Αστική οικία στο Χαλάνδρι
Αθήνα, μέσα της δεκαετίας του ’90. Στις αριστοκρατικές συνοικίες, στα σπίτια των πλουσίων, στις επιχειρήσεις τους, το χρήμα ρέει άφθονο, χρήμα που ήρθε ουρανοκατέβατο και όχι απαραίτητα από νόμιμες πηγές. Ακριβώς αυτό το χρήμα τούς κάνει να αισθάνονται άφθαρτοι και ασφαλείς. Τίποτα δεν μπορεί να τους τρομάξει, τίποτα δεν μπορεί να τους καθαιρέσει από τον θρόνο τους. Το χρήμα είναι η παντοδυναμία τους. Εσωτερικά, βέβαια, εντός της οικογένειας, πάντα υπάρχουν έριδες, διαφωνίες και ανταγωνισμοί που, από τη μια στιγμή στην άλλη, μπορούν να οδηγήσουν σε πλήρη κατάρρευση.
Μία τέτοια οικογένεια είναι και η οικογένεια Αρναούτη, που έχει την επιχείρηση «Πλέξη Α.Ε.». Πολλά τα μέλη της που εργάζονται σε αυτήν: μάνα, γιος, εγγόνια. Την πρωτοκαθεδρία, ωστόσο, και την τελική έγκριση για οτιδήποτε εκεί μέσα τα έχει η Κυρία, η Ασπασία Αρναούτη. Αυτή, εξάλλου, έστησε την επιχείρηση από το μηδέν, αυτή έφτυσε αίμα για να γίνει μεγάλη και τρανή, χάρη στην εξυπνάδα της, τη σκληρή δουλειά και τις γνωριμίες της.
Η Αρναούτη πλέον κοντεύει τα ογδόντα, ωστόσο, παρά τη σφοδρή επιθυμία των νεότερων μελών της οικογένειας, δεν παραιτείται, αρνείται να παραδώσει τα ηνία σε κάποιον διάδοχο, καθώς δεν έχει αποφασίσει ποιος απ’ όλους είναι ικανός για κάτι τέτοιο. Όλους τους παρακολουθεί άγρυπνα, σε όλους έχει να κάνει κάποια παρατήρηση∙ αυτό τους κάνει να δυσανασχετούν, ν’ αναρωτιούνται πώς θα μπορούσε, άραγε, να βγει από τη μέση.
Μέχρι που ένα πρωινό, η Κυρία βρίσκεται νεκρή στην κρεβατοκάμαρά της. Και όλοι παγώνουν. Και αρχίζουν ν’ αναρωτιούνται…
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου «Αστική οικία στο Χαλάνδρι», οι ήρωες συστήνονται ένας προς ένας. Η ίδια η Ασπασία Αρναούτη, ο γιος της, τα εγγόνια της, το υπηρετικό προσωπικό, κάποιοι υπάλληλοι της «Πλέξης Α.Ε.». Ανά κεφάλαιο, έχουμε το βιογραφικό του καθενός, ποιος είναι, από πού κατάγεται, πότε γεννήθηκε, ποιος ο χαρακτήρας του και οι ενέργειές του, ποια η πορεία του μέχρι το παρόν του μυθιστορήματος∙ σε τρίτο πρόσωπο.
Κι έπειτα, στο δεύτερο μέρος, αφού η Κυρία δολοφονείται, ο αναγνώστης παρακολουθεί τις ενέργειες της αστυνομίας για τον εντοπισμό και τη σύλληψη του δράστη. Από τις καταθέσεις των οικείων και των υπαλλήλων, σύντομα γίνεται σαφές ότι η Αρναούτη δεν ήταν ούτε ευχάριστος άνθρωπος, ούτε εύκολος. Όλα οδηγούν στο ότι ήταν σαδίστρια. Αρεσκόταν να παίζει με τους γύρω της, συγγενείς και συνεργάτες, να τους παιδεύει, να τους τάζει κάτι κι έπειτα να το παίρνει πίσω. Δεν είχε εμπιστοσύνη σε κανέναν, όλους τους είχε υπό στενή παρακολούθηση, για όλους είχε κάτι «μεμπτό» να πει.
Η Ισμήνη Καπάνταη στήνει μεθοδικά και με δεξιοτεχνία τη δομή του μυθιστορήματός της, έτσι ώστε όλοι οι ήρωες να είναι ύποπτοι, όλοι να έχουν –αποδεδειγμένα– λόγους και κίνητρα να προβούν στην αποτρόπαιη πράξη. Όλοι τους εξάλλου αυτό που επιθυμούν διακαώς είναι η γριά να βγει από τη μέση, ώστε να πάρουν την πολυπόθητη κληρονομιά.
Γραμμένο σε πολυτονικό, χρησιμοποιώντας λέξεις και εκφράσεις παλαιότερης εποχής, αναδίδει μια παλιομοδίτικη ατμόσφαιρα, αλλά παράλληλα και τόσο γοητευτική. Χαρακτηριστικό δείγμα ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας παλαιάς κοπής.