Κόσμος παιδικός

«Ο πατέρας μου πέθανε επιτόπου, η μητέρα μου στο νοσοκομείο». Απώλεια. Από την πρώτη αράδα, κατευθείαν στο θέμα.

Ένα μικρό κορίτσι μένει ολομόναχο στον κόσμο, έπειτα από τον θάνατο των γονιών του σε αυτοκινητικό δυστύχημα, και μεταφέρεται σε ορφανοτροφείο. Από τη στιγμή που η Μαρίνα εμφανίζεται εκεί, όλα αλλάζουν για τα κορίτσια που μένουν ήδη στο οίκημα. Ξαφνικά όλα καταρρέουν, καθώς αρχίζουν να συνειδητοποιούν –με επίπονο και ξαφνικό τρόπο κάποιες φορές– ότι ό,τι γνώριζαν μέχρι τότε δεν υφίσταται πλέον ως τέτοιο. Το νεοαφιχθέν κορίτσι διαφέρει σε όλα σχεδόν από τις υπόλοιπες κοπέλες – αρχής γενομένης από την ουλή στο μπράτσο του.

Σκέψεις, εντυπώσεις, συγκρίσεις, συνειδητοποίηση, αυτογνωσία έρχονται στο προσκήνιο. Ζήλια για τις αναμνήσεις της Μαρίνας, το παρελθόν της, όλα όσα πρόλαβε να ζήσει με τους γονείς της και που δεν μπορούν να κάνουν δικά τους τα υπόλοιπα κορίτσια. Ζήλια και οργή, γιατί δεν ξέρουν τι να κάνουν με την αγάπη τους, πώς να τη διαχειριστούν, θέλουν να πλησιάσουν τη Μαρίνα, να την αγγίξουν, αλλά δεν γνωρίζουν τον τρόπο για να κάνουν κάτι τέτοιο. Λαχταρούν μια επαφή. Επιθυμούν. Συναισθήματα και καταστάσεις ιδωμένες, με υποβλητικό και υπνωτιστικό ρυθμό, εναλλάξ, από την οπτική της Μαρίνας και από αυτή των κοριτσιών.

Κι έπειτα έρχεται ο φόβος, αόριστος και ύπουλος, καραδοκεί κάθε βράδυ, καθώς η Μαρίνα επινοεί ένα παιχνίδι με κούκλες σε μια ύστατη προσπάθεια να ενταχθεί στο νέο περιβάλλον. Θα τα καταφέρει;

«Χέρια μικρά» ο τίτλος, μικρό σε έκταση και το ίδιο το βιβλίο του Αντρές Μπάρμπα. Μικρό, αλλά θαυματουργό, καθώς συνοψίζει έναν ολόκληρο κόσμο, επώδυνο και βάναυσο. Αυτόν της παιδικής ηλικίας όσων ζουν και μεγαλώνουν σε ορφανοτροφείο.

Σοκαριστικό, σκληρό, ωμό, αληθινό, σκοτεινό. Ποιος είπε ότι στον κόσμο των παιδιών κατοικούν αποκλειστικά, και μόνο, η αθωότητα και η αγνότητα;

Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στην εξαιρετική μετάφραση της Βασιλικής Κνήτου.