«Όσο πιο δύσκολο τόσο πιο χαρούμενη»

Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία: μέχρι φέτος το καλοκαίρι που άρχισα να διαβάζω το πρώτο βιβλίο της Ρωσοαμερικανίδας Άυν Ραντ (1905-1982), δεν είχα ιδέα πόσο μεγάλη συγγραφέας είναι. Και παρά το γεγονός ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να ταυτιστώ με την ιδεολογική και φιλοσοφική της τοποθέτηση στην πλευρά του άκρατου ατομικισμού και της αποθέωσης των αξιών του «αμερικανικού ονείρου», αυτό δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την αξία των γραπτών της. (Και δεν βλέπω την ώρα να ξεκινήσω την τριλογία της «Ο Άτλας επαναστάτησε» που κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Ωκεανίδα.)

Τούτων λεχθέντων, το «Εμείς οι ζωντανοί» (1936) είναι ένα συγκλονιστικό ανθρώπινο δράμα που διαδραματίζεται τα πρώτα, σκληρά από κάθε άποψη, χρόνια μετά την Οκτωβριανή επανάσταση στη νεοϊδρυθείσα τότε Σοβιετική Ένωση, με βασική ηρωίδα μια νεαρή φοιτήτρια που ονειρεύεται να γίνει μηχανικός. Αρνούμενη να αποδεχθεί τη νέα πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη χώρα, αφού προέρχεται από μια μεγαλοαστική οικογένεια που πλέον έχει χάσει τα προνόμια και την περιουσία της, εκδιώκεται για πολιτικούς λόγους από το πανεπιστήμιο. Η Κίρα προσπαθεί να βρει μια δουλειά και να επιβιώσει μέσα σε πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες με τον πληθυσμό της Πετρούπολης, όπου εκτυλίσσεται η πλοκή, να περνά ατελείωτες ώρες στις ουρές για να προμηθευτεί με δελτίο ελάχιστα κακής ποιότητας τρόφιμα.

Παράλληλα, θα εμπλακεί σε ένα ερωτικό τρίγωνο αφού η ίδια ερωτεύεται έναν γοητευτικό, ξεπεσμένο πλέον, αριστοκράτη ενώ εκείνη την ερωτεύεται ένας αφοσιωμένος κομμουνιστής, εργατικής καταγωγής. Η ζωή της θα διχαστεί ανάμεσα στους δύο άντρες, με τους οποίους συνδέεται ταυτόχρονα για διαφορετικούς λόγους, και θα κληθεί να κάνει θυσίες, τεράστιες υπερβάσεις και δραματικές επιλογές που αποδεικνύονται εντελώς λάθος… Η Κίρα είναι ο ορισμός της τραγικής ηρωίδας που θα βρεθεί αντιμέτωπη με τους πάντες −φίλους, εραστές, οικογένεια, κοινωνία, κράτος− και θα σταθεί μόνη της σε ένα πεδίο μάχης αποφασισμένη να αντέξει: «Όσο πιο δύσκολο τόσο πιο χαρούμενη. Είναι πόλεμος. Κι είσαι καλός στρατιώτης, Κίρα Αργκούνοβα», προσπαθεί να εμψυχώσει τον εαυτό της σε ένα χαρακτηριστικό για την ψυχολογία της απόσπασμα.

Η Άυν Ραντ δημιουργεί με απίστευτη τέχνη και δυνατές εικόνες, όμορφες και σκληρές, την τοιχογραφία μιας εποχής που μοιάζει σήμερα μυθική και αποδίδει ολοζώντανα τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους: την αστική ολιγαρχία που χάνει την εξουσία της και την αναδυομένη εξουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου. Δεν βρίσκω λόγια που να συμπυκνώνουν τις αριστοτεχνικές περιγραφές της Πετρούπολης και τα υπέροχα πορτρέτα των χαρακτήρων, πρωταγωνιστών και μη, και από τις δύο πλευρές αυτής της τιτάνιας μάχης. Δεν ξέρω πολλούς συγγραφείς, παρά μόνο τους μεγάλους κλασικούς, που θα μπορούσαν να αποδώσουν τόσο καλά αυτό το γύρισμα του τροχού της ιστορίας που τσακίζει ζωές, συνειδήσεις, ανθρώπινες σχέσεις, ψυχές.

Και παρά το γεγονός ότι η Ραντ στρέφεται απόλυτα εναντίον του κομμουνισμού ως θεωρία και πράξη, μπορεί να διακρίνει και αποδίδει δίκαια το ψυχικό μεγαλείο και στην άλλη πλευρά. Έχω διαβάσει εκατοντάδες περιγραφές διαδηλώσεων αλλά καμία δεν φτάνει τη δύναμη εκείνης στο τέλος του βιβλίου. Και μια παρατήρηση: η ατσάλινη θέληση τής Κίρα, η υπεράνθρωπη αντοχή της και ο ηρωισμός της, δεν μπορούν παρά να ταυτίζονται, έστω και αθέλητα από τη συγγραφέα, με το πρότυπο του «νέου σοβιετικού ανθρώπου» με το οποίο γαλουχήθηκε και η ίδια τα νεανικά της χρόνια στη Σοβιετική Ένωση πριν φύγει για τις ΗΠΑ.

Το δραματικό κλείσιμο του βιβλίου θα μπορούσε να θεωρηθεί η κορύφωσή του, αλλά κατά τη δική μου εκτίμηση, η καρδιά του μυθιστορήματος βρίσκεται στο σημείο όπου η ηρωίδα συνειδητοποιεί, πολύ αργά για όλους, ότι έκανε τη λάθος επιλογή. Κι αυτό είναι ένα βάρος που καμιά ανθρώπινη ψυχή, ακόμα και εκείνη ενός «στρατιώτη» όπως η Κίρα, δεν μπορεί ν’ αντέξει…