο δολοφόνος και το κίνητρό του. Ένας, επίσης, μοναχικός άνθρωπος που δεν μπορεί να αντέξει τη χαρά των άλλων, υποφέρει να βλέπει χαρούμενους ανθρώπους και για αυτό το λόγο αποφασίζει να τους αφαιρέσει τη ζωή. Ο πόνος του άλλου μπορεί να είναι ανεκτός έως ευχάριστος για αυτόν, έτσι οι δολοφονίες που διαπράττει του προσφέρουν ικανοποίηση και τη -δική του- ψυχική ισορροπία που η ευτυχία των θυμάτων του είχε διαταράξει.