Προσπαθώντας να δώσω έναν τίτλο στο κείμενό μου για το νέο μυθιστόρημα του Paolo di Paolo, διαπίστωσα ότι δεν μου είναι εύκολο να σκεφτώ κάποιον που να συμπεριλαμβάνει όλα όσα δημιουργεί, προκαλεί και απαιτεί η ιστορία από τον αναγνώστη. Ιστορία ενηλικίωσης, φόρος τιμής σε έναν διανοούμενο, πολέμιο του φασισμού ή μήπως αντιπαραβολή ερωτικών ιστοριών; Μάλλον πρόκειται για το σύνολο των παραπάνω.

Στο Τορίνο του 1926, καθώς ο φασισμός θεριεύει μέρα με τη μέρα, ο νεαρός φοιτητής Μοράλντο, μόνιμα ανασφαλής και αναποφάσιστος, παρακολουθεί από μακριά τον συνομήλικό του, Πιέρο. Με ανάμεικτα συναισθήματα για αυτόν –τον θαυμάζει και ταυτόχρονα τον αντιπαθεί– προσπαθεί χωρίς αποτέλεσμα να τον πλησιάσει. Ο στόχος του θα ξεχαστεί για λίγο, όταν εξαιτίας μιας βαλίτσας συναντά την Καρλότα. Ο μόνιμα διστακτικός Μοράλντο αποφασίζει να πάρει τη ζωή στα χέρια του και ακολουθεί τη δυναμική και ανεξάρτητη κοπέλα στο Παρίσι. Και εκεί είναι που θα ανταλλάξει τις πρώτες και τελευταίες του κουβέντες με τον άνθρωπο που τόσο πολύ επιθυμούσε να γνωρίσει. Η διαδρομή τον στιγματίζει, τον αλλάζει, τον οδηγεί στην ουσιαστική ενηλικίωση μέσα από την εμπειρία μιας οδυνηρής στιγμής.

Φυσικά, το μυθιστόρημα δεν είναι μόνο η ιστορία του Μοράλντο, αλλά και η ιστορία του Πιέρο (πρόκειται για τον Πιέρο Γκομπέτι, διανοούμενο και εκδότη που αγωνίστηκε κατά του φασισμού και πέθανε σε πολύ νεαρή ηλικία). Είναι η αφήγηση της (αυτό)εξορίας του στο Παρίσι, αφού η ζωή του στο Τορίνο βρίσκεται συνεχώς σε κίνδυνο. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που ζητά λίγο χρόνο ακόμα για να προλάβει να φωνάξει την αντίθεσή του σε όσα συμβαίνουν στην πατρίδα του, λίγο χρόνο για να πολεμήσει όπως και από όπου μπορεί. Λίγο χρόνο που δεν έχει.

Είναι ακόμα μια ιστορία για τον έρωτα μέσα από δύο τόσο διαφορετικά ζευγάρια, κυρίως όμως μέσα από δυο διαφορετικές προσωπικότητες. Η Άντα, η σύζυγος του Πιέρο, ήρεμη, δοσμένη στον άντρα της, έχει παραμερίσει οικειοθελώς τις προσωπικές της ανάγκες για να στηρίξει το δικό του όραμα. Η Καρλότα, η κοπέλα που κυνηγά ο Μοράλντο, γεμάτη ενέργεια και ταυτόχρονα παθητική, ανεξάρτητη και αδέσμευτη, δίνεται στον έρωτα όποτε επιθυμεί και αναχωρεί όταν αισθάνεται ότι απειλείται η ανεξαρτησία της. Δυο γυναίκες αντίθετες που απαιτούν η καθεμιά τους ξεχωριστά τον σεβασμό του συντρόφου τους –και κατ’ επέκταση του αναγνώστη– για τη δύναμή τους να μένουν πιστές στις αποφάσεις τους και αυτό που ορίζουν ως σκοπό της ζωής τους.

Μέσα από σύντομα κεφάλαια, στιγμιότυπα θα έλεγε κανείς, και με λόγο ενιαίο, με διαλόγους και εσωτερικούς μονολόγους μπλεγμένους μέσα στην αφήγηση ή την περιγραφή, ο Paolo di Paolo γράφει ένα μυθιστόρημα για τη ζωή, αυτή τη σύντομη ανάσα μέσα στον χρόνο, για τις μικρές ή μεγάλες μάχες του ατόμου, για την κινητήριο δύναμη του έρωτα.