Η Π. Ντ. Τζέιμς (Φίλις Ντόροθι Τζέιμς) γεννήθηκε στην Οξφόρδη το 1920, από το 1949 μέχρι το 1968 εργάστηκε στην Εθνική Υπηρεσία Υγείας και από το 1968 μέχρι το 1979 στο εγκληματολογικό τμήμα της βρετανικής Αστυνομίας. Τα μυθιστορήματά της που ακολούθησαν είχαν, διέθεταν, κατά συνέπεια, μεγάλη προσωπική εμπειρία. Στη συνέχεια βραβεύτηκε στη Βρετανία, στις ΗΠΑ, στην Ιταλία και στη Σουηδία και θεωρείται, και όχι αδίκως, η σημαντικότερη σύγχρονη Bρετανίδα συγγραφέας αστυνομικών βιβλίων. Το 2000, στα ογδοηκοστά της γενέθλια, χρίστηκε και βαρόνη του Χόλαντ Παρκ. Αγαπημένη στο αναγνωστικό κοινό, κυκλοφορούν ήδη τα βιβλία της: «Φάμπιαν», «Ο μαύρος πύργος», «Τζούλιαν», «Ο θάνατος του εμπειρογνώμονα», «Προπατορικό αμάρτημα», «Περίπτωση δικαιοσύνης», «Τεχνάσματα και επιθυμίες», «Τα παιδιά των ανθρώπων», «Η αίθουσα των φόνων», «Ο φάρος», «Θάνατος στην ιερατική σχολή», «Θάνατος σε ιδιωτική κλινική», «Μια άψογη δολοφονία», «Αθώο αίμα»…
Τη γνώρισα από το «Θάνατος σε ιδιωτική κλινική» και αναζήτησα σαν τοξικομανής ό,τι δικό της. Ο τρόπος της να αγγίζει τον τόπο και την εποχή, η νουάρ ατμόσφαιρα και ο εύστροφος τρόπος της να αφηγείται αργά και ανατρεπτικά, οι αντιφατικοί χαρακτήρες της και το σασπένς της καθημερινής ζωής, αυτού που εμείς όλοι βλέπουμε ως φαινομενικά απλό και αθώο, είναι και τα ατού της. Στο «Αθώο αίμα» επιχειρεί με μεγάλη επιτυχία και ένα πείραμα διαφορετικό: Αρχίζει σχεδόν απ’ το τέλος, δηλαδή κάνει εκείνο που απαγορεύεται σε ένα αστυνομικό, μας μαρτυρά από τις πρώτες σελίδες της ήδη τον δολοφόνο!
Η Φιλίππα Ρόουζ Πάλφρευ, δεκαοκτώ χρονών και υιοθετημένη που επιθυμεί να ανακαλύψει ποια πραγματικά είναι, πληροφορείται επισήμως ότι έχει έναν πατέρα βιαστή και μια μητέρα ισοβίτισσα η οποία έχει διαπράξει φόνο. Το θύμα, η μικρή Τζούλυ Μέιβις Σκέις, οκτώ χρονών, μια μέρα που επιστρέφοντας απ’ το σχολείο άλλαξε δρόμο, γιατί φοβήθηκε το πάρκο. Κι αυτή η μέρα ήταν η μέρα της κι η μέρα τους ταυτοχρόνως για μια ζωή. Οι επιζώντες, όσοι επέζησαν, γιατί ο πατέρας της Φιλίππα και η μητέρα της Τζούλυ θα έχουν πεθάνει στο μεταξύ, ξανασυναντιούνται μετά την αποφυλάκιση της Μαίρης Ντάκτον. Η Φιλίππα θα θελήσει να τη γνωρίσει, μητέρα της είναι, και να μείνουν για ένα καλοκαίρι μαζί. Ο πατέρας της Τζούλυ, να τη σκοτώσει. «Ο φόνος είναι το μοναδικό έγκλημα για το οποίο δεν υπάρχει επανόρθωση για το θύμα» και ο Νόρμαν Σκέις το γνωρίζει καλά. Γι’ αυτό, το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου είναι το κυνήγι τους σχεδόν σε απόσταση αναπνοής, το παρελθόν σε διαρκές φλας μπακ, ο εαυτός που γίνεται συν τω χρόνω για όλους, τελικά, άλλος. Ανάμεσά τους, οι αστοί γονείς που υιοθέτησαν τη Φιλίππα, οι παλιοί φίλοι και καινούργιοι περιστασιακοί γνωστοί, η ζωή της με την πραγματική της μητέρα. Ντετέκτιβ και μεσιτικά γραφεία, τα παιδικά χρόνια του Νόρμαν Σκέις και οι ψυχολογικές του μεταπτώσεις, η καινούργια Μαίρη Ντάκτον και το παλιό αίμα. Τα ημερολόγια που αφορούν εκείνη τη ζοφερή εποχή, ένα Λονδίνο που το περπατάς από μια λεωφόρο μέχρι την πιο σκοτεινή άκρη, μια καινούργια τρυφερή κανονική ζωή. Και η εκδίκηση που είναι πάντοτε εκεί. Αλλά δεν θα επαναλάβω την τεχνική της συγγραφέως (δηλαδή τέλος δεν έχει, στο βιβλίο αυτό). Ένα μυθιστόρημα που είναι περισσότερο ψυχολογικό θρίλερ και λιγότερο αστυνομικό, μια ιστορία ατμοσφαιρική με ανακατατάξεις ζωής που σε κάνουν τελικά έναν άλλον. Η τελική στάση θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: «Όλοι έχουμε το ίδιο αίμα, κι όλοι στο ίδιο ναυάγιο βρισκόμαστε. Αντεγκλήσεις, εξηγήσεις, πανικός, όλα είναι χαμένος χρόνος. Το μόνο που χρειαζόμαστε για να είμαστε ασφαλείς είναι να φερόμαστε με αγάπη ο ένας στον άλλον». Ένα βιβλίο για το έγκλημα και για τη μεταμέλεια, για εκείνο τον ζόφο που μπορεί να επιφέρει η στιγμή, για τη σχεδόν ευτυχισμένη ζωή που μπορούν να ζήσουν και τα ναυάγια. Μια ιστορία που σε κάνει να ξαναδείς μ’ άλλα μάτια θύτη και θύμα. Κι όσο για το παρελθόν, για όλους μας: «Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα που διαλέγεις αν θέλεις να την επισκεφτείς ή όχι». Εκτός από τους ήρωες του βιβλίου. Είναι υποχρεωμένοι να επιστρέψουν σ’ αυτήν. Εξάλλου, έτσι ακριβώς στο μυθιστόρημα ξεκίνησαν όλα… |