Ένα ευφυές και αιρετικό μυθιστόρημα που αφηγείται μια άλλη εκδοχή (την «πραγματική», σύμφωνα με τον υπότιτλο) της ιστορίας της Κιβωτού του Νώε. Πρόκειται για μια ιστορία που εδώ και αιώνες ερεθίζει τη φαντασία των παιδιών της χριστιανικής Δύσης. Παραλλαγές της βέβαια υπάρχουν σε όλους τους πολιτισμούς. (Π.χ. ο αρχαιοελληνικός μύθος του Δευκαλίωνα και της Πύρας.) Η στερέοτυπη εικόνα που έχουμε πλάσει απεικονίζει έναν καλοκάγαθο παππούλη Νώε και την οικογένειά του να πλέουν στην Κιβωτό παρέα με τα ζώα. Το περιστέρι με ένα κλαδί ελιάς θα αναγγείλει το τέλος του Κατακλυσμού και την έναρξη μιας νέας ζωής, καθαρής πια από αμαρτίες, σε μια νέα εξαγνισμένη γη.

Η συγγραφέας ανατρέπει την καθησυχαστική αυτή εικόνα και δημιουργεί μια εντελώς πρωτότυπη και σκληρή ιστορία μέσα από την οποία θέτει καίρια ερωτήματα για το θρησκευτικό φανατισμό, την έννοια της ηθικής, τις οικογενειακές σχέσεις, τη θέση της γυναίκας, την ανεξαρτησία της σκέψης, τα όρια της υπακοής στην εξουσία, τη θέση του ανθρώπου στη φύση και τις σχέσεις του με το ζωικό βασίλειο. Που δεν αποτελείται από χαριτωμένα χνουδωτά πλασματάκια αλλά από άγρια ζώα που αγωνίζονται να επιβιώσουν για τροφή και χώρο σε ένα αμπάρι.

Μέσα από μια ευρηματική αφηγηματική τεχνική (αφηγούνται η κόρη του Νώε, η 14χρονη Τίμνα, οι σύζυγοι των γιων του Νώε και τα ζώα), ο αναγνώστης διαβάζει την ιστορία από την πλευρά των αφανών ηρώων, αυτών στους οποίους η Ιστορία δεν έδωσε ποτέ φωνή. Μια ζοφερή εικόνα της ζωής στην Κιβωτό αναδύεται. Βρωμιά, περιττώματα και σφαγές ζώων, σαπισμένες τροφές, αρρώστιες, ατελείωτη υγρασία και φυσικά σπασμένα νεύρα, καυγάδες, ανταγωνισμοί. Η οικογένεια του Νώε μένει πεισματικά προσηλωμένη στο έργο της διάσωσης του ανθρώπινου είδους. Στο όνομα του Θεού εγκαταλείπει τους άλλους διασωθέντες ναυαγούς που ζητούν να ανέβουν στην Κιβωτό. Τους εγκαταλείπουν στον θάνατο ως αμαρτωλούς και μιαρούς. Οι μεταξύ τους σχέσεις υπακούουν στον ίδιο νόμο της ανελεύθερης σκέψης και δράσης που υπακούει τυφλά στο Λόγο του Θεού που κατέχει ο Νώε. Μόνον εκείνος ακούει τη φωνή Του, επομένως εκείνος είναι ο απόλυτος άρχοντας. Ιδίως για τις γυναίκες.

Με μεγάλη δεξιοτεχνία η συγγραφέας δείχνει τη βίαιη ανθρώπινη φύση, στην πιο ακραία της εκδοχή, ενδεδυμένη τα σεπτά ρούχα της θρησκείας. Homo homini lupus (ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άλλο άνθρωπο), λέει η Mακόγκρεν και μάλιστα στο όνομα του Θεού. Η μικρή Τίμνα μόνο και ένας αδερφός της πράττουν σύμφωνα με το ένστικτό τους και διασώζουν ένα «αμαρτωλό» αγόρι και ένα μωρό και τους κρύβουν στο αμπάρι της Κιβωτού. Όταν αποκαλύπτεται το αμάρτημα, ο Νώε αποφασίζει να θανατώσει τη δαιμονισμένη κόρη του. Τότε για πρώτη φορά ακούμε τη φωνή της γυναίκας του Νώε που επιτέλους αναρωτιέται τι σόι Θεός είναι αυτός που προστάζει να θανατώνει ο ένας άνθρωπος τον άλλον και να σκοτώνει πατέρας το παιδί του. Και η λύση του δράματος αρχίζει από αυτή τη ρωγμή στις βεβαιότητες και τα θέσφατα της (θρησκευτικής, πολιτικής και οικογενειακής) εξουσίας.

Αριστοτεχνικός ο τρόπος που πλέκονται και εξυφαίνονται όλα τα επίπεδα της δράσης. Η μετάφραση καταφέρει να αποδώσει τη σταυροβελονιά που έχει κάνει η συγγραφέας στη λεκτική απόδοση ενός πολυεπίπεδου φυσικού και ψυχικού τοπίου. Από τα βιβλία που διαβάζονται μεν απνευστί αλλά η επίδρασή τους διαρκεί.

Η βρετανίδα Τζεραλντίν Μακόγκρεν είναι σχετικά άγνωστη στο ελληνικό κοινό, είναι ωστόσο μια από τις πιο διάσημες συγγραφείς για παιδιά διεθνώς. Έχει γράψει πάνω από 130 βιβλία, ενώ έργα της έχουν μεταφραστεί σε 26 γλώσσες. Έχει τιμηθεί με ορισμένα από τα πιο σημαντικά βραβεία παιδικής λογοτεχνίας στη Μεγάλη Βρετανία, όπως το Whitbread Children’s Book Award και το Guardian Children’s Fiction Award. Η αφηγηματική τεχνική, η πρωτοτυπία και η ποικιλία των έργων της έχει κερδίσει και πολλούς ενήλικες αναγνώστες. Η συγγραφέας ζει σήμερα στο Μπέρκσερ με το σύζυγο και την κόρη της.