Μαζί με τους ανθρώπους που φτηναίνουν λόγω κρίσεως (άλλοθι) πληθαίνουν κι οι άνθρωποι (ευτυχώς!) που αναζητούν εντός τους τη ζεστασιά του Κόσμου. Αυτό το «γνώθι σαυτόν» που όλα τα απομυθοποιεί κι όλα τα βάζει στο χωροχρονικό πλαίσιο (φτηνό ή ακριβό, αδιάφορο εν τέλει) που τους αξίζει, είναι και το ζητούμενο αυτής της ποιητικής συλλογής του φερέλπιδος νεαρού (;) (ουδέν περί της ηλικίας του στο «αυτί» του βιβλίου και στα δελτία τύπου του Κέδρου). Ιάσονας Σίγμα το ψευδώνυμο, απατηλό εν τούτοις, αφού δηλώνεται ταυτόχρονα με το πραγματικό όνομα (που έπειτα από έρευνα στο google προέκυψε ότι ανήκει και σε ηθοποιό και σε ψυχίατρο). Τελικά, τι εξυπηρετεί η χρήση ψευδωνύμου, όταν οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων το μαρτυρούν και το αποκαλύπτουν; Μήπως την ημι-κάλυψη μιας πολλαπλής προσωπικότητας σαν του Pessoa; Μήπως παραπέμπει στα επτά πέπλα της Σαλώμης ή της Ίσιδας; Μήπως στον πολυδιαστασιακό εαυτό και στην εξεγερτική έκρηξη της kundalini στη σπονδυλική στήλη, όπως υπαινίσσεται ο ποιητής, που μοιάζει να κατέχει και τα chakras του ανθρωπίνου σώματος και ειδικά αυτό του Ηλιακού Πλέγματος, μέσα από το οποίο συνάπτουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Κι ακριβώς οι σχέσεις με τον εαυτό και τους άλλους είναι το θέμα αυτής της ποιητικής συλλογής: το τετριμμένο του γλωσσικού κώδικα, οι λέξεις που θυμίζουν χρησιμοποιημένα προφυλακτικά, η απαίτηση του εγώ να ξαναγίνει εγώ χωρίς την ψευδαίσθηση του εμείς, η επανεφεύρεση του χρόνου, η απελευθέρωση από τον Πόνο, τον Φόβο και τον Θάνατο. Υπερ-ευφυής η διάνοια της αφηγηματικής φωνής. Ελάχιστη πεζογραφικότητα. Λέξεις σλόγκαν που σνομπάρουν το κλισέ, αντίθετα από τη μανιέρα πολυβραβευμένης παρ’ αξίαν καθεστηκυίας ποιήτριας που μόλυνε τη νέα ποιητική γενιά με τη διαφημισιογραφία του ρηχού εαυτού της. Ονόματα δεν λέμε… Τα ξέρουν όλοι κι από την καλή κι από την ανάποδη.
Ο νεαρός (στη γραφή και στην ψυχή και στην τεχνοτροπία και στην ιδιόλεκτο) Ιάσονας Σίγμα ή Δημήτρης Σδρόλιας είναι γνήσιος εκπρόσωπος της νέας γενιάς πρωτοεμφανιζόμενων ποιητών (αν και πρόλαβε να βραβευθεί ήδη σε διαγωνισμούς – παγίδα μεγάλη για τον ελλοχεύοντα ναρκισσισμό των ποιητικολογούντων). Γράφει για τους άλλους με αξιοσημείωτες επικοινωνιακές αρετές (εξ ου και τα βραβεία), ανησυχεί για τη γενιά του, αγωνιά με την ανθρωπότητα, συμπάσχει με την ψυχή του κόσμου. Παρηχήσεις, ειρωνεία, ανατροπές κι αντιθέσεις χαρακτηρίζουν τον λακωνικό ποιητικό του λόγο. Η ιδιόλεκτός του λογία και υπερ-επεξεργασμένη, τόσο πυκνή που προσπίπτει στην προσληψιμότητα του μέσου επαρκούς αναγνώστη. Παρ’ όλα αυτά, ναι, κάτι λέει αυτό το βιβλίο, πέρα από τις συνηθισμένες μετ-εφηβικές μοιρολατρίες, τους φόβους αλλοτρίωσης, την έγνοια της μη ενταξιμότητας του ατόμου στο σύνολο. Εδώ κάτι γίνεται κάτω από τις φράσεις-μαχαιριές. Νυχτηπετής έλεγχος του Νοητικού πάνω στο Αόρατο, δομημένο παραλήρημα κι αντεστραμμένος σουρεαλισμός. Εύγε! Δεν είναι και λίγα ως επίτευγμα. Φτάνει να μην καταστεί μανιέρα. Φτάνει να μην επαναληφθεί. Φτάνει να μην πελαγοδρομήσει. Ίσως είναι πιο σοφό να σταματήσει, αν δεν εξελιχθεί. Ίσως είναι πιο πρακτικό να γίνει ο ποιητής της μιας συλλογής και να τη διαφημίζει επ’ άπειρον αναπαραγάγοντάς την, διαμοιράζοντάς την σε λεξήματα, σε φωνήματα, σε σημαίνοντα που επιδέχονται κάθε φορά καινούργιων σημαινομένων.
Απομυθοποίηση της Αγάπης, ταυτοποίηση του Έρωτα με τη σωματικότητα, απενοχοποίηση της ηδονής, ο πόνος ως μέσον αυτοσυνείδησης κι αυτογνωσίας: αυτοί είναι οι ιδεολογικοί άξονες του ποιητικού έργου του Ιάσονα Σίγμα.
Κάτι ενδιαφέρον κρύβεται εδώ. Μόνον ο Χρόνος θα καταδείξει τη γνησιότητα και την αντοχή την αντάξια σε ένα «Χρονόσωμα» (ή μήπως «Χρονοσώμα» – ένας απλός τόνος αλλάζει τελείως το νόημα∙ ή μήπως δεν το έχει σκεφτεί αυτό ο νεοπαγής ποιητής; ).
Ας μας απαντήσει, αν διαβάσει αυτό το κριτικό σημείωμα. Διαδραστική κριτική. Χάρις εις την τεχνολογίαν.