Ο συγγραφέας, μεταφραστής, ποιητής, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός Έρι ντε Λούκα γεννήθηκε στη Νάπολη το 1950. Συνιδρυτής της ακροαριστερής πολιτικής οργάνωσης Λότα Κοντίνουα (Συνεχής Αγώνας), βιοπορίστηκε κάνοντας διάφορα επαγγέλματα: οδηγός φορτηγού, εργάτης στη Φίατ, οικοδόμος κ.ά. Έχει εκδώσει πάνω από 60 βιβλία, που έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα έργα του: «Τρία άλογα» (εκδ. Αλεξάνδρεια), «Το βάρος της πεταλούδας» και «Τα ψάρια δεν κλείνουν τα μάτια» (Κέλευθος), καθώς και κείμενά του στον συλλογικό τόμο «Θέατρο του χρόνου» (Apeiron Photos). Το 2013 του απονεμήθηκε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας.
Δεκαετία του 1950. Ένας δεκαεξάχρονος περνά το καλοκαίρι του, όπως κάθε χρόνο, σε ένα νησί με την οικογένειά του. Η καθημερινότητά του περιλαμβάνει πρωινό ψάρεμα με τον Νικόλα και τον θείο του, μπάνιο στη θάλασσα και βόλτες με την παρέα του μεγαλύτερου κατά τέσσερα χρόνια ξαδέλφου του, Ντανιέλε. Ο νεαρός θέλει να μάθει για την πρόσφατη ιστορία της πατρίδας του, για την οποία οι μεγάλοι αποφεύγουν να μιλήσουν. Μόνο ο Νικόλα, που είναι ψαράς και δουλεύει όλο τον χρόνο με τη βάρκα του θείου του, μπορεί να του πει για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου υπηρέτησε ως στρατιώτης στη Γιουγκοσλαβία και σώθηκε χάρη σε μια οικογένεια από το Σαράγεβο που τον έκρυψε και στην οποία χρωστά αιώνια ευγνωμοσύνη. Απ’ αυτόν θα μάθει για το πραγματικό όνομα της Κάια, μιας κοπέλας από την παρέα του Ντανιέλε, την οποία έχει ερωτευθεί. Αν και μεγαλύτερή του, η κοπέλα θα μοιραστεί μαζί του ένα μυστικό και θα βρει στη συνεσταλμένη αλλά και αυθόρμητη συμπεριφορά του έναν τρόπο να επικοινωνήσει με τον νεκρό πατέρα της. Το καλοκαίρι θα περάσει, το αγόρι θα ανδρωθεί μέσα από τη συναναστροφή με τον Νικόλα, την εμπειρία μιας καταιγίδας στη θάλασσα και την επαφή με την Κάια και θα οδηγηθεί σε μια αμφιλεγόμενη πράξη εκδίκησης εναντίον μιας παρέας Γερμανών που παραθερίζουν ως τουρίστες στο νησί.
Ο τόνος του ντε Λούκα είναι λυρικός, χωρίς υπερβολές, όταν αναφέρεται στις σκέψεις και στα συναισθήματα του νεαρού ήρωά του: πρώιμα ώριμος, όσον αφορά την επιθυμία του να μάθει για την Ιστορία και τον ρόλο των δικών του ανθρώπων και των συμπατριωτών του, αλλά και παιδί ακόμη, που το σώμα του δεν έχει «ξυπνήσει» καλά καλά, βλέπει στην Κάια ένα πρόσωπο που ανταποκρίνεται στον ρομαντισμό του και είναι έτοιμος να «θυσιαστεί» γι΄αυτήν∙ γνωρίζοντας, με τη σοφία ενός γέρου, ότι δεν πρόκειται να την ξαναδεί. Οι συμβουλές ή παραινέσεις των μεγαλύτερων δεν μπορούν να τον εκτρέψουν από τον σκοπό του: είναι ηρωικός με τον τρόπο των νιάτων, δεν μπορεί να φανταστεί τις συνέπειες της πράξης του, δεν μπορεί να καταλάβει πώς καταλάγιασε το μίσος, πως συγχωνεύτηκε μες στη ζωή. Δεν μπορεί να συγχωρήσει τη συνενοχή της γενιάς πριν από τη δική του.
Όσο στέρεη είναι η απόφαση του ήρωά του τόσο στέρεο είναι και το κείμενο του Ιταλού συγγραφέα. Αγκιστρωμένο στη γνώση της θάλασσας και των ψαράδων, του ίδιου του τόπου, μας δίνει μια ιστορία ενηλικίωσης που θα μπορούσε να είναι και σύγχρονη.