Ένα πολύ δύσκολο θέμα, όπως ο θάνατος της μάνας και η ορφάνια ενός παιδιού, δεν γίνεται εύκολα αντικείμενο μυθιστορήματος για νέους. Πώς να μιλήσεις για ένα τόσο βαρύ πένθος, για μια τόσο καθοριστική για τη ζωή σου απώλεια; Πώς να μην ξύσεις πληγές σε παιδιά που πιθανόν βρίσκονται στην ίδια θέση; Και τι ενδιαφέρον θα παρουσίαζε για τα άλλα παιδιά, σήμερα, που ο θάνατος και το πένθος αποσιωπώνται και εξοβελίζονται από μια κοινωνία υποχρεωτικής ευτυχίας; Έχουμε δει βεβαίως το χειρισμό του θέματος από σύγχρονους συγγραφείς, όπως ο Μάνος Κοντολέων, σπάνια όμως νεότεροι συγγραφείς αποτολμούν να το προσεγγίσουν και μάλιστα ως κύριο θέμα του βιβλίου τους. Η Τζένη Θεοφανοπούλου το επιλέγει για το πρώτο της βιβλίο και το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά επιτυχημένο.
Η 13χρονη Φωτεινή ζει με τον πατέρα, τον αδερφό και τη γιαγιά της. Η μαμά της έχει πεθάνει εδώ και τρία χρόνια. Η επιλογή αυτής της χρονικής απόστασης από το τραγικό γεγονός δικαιολογεί την ψύχραιμη αφήγηση. Ο πόνος και το πένθος έχουν πάρει ήδη μια άλλη μορφή μέσα της. Είναι ένα κενό και, περισσότερο, είναι η ανάγκη για μια οριστική αποδοχή της απώλειας και για μια νέα σχέση με τη νεκρή μητέρα. Η Φωτεινή βέβαια δεν αναλύει με αυτόν τον τρόπο τη ζωή και τα συναισθήματά της. Μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, με τη ζωντάνια, το κέφι, το θυμό και τα νεύρα ενός κοριτσιού της ηλικίας της. Η θλίψη δεν δίνει τον τόνο στην αφήγησή της. Γιατί η ηρωίδα έχει σκοπό. Δρα. Γράφει ένα βιβλίο για να το διαβάσει την ημέρα των γενεθλίων της μαμάς της στους άλλους συγγενείς και στους ανθρώπους που την αγαπούσαν. Θέλει να ανασυνθέσει τη ζωή της μαμάς της, χωρίς εξιδανικεύσεις και μελοδραματισμούς. Θέλει να γνωρίσει από την αρχή αυτή τη γυναίκα, τον άνθρωπο, τη μάνα, τη σύζυγο, τη φίλη. Το κάνει με ωριμότητα και σύστημα. Ερευνά, αναμοχλεύει φωτογραφίες, συλλέγει στοιχεία, περιδιαβαίνει στα μέρη που αγάπησε εκείνη. Στο μεταξύ όμως δεν ξεχνά να ζει. Τσακώνεται με τον αδερφό της, σπουδάζει πιάνο, αγωνιά για τις εξετάσεις, τα λέει με την κολλητή της, ερωτεύεται, διεκδικεί περισσότερη ελευθερία από τον πατέρα της, αγωνίζεται να πείσει ότι μεγάλωσε. Είναι ένα μυθιστόρημα γεμάτο με τη νεανική ορμή ενός κοριτσιού που θέλει να ζήσει όχι αποσιωπώντας την ορφάνια της αλλά βοηθώντας την οικογένειά της και την ίδια να αποκτήσει μια νέα ισορροπία, να βρει μια νέα σχέση με τη μητέρα. Μια σχέση που θα επιτρέπει σε όλους να συνεχίσουν τη ζωή τους, με τις αναμνήσεις να γίνονται φτερά περισσότερο παρά βαρίδια.
Η Τζένη Θεοφανοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι καθηγήτρια μουσικής. Σε συνεργασία με τον Άγγελο Βελεγράκη έχει εκδώσει τα βιβλία «Ανάπτυξη Ακουστικών Ικανοτήτων» (Τόμος Α’ και Β’). Ποιήματα και πεζά της έχουν δημοσιευτεί σε συλλογικές εκδόσεις, ενώ το μυθιστόρημά της «Χωρίς τη μαμά μου» ήταν και στη βραχεία λίστα των βραβείων του λογοτεχνικού περιοδικού «Διαβάζω».