Στης μνήμης το δωμάτιο

Πέρασε ένας παλιατζής.

Όλο του έδινα και όλο περίσσευμα είχα.

Ποτέ δεν τέλειωνα.

Μαζεμένα πολλά στο μουκωμένο δωμάτιο.

Όλα μνήμες.

Φτιαγμένα πακέτα πρόχειρα

Στοιβαγμένα ως το ταβάνι.

Δεν κοίταζα ψηλά.

Υπήρχαν και κουτιά που δεν ήθελα να ανοίξω.

Άλλα που δεν άντεχα να πετάξω.

Κοιτούσα.

Στο ύψος των ματιών μου και λίγο χαμηλότερα.

Άφηνα τη στοίβα που μεγάλωνε

Να με κοιτάζει μονάχη εκείνη.

Αναπάντητα.

Ώσπου τα κουτιά που απέφευγα

Να φτάσουν στην ώρα των ματιών,

Στην ώρα που η φωνή του παλιατζή

Θα τα ψαχνε ξανά.

 

Είχα καιρό ώς τότε.

Χαμηλοί τόνοι, “sotto voce” ποιητής ο Μάνος Μαυρομουστακάκης με έντονη δραματικότητα. Μετά την πρώτη του θεατρική συγγραφική απόπειρα «Η παράσταση» (εκδόσεις Δωδώνη 2015), εξέδωσε τρεις μέχρι τώρα ποιητικές συλλογές στον Γαβριηλίδη: «Οδοιπόρες λέξεις», 2015, «190+1 χαϊκού», 2016 και τώρα «Ασύμμετρες αναπνοές», 2017.

Γεννημένος το 1960, χρυσοχόος το επάγγελμα, αναζητά τον δικό του ποιητικό βηματισμό σε έναν κόσμο ρευστό προκειμένου να μην λειώσει κι αυτός ως μέταλλο, για να μην αφομοιωθεί στο αμάλγαμα ενός κόσμου μεταιχμιακού, σε διαρκή ζωογόνα, εποικοδομητική Κρίση.

Είν’ αισιόδοξα τα γραπτά του, ατμοσφαιρικά κι επάλληλα, λεπτουργημένα, σε έντεχνες στρώσεις του ουσιαστικού πάνω στο επιθετικότερο [λογοπαίγνιο αυτοσχέδιο περί ουσιαστικού κι επιθέτου]. Ξέρετε, η σύγχρονη ποίηση κι ακόμα περισσότερο η κριτική της απαιτεί μεταμοντέρνα τόλμη κι ακόμα μεγαλύτερη προσοχή, γιατί δεν πατάει πάνω σε «δρόμους», σε καλούπια, είναι μακριά από τη λεγομένη «παράδοση», σνομπάρει τον Συμβολισμό κι ανατρέπει άθελά της τα πάντα. Κάθε ποίημα είναι ένα μοναδικό κι ανεπανάληπτο έργο τέχνης, σαν φυσητό γυαλί που ενσωματώνει «μέταλλα» και «σκουριά» από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Σπανίως είναι καθαρό σαν κρύσταλλο κι ελάχιστες φορές λακωνικό.

Ο Μάνος Μαυρομουστακάκης κέντρισε ευθύς εξαρχής το ενδιαφέρον μου για τη σεμνή του τόλμη και τη δραματική του ακεραιότητα. Ίσως η απουσία διανοουμενισμού και πολύχρονων «διαβασμάτων» να χαρίζει στην ποίησή του μια αυθεντικότητα που δεν μπορείς εύκολα να προσπεράσεις.

Οπωσδήποτε δεν έχει καταλήξει ακόμα, φιλοτεχνεί «έργο εν εξελίξει» κι αυτό έχει διπλό ενδιαφέρον για τον κριτικό γιατί δεν νιώθει ανατόμος αλλά προσεγγίζει με προσοχή ανθοκόμου τη μέλισσα που γεννοβολά και χτίζει κυψέλες.

Απολαύστε την αντι-μηδενιστική υπαρξιακώς αισιόδοξη ποιητική φιλοσοφία του:

ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ

Με σκεπασμένα μάτια ντυμένα με μανδύα

Προχωρούσα.

Με σκεπασμένα μάτια το πολύ που έβλεπα

Σκοτεινά προχωρούσα.

Δεν είχα άλλο να πάω, άλλο να σταθώ,

Στο σκοτάδι που συνήθιζα,

Που δεν ήθελα, που απόδιωχνα, που απελπισμένα

Θυμόμουν.

Πριν στο τέλος ξεχαστώ

Και η εγκατάστασή του γίνει μόνιμη,

Πριν γίνει όλεθρος.

Ολέθρια τέχνη του τίποτα

Λύτρωσέ με από την ουσία σου.

Αν το κάτι λέγεται ζωή

Άσε με να ζήσω.

Μετά τον υπαρξισμό, τον συμβολισμό, τον μοντερνισμό και άλλους –ισμούς ο δραματικός ποιητής Μάνος Μαυρομουστακάκης αναζητεί τη δική του αισιόδοξη θέση κάτω από τον χρυσό ήλιο της «αισιοδοξίας της ανάμνησης» (για να θυμηθούμε τον μακαρίτη «αθάνατο» ακαδημαϊκό Ευάγγελο Παπανούτσο).