Η Βρετανή συγγραφέας Rosamunde Pilcher (Ρόζαμουντ Πίλτσερ) γεννήθηκε το 1924 στην Κορνουάλη και πέθανε το 2019 στη Σκωτία. Τα βιβλία της έχουν πουλήσει πάνω από 60 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Στα 11 πρώιμα έργα της χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο Jane Fraser (Τζέιν Φρέιζερ). Ξεκίνησε να γράφει σε ηλικία επτά ετών και στα 15 εξέδωσε το πρώτο της διήγημα. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στο Βασιλικό Βρετανικό Ναυτικό. Έγραφε, εργαζόταν και παράλληλα μεγάλωνε τις δύο κόρες και τους δύο γιους της από την ηλικία των 18 ετών. Γνώρισε παγκόσμια αποδοχή με το 14ο βιβλίο της Μαζεύοντας κοχύλια. Μεταξύ των 29 έργων της ξεχωρίζουν τα September (1990), Coming Home (1995) και το εν λόγω, Winter Solstice (2000), το οποίο μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση το 2003.
Είναι μέσα Οκτώβρη και η τραγουδίστρια, ηθοποιός του θεάτρου και χορεύτρια Ελφρίντα Φιπς με δύο γάμους στο ενεργητικό της έχει φύγει οριστικά από το Λονδίνο πριν από δεκαοκτώ μήνες μαζί με τον σκύλο της, τον Χόρας και μένουν πια στην εξοχή του Πούλτον Ρόου, στο χωριό Ντίμπτον του Χάμσερ. Εκεί γνωρίζει τον εξηνταοκτάχρονο ευγενικό οργανίστα Όσκαρ Μπλάντελ, την πρόσχαρη σύζυγό του Γκλόρια και την εντεκάχρονη κόρη τους Φραντσέσκα. Η Γκλόρια έχει δύο ενήλικες γιους από τον πρώτο της γάμο. Η εξηνταδυάχρονη Ελφρίντα ενημερώνει τον Όσκαρ ότι θέλει να περάσει ένα μήνα στις εσχατιές της Κορνουάλης με θέα τον Ατλαντικό, όπου διαμένει ο ξάδελφός της Τζέφρι Σάτον με τη δεύτερη γυναίκα του Σερίνα. Με την επιστροφή της στο Πούλτον Ρόου, μαθαίνει την ανείπωτη τραγωδία που βίωσε ο Όσκαρ. Εκείνος αποφασίζει να περάσει τον χειμώνα στον τόπο καταγωγής του, στο μικρό χωριό Κρίγκαν, στο Σάντερλαντ της Σκωτίας και ζητά από την Ελφρίντα να τον συντροφεύσει στη Σκωτία.
Ο τριανταεννιάχρονος εργασιομανής μηχανικός Σαμ Χάουαρντ επιστρέφει στο Λονδίνο, στην έδρα του κλωστοϋφαντουργικού ομίλου όπου εργάζεται έπειτα από εννιά χρόνια εργασίας στις ΗΠΑ. Στη Νέα Υόρκη είχε παντρευτεί την Ντέμπορα, η οποία τον χώρισε επειδή έκανε δεσμό με κάποιον άλλο άνδρα. Όταν του ανατίθεται να ξεκινήσει από την αρχή ένα παλιό κλωστήριο στο Μπάκλι του Σάντερλαντ στη βόρεια Σκωτία, εκείνος ερωτεύεται μεμιάς το τοπίο και βρίσκει ένα σπίτι στο κοντινό χωριό, το Κρίγκαν.
Η τριαντάχρονη άνεργη Κάρι επιστρέφει στο Λονδίνο από το Ομπερμπόιρεν της Αυστρίας, μετά την αποτυχημένη σχέση της με τον Αντρέας, όπου την φιλοξενούν προσωρινά οι φίλοι της Ντέιβιντ και Σάρα. Η κατά πέντε χρόνια μεγαλύτερη αδελφή της, η Νίκολα έχει γνωρίσει πρόσφατα τον πενηντάρη Αμερικανό επιχειρηματία Ράνταλ Φίσερ, ο οποίος την προσκάλεσε να περάσουν μαζί τα Χριστούγεννα στο σπίτι του, στη Φλόριντα. Η δεκατετράχρονη κόρη της Νίκολα, η Λούσι Γουέσλι, δεν θέλει να πάει στην Αμερική, ούτε και να περάσει τις γιορτές με τον πατέρα της, τον Μάιλς που πλέον έχει ξαναπαντρευτεί, ενώ η μητέρα της Κάρι, η Ντόντι, δεν έχει καμία όρεξη να νταντεύει την ξεροκέφαλη, έφηβη Λούσι. Κι έτσι η Κάρι είναι αυτή που πρέπει να κρατήσει τη Λούσι για δύο εβδομάδες και οι συγκυρίες τη φέρνουν κι αυτή με τη Λούσι στο Εστέιτ Χάουζ του Κρίγκαν στο Σάντερλαντ της Σκωτίας.
Στο Εστέιτ Χάουζ, στη βρετανική ύπαιθρο, τη μικρότερη ημέρα του χρόνου, στο χειμερινό ηλιοστάσιο, αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι θα συναντηθούν σε ένα παιχνίδισμα της μοίρας και έκτοτε οι ζωές τους δεν θα είναι ποτέ ξανά οι ίδιες.
Το ογκώδες μυθιστόρημα αποτελείται από 33 μίνι κεφάλαια τα οποία βοηθούν ουσιαστικά την αναγνωστική ροή και φέρουν ως τίτλο τα ονόματα των κεντρικών χαρακτήρων. Έντεκα από αυτά αφιερώνονται στην κεντρική ηρωίδα, την Ελφρίντα, δέκα στη Λούσι, και τα υπόλοιπα μοιράζονται η Κάρι, ο Όσκαρ και ο Σαμ. Η παραπάνω τεχνική, της οπτικής γωνίας πολλών χαρακτήρων, αποδίδει στο αναγνωστικό κοινό την αίσθηση ότι μέχρι το τέλος του βιβλίου, τους έχει γνωρίσει όλους πολύ καλά. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με τις σύντομες ευχαριστίες της συγγραφέως. Ο αναγνώστης θα εξοικειωθεί με τις σκωτσέζικες συνήθειες, τη φιλοξενία και τις εξοχικές κατοικίες αυτού του περήφανου τόπου, την ίδια ώρα που η συγγραφέας συλλαμβάνει τα έντονα συναισθήματα πένθους και θλίψης αλλά και της ελπίδας που διαφαίνεται στο μέλλον όταν μαθαίνεις να αγαπάς ξανά. Οι προσωπικότητες των ηρώων δε διαφέρουν από αυτές των συνηθισμένων καθημερινών ανθρώπων, ενώ οι ιστορίες τους ξεδιπλώνονται με έναν απλό, ευθύ τρόπο, αλλά παράλληλα και τόσο ζωντανό και ζωηρό που κάνει τον αναγνώστη να αισθάνεται μέρος του κόσμου τους. Η αφηγηματική ροή δημιουργεί μία διάχυτη ρομαντική επιφάνεια κατά την εξέλιξή της, όπως μας έχει συνηθίσει η συγγραφέας στα βιβλία της, αλλά η εκπληκτική δεξιοτεχνία της αποδίδεται στο ότι ακριβώς κάτω από αυτό το λεπτό στρώμα κρύβεται ένας ωκεανός παλλόμενης έντασης και συγκρουσιακών συμπεριφορών.