«Το κλειδί για το κελάρι του κόσμου»

Είναι γεγονός ότι τα κοράκια δεν χαίρουν και ιδιαίτερης συμπάθειας, τουλάχιστον στη σύγχρονη εποχή. Η πένθιμη «φορεσιά» τους, το γεγονός ότι τρέφονται με πτώματα, αλλά και η παρουσία τους σε πολλές ιστορίες τρόμου στο χαρτί ή στην οθόνη, δεν βοηθούν στην καλή τους φήμη. Όμως, στις λαϊκές παραδόσεις όλων σχεδόν των λαών, τα κοράκια χαίρουν σεβασμού, ως έξυπνα όντα που μεταφέρουν πληροφορίες και μηνύματα, ακόμα και από τον κόσμο των νεκρών με τους οποίους έχουν οικειότητα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα δύο κοράκια που συντροφεύουν πιστά τον Όντιν, τον πατέρα θεών και ανθρώπων στη σκανδιναβική μυθολογία. Η αντίληψη ότι «κρατάνε το κλειδί για το κελάρι του κόσμου» (φράση από το βιβλίο που χρησιμοποίησα για τον τίτλο της παρουσίασης), ήτοι για τα μυστικά, τα αθέατα, την κρυμμένη γνώση, και πρέπει να αντιμετωπίζονται αναλόγως, είναι ο θεμέλιος λίθος πάνω στον οποίο χτίζει το σκοτεινό μυθιστόρημά της η Diane Setterfield.

Όλα ξεκινούν με έναν άδικο θάνατο… Όχι ανθρώπου, ενός νεαρού κορακιού. Σε μια εποχή που δεν προσδιορίζεται ακριβώς, αλλά παραπέμπει στη βικτοριανή Αγγλία, μια παρέα αγοριών δοκιμάζει τη δύναμη μιας σφεντόνας και σκοτώνει ένα κοράκι. Ο Γουίλιαμ, το αγόρι που «έριξε πρώτο τον λίθο» εκείνη τη μοιραία μέρα, είναι και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας. Από εκείνη τη στιγμή που είδε το πουλί νεκρό στο έδαφος από το χτύπημά του και τα ενήλικα κοράκια της ομάδας του να μαζεύονται πάνω στο δέντρο, όχι για να το θρηνήσουν, αλλά για να καταστήσουν σαφές στους δράστες ότι είδαν την πράξη τους, ο ήρωας είναι σημαδεμένος. Θα μεγαλώσει, θα προκόψει οικονομικά κατορθώνοντας να δημιουργήσει μια επιτυχημένη και πρωτοπόρο επιχείρηση υφαντουργίας, θα δημιουργήσει μια οικογένεια με την κοπέλα που ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά. Στην ακμή της ενήλικης ζωής του τα έχει όλα. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά;

Η απάντηση είναι «όλα», ξεκινώντας από τον αιφνίδιο θάνατο της μητέρας του που τον μεγάλωσε μόνη της. Ένας άγνωστος άντρας ντυμένος στα μαύρα θα εμφανιστεί στην κηδεία της, η εικόνα του θα γίνει σχεδόν έμμονη ιδέα στον ήρωα. Και δικαίως, αφού η ζωή του θα γίνει σύντομα μια σειρά από κηδείες: ο θάνατος θα διεκδικήσει αρχικά τους συντρόφους του εκείνη τη μέρα που σκότωσαν το κοράκι κι έπειτα, με τη μορφή επιδημικής ασθένειας, ένα ένα τα παιδιά του και τέλος τη σύζυγό του. Ο ξένος θα είναι πάντα παρών σε όλες τις κηδείες. Ενώ και η μικρότερη κόρη του, ό,τι του έχει απομείνει, είναι ετοιμοθάνατη, ο Γουίλιαμ αποφασίζει να δώσει τέρμα στη ζωή του. Και τότε ο άγνωστος θα τον πλησιάσει και θα του συστηθεί: κύριος Μπλακ. Και επιπλέον θα του προτείνει μία συμφωνία… Μια συμφωνία που θα φέρει πίσω την κόρη του από το κατώφλι του θανάτου και θα τον κάνει πάμπλουτο. Ακούγεται καλό, ειδικά όταν είσαι απελπισμένος. Αλλά είναι πράγματι; Και ποιο θα είναι το τίμημά της;

Το βιβλίο νομίζω δικαίως μπορεί να χαρακτηρισθεί γοτθικό στην αισθητική και τη θεματολογία του. Η συγγραφέας, με υλικό τον θάνατο και το πένθος, δημιουργεί ένα όμορφα φτιαγμένο λογοτεχνικό υφαντό που γοητεύει τον αναγνώστη – και χρησιμοποιώ κυριολεκτικά τη λέξη υφαντό, αφού ένα από τα καλύτερα κομμάτια του κειμένου είναι η ποιητική περιγραφή της παραδοσιακής τέχνης της υφαντουργίας και του τρόπου κατασκευής και χρωματισμού των υφασμάτων: εικόνες λυρικής ομορφιάς με κόκκινα υφάσματα που στεγνώνουν σε ατέλειωτες σειρές στα αγγλικά λιβάδια ή εκείνες της αναζήτησης του απόλυτου μαύρου χρώματος που δεν ξεθωριάζει, είναι πραγματικά υπόδειγμα λογοτεχνικής γραφής υψηλού επιπέδου. Η εξαιρετική γραφή του κειμένου είναι το πιο δυνατό του σημείο, οι δε περιγραφές σκηνών και σκηνικών εντυπώνονται στη μνήμη: ίσως είναι το μοναδικό βιβλίο που έχω διαβάσει όπου η στιγμή του θανάτου αποδίδεται τόσο ποιητικά, που ξεχνάς το δράμα και κρατάς την πένθιμη ομορφιά του.

Τα εμβόλιμα σημεία στην αφήγηση όπου η συγγραφέας αναφέρεται στη ζωή, στην προέλευση και στις ικανότητες των κορακιών, όχι εγκυκλοπαιδικά, αλλά με έναν τρόπο που δένει με την πλοκή και προαναγγέλλει την εξέλιξή της, είναι επίσης εξαιρετικά δοσμένα. Ενώ το φινάλε, δραματικό, συναισθηματικά φορτισμένο αλλά σχεδόν αισιόδοξο για ένα βιβλίο όπου ο θάνατος κυριαρχεί, σε αφήνει με την αίσθηση ότι η δικαιοσύνη, η ποιητική δικαιοσύνη της ζωής, έχει αποδοθεί και ότι όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν. Εν κατακλείδι, το βιβλίο δεν είναι μια ιστορία τρόμου, αν και η ατμόσφαιρα της απειλής κυριαρχεί, αλλά ένα όμορφα ειπωμένο σκοτεινό παραμύθι όπου διασώζονται μόνο οι αγνοί στην καρδιά…