Ο Ίαν Ρανκιν μετά το ”τέλος” του αγαπημένου μας επιθεωρητή Ρέμπους, επινοεί τον Μάλκολμ Φοξ.  (Σημειώστε την παρήχηση  του ξι, δίπλα στο όνομα του επιθεωρητή Μάλκολμ.)

Ο Ράνκιν εμπνεύστηκε τη ”Δικαίωση του Αίματος” διαβάζοντας σε μια εφημερίδα για κάποιον δικηγόρο ονόματι Γουίλιαμ Μακ Ράε, που βρέθηκε νεκρός κάτω από ύποπτες συνθήκες το 1985. Ο άνθρωπος αυτός ήταν υποστηρικτής των σκωτσέζικων κινημάτων υπέρ της ανεξαρτησίας που είχαν στείλει γράμματα με άνθρακα και γράμματα-βόμβες στο Γουάιτχολ, ενώ είχαν διενεργήσει εμπρησμούς και  επιθέσεις κατά την επίσημη επίσκεψη της Λαίδης Ντι στη Γλασκόβη.

Στον συγγραφέα έκανε εντύπωση πόσο γρήγορα είχαν εξαφανιστεί τα ίχνη τέτοιων συμβάντων από την πολιτική ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας κι έτσι θέλησε να εξερευνήσει περισσότερο το τοπίο γράφοντας ένα μυθιστόρημα.

Μια αρχικά απλή ιστορία αστυνομικής κατάχρησης εξουσίας που οδηγεί σε πλήθος χαρακτήρων και σύνθετη πλοκή, θίγοντας διάφορα θέματα, πολιτικά και κοινωνικά, τα οποία υφάνθηκαν με εξαιρετικό έλεγχο σε αυτό που αξίζει πραγματικά να ονομάζεται μυθιστόρημα.

Ο Ράνκιν βρίσκει ευκαιρία να μας ξαναθυμίσει μια εποχή (1985), τα γεγονότα και τις ιδεολογίες που απασχολούσαν την ευρωπαϊκή κοινότητα, τότε. Διαμαρτυρίες για πυραύλους και πυρηνικές κεφαλές, όξινη βροχή και καταστροφή του περιβάλλοντος, εξοπλισμός για το Διάστημα, ο φόβος της ατομικής επίθεσης, οι αναταραχές στην Ιρλανδία και στη Σκοτία με αίτημα την ανεξαρτησία. Το πετυχαίνει ανατρέχοντας στο παρελθόν των ηρώων και υπόπτων του ενώ η δράση εξελίσσεται στη συγχρονία.

Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του Ράνκιν με τον επιθεωρητή Φοξ των εσωτερικών υποθέσεων. Με μια εμμονή που ταιριάζει σε όποιον πιστεύει βαθιά στους ανθρώπους και στην ανάγκη για δικαιοσύνη, ο Φοξ ξεκινά να αναδιφά στο παλίμψηστο της ιστορίας του και φέρνοντας στην επιφάνεια τα στρώματά της μας δείχνει αυτό που κι εμείς εδώ στην Ελλάδα ζήσαμε σε μικρότερη ένταση με τη λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου. Οι παλιοί ”ατόφιοι”  αγωνιστές –σε αυτή την περίπτωση τρομοκράτες-,  ξεχνούν τους σκοπούς της δικαιοσύνης και της ελευθερίας για να αναδυθούν αγνώριστοι στις σελίδες των  οικονομικών εφημερίδων και των λάιφ στάιλ εντύπων.

Οι  ήρωες του Ράνκιν πρωταγωνιστές και δευτερεύοντες, σκιαγραφούνται σαν σκίτσα από κάρβουνο, πιο πολύ με την απουσία γραμμών (περιγραφής) και περισσότερο από τα κενά ανάμεσα στις ”γραμμές”. Ο διάλογος είναι ένα εργαλείο που χειρίζεται με επιτυχία ο Ράνκιν και αποκαλύπτει  πολλά για το πρόσωπο που μιλά. Η προφορικότητα κάνει το βιβλίο προσιτό, όχι εύπεπτο, η μετάφραση  παρουσιάζει πάντως κάποια προβλήματα. Η ιστορία παραμένει συναρπαστική σε όλη τη διάρκειά της, εκτυλισσόμενη σ’  ένα μελαγχολικό περιβάλλον που αποτελεί προέκταση της διάθεσης του επιθεωρητή Φοξ. Αυτό που τον φλογίζει είναι η επιδίωξη της αλήθειας. Η τελευταία αποκαλύπτεται τμηματικά και  συγκεχυμένα ως προς τα γεγονότα. Το τελευταίο κεφάλαιο της κορύφωσης είναι υπόδειγμα κινηματογραφικής αφήγησης.

Με καταβολές, όπως δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας, από τον Στίβενσον, τον Ελρόι, τη Ρέντελ και άλλους, ο Ράνκιν επιτυγχάνει με γλώσσα λιτή και το συναίσθημά του ζωντανό να μας φέρει αντιμέτωπους με τη σαγήνη των ερωτημάτων του και τη λύση του ”δράματός” του. Το επόμενο μυθιστόρημά του αναμένεται με αγωνία και μεγάλη μυστικότητα τον Νοέμβριο του 2012.