Η χαμένη αθωότητα της Αμερικής

Με τον πολυρυθμό του ragtime να τροχίζει κάθε λέξη, κάθε πράξη και έννοια και το ιστορικό ένδυμα να μετασχηματίζεται σε λογοτεχνική απεικόνιση υψηλής έντασης, ο Ντένις Λεχέιν αφήνει για λίγο την crime θεματική που τον έχει καταξιώσει και βουτάει στο βαθύ πηγάδι του ιστορικού/κοινωνικού μυθιστορήματος με τον τρόπο του Ντοκτόροου και του Ντράιζερ.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει αφήνοντας ουκ ολίγα τραύματα σε νικητές και ηττημένους, τα πρώτα σημάδια της Μεγάλης Ύφεσης, που τα κατοπινά χρόνια θα «πνίξει» τις ΗΠΑ, αρχίζουν να κάνουν δειλά την εμφάνισή τους, ενώ στο μαλακό υπογάστριο μιας κοινωνίας συντηρητικής και μη δεκτικής σε οβιδιακές αλλαγές, όπως αυτή της Βοστόνης, αρχίζουν νέες δυνάμεις να ζητούν ζωτικό χώρο. Οι μεσοδυτικές πολιτείες φλέγονται πριν καν πάρουν φωτιά: το φυλετικό ζήτημα αναφύεται, το συνδικαλιστικό κίνημα –ακόμη και στους κόλπους της αστυνομίας– κάνει για πρώτη φορά απτή την ανέχεια και την αδικία που βιώνουν καθημερινά οι παρίες. Η σύγκρουση του παλιού με το καινούργιο είναι αναπόφευκτη, έως και επιδιωκόμενη και από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη. Η αυτάρεσκη καθεστηκυία τάξη, τυφλωμένη από τα κλέη παλαιών εποχών, θέλει να συντρίψει τις νέες δυνάμεις που επιθυμούν να παίξουν καίριο ρόλο στην καινούργια εποχή που χαράζει εν μέσω σκότους. Αυτή η στρεβλή κοινωνική αναστάτωση, δείγμα μιας κοινωνίας που έμαθε να μεταφράζει το αφήγημά της με όρους ηρωικής παθολογίας (διόλου τυχαίο ότι στο μυθιστόρημα εμφανίζεται ο τρανός παίκτης του μπέιζμπολ Μπέιμπι Ρουθ με την πλουμιστή στολή του αλλά και την εσωτερική θολούρα του), δίνει στον Λεχέιν το απαραίτητο πρόπλασμα να μιλήσει για τους καθημερινούς ανθρώπους που φλέγονται από ιδέες και όνειρα, αλλά και για την άφευκτη συντριβή τους από τις μυλόπετρες των ιστορικών χρόνων όπου έζησαν.

Η ιστορία κινείται ανάμεσα σε δύο φαινομενικά αντίθετους πόλους που όμως, υπό το βάρος των δραματικών συνθηκών, κάποια στιγμή, όχι μόνο θα συνδεθούν αλλά θα ενωθούν κάτω από την ίδια αναγκαιότητα: την πλέρια αναζήτηση αυτού που είναι.

Ο Ντάνι Κόφλιν είναι ο πρώτος: ένας λευκός αστυνομικός που πηγαίνει κόντρα στην ιρλανδέζικη παράδοση της οικογένειάς του. Οργανώνεται στις τάξεις του συνδικαλιστικού κινήματος τη στιγμή που ο πατέρας του, επίσης αστυνομικός, κολυμπάει σε δυσώδη νερά και χρησιμοποιεί κάθε άνομο μέσο για να επιβάλει το «νόμο» της κρατικής βίας.

Ο Λούθερ Λόρενς είναι ο δεύτερος: ένας Αφροαμερικανός που αναγκάζεται να φύγει από την Τάλσα καθώς εμπλέκεται στη δολοφονία κάποιου τοπικού αρχιμαφιόζου, ενώ η ετοιμόγεννη γυναίκα του νιώθει προδομένη. Κυνηγημένος, καταλήγει στη Βοστόνη και δουλεύει στο σπίτι των Κόφλιν. Τριγύρω η παλιά κάστα αντιστέκεται στους λογής μπολσεβίκους μετανάστες που εξεγείρονται. Ο Ντάνι υποχρεώνεται να γίνει «μυστικός» πράκτορας με σκοπό να ξεσκεπάσει τους επαναστάτες, αλλά σύντομα αντιλαμβάνεται πως όλο τούτο αντίκειται στα πιστεύω του και αποφασίζει να ακολουθήσει το δύσβατο δρόμο της σύγκρουσης με το Σώμα και την οικογένειά του. Ο Λεχέιν ερανίζεται πραγματικά ιστορικά στοιχεία και τα ντύνει με ισχυρές δόσεις λογοτεχνικών εικόνων και πρόζας που πυροδοτεί και φορτίζει. Η μεγάλη απεργία της αστυνομίας του 1919 εδώ λαμβάνει σημασιολογικό χαρακτήρα στο εν εξελίξει δράμα. Η έκρηξη στο εργοστάσιο μελάσας που προκάλεσε το θάνατο δεκάδων εργατών, απότοκη της εγκληματικής αβελτηρίας του επιχειρηματία, επίσης δραματοποιείται με παραβολικό τρόπο. Ο Μπέιμπι Ρουθ ξεπετάγεται από την αχλή της δόξας του και με ύφος ειδωλοκλαστικό ο Λεχέιν τον εντάσσει στη «μικρή εικόνα» ωσάν να ήταν λογοτεχνικός ήρωας που όμως δεν απεκδύεται της πραγματικής υπόστασής του (να μια ταύτιση με τον τρόπο του Ντοκτόροου)

Η πόλη βυθίζεται στο χάος. Ο μικρόνους αρχηγός της αστυνομίας «διαγράφει» όλα τα αιτήματα των αστυνομικών για αύξηση μισθών και καλύτερες συνθήκες εργασίας και ωθεί τα πράγματα στα άκρα. Ο δήμαρχος αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων και οι αρχές της Πολιτείας επεμβαίνουν όταν πλέον η Βοστόνη κλαίει πάνω από τα αποκαΐδια που έχουν αφήσει στο διάβα τους οι λογής πλιατσικολόγοι και εγκληματίες. Η επανάσταση βυθίζεται στο αίμα (της) πριν καν ξεκινήσει. Κι όμως, η Ιστορία καταγράφει και κάποια στιγμή θα αντεπιτεθεί. Ακόμη και όταν τα γρανάζια της, οι άνθρωποι, δεν θα είναι παρόντες για να ζήσουν τις αλλαγές. Η αθωότητα, μια ιερή λέξη για τις ΗΠΑ, είναι πολλαπλά ηττημένη, καθώς η ασύμμετρη απειλή που δέχθηκε λίγνεψε τις αντοχές της. Ο Ντάνι πέφτει εν ώρα υπηρεσίας, σε συμπλοκή με μία τρομοκράτισσα. Και, τι ειρωνεία, το Σώμα τον έχει ήδη αποβάλει ως ταραχοποιό στοιχείο. Ο Λούθερ γυρίζει στην οικογενειακή μονιά αφού πρώτα έχει βιώσει μέχρι το κόκαλο το ρατσισμό και την έχθρα. Κανείς δεν μένει στο απυρόβλητο σε τούτο το υποβλητικό και έντονα πολιτικό μυθιστόρημα, που επαναφέρει για τα καλά τη συζήτηση γύρω από τη δυνατότητα που έχει η λογοτεχνία να «διαβάζει» με πιο πειστικό τρόπο τα ιστορικά γεγονότα απ’ ό,τι οι «επαγγελματίες» των επιστημών.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που το διατρέχει ένας ολόκληρος ποταμός λέξεων – άλλοτε αφρισμένος κι άλλοτε νοσταλγικός και παραισθητικός. Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Φίλιππο Χρυσόπουλο.