«”Θα πεθάνετε όλοι σ’ αυτήν την κόλαση”, έλεγε, μες στην καλή χαρά» (σελ. 45)

Υπάρχουν βιβλία που σε ξεκουράζουν, σε διασκεδάζουν, σε προβληματίζουν, σε βάζουν σε σκέψεις. Και υπάρχουν και βιβλία που σε σημαδεύουν, σε αλλάζουν, ζουν μέσα σου πολύ καιρό αφού τα διαβάσεις. Ένα τέτοιο μυθιστόρημα είναι ο «Αστερισμός ζωτικών φαινομένων» του πρωτοεμφανιζόμενου Αμερικανού συγγραφέα Anthony Marra.

2004. Σε ένα χωριό της Τσετσενίας, ο μάλλον αποτυχημένος γιατρός Άχμεντ αναλαμβάνει να οδηγήσει σε ένα ασφαλές μέρος την οχτάχρονη Χαβάα μετά την απαγωγή του πατέρα της από ρωσικές δυνάμεις. Την οδηγεί σε μια γειτονική πόλη και ζητάει από τη Ρωσίδα γιατρό Σόνια να την κρύψει. Κάνει μάλιστα μία συμφωνία μαζί της: θα δουλέψει στο άδειο από προσωπικό νοσοκομείο ως αντάλλαγμα για την ασφάλεια της μικρής. Η Σόνια, η μοναδική γιατρός σε ένα νοσοκομείο που έχει να φροντίσει ένα μεγάλο αριθμό προσφύγων και ανταρτών, δέχεται διστακτικά και βρίσκεται να συγκατοικεί με ένα μικρό αλλά ώριμο παιδί, ενώ παράλληλα προσπαθεί να ξεπεράσει τον πόνο που της έχει προκαλέσει η εξαφάνιση της αδερφής της.

Αυτός είναι ο βασικός καμβάς πάνω στον οποίο ο Marra σχεδιάζει τη ζωή των χαρακτήρων του. Με μία συνεχή κίνηση στο χρόνο ανάμεσα στο 1994 και το 2004, δίνει αποσπασματικά πληροφορίες και γεγονότα από τη ζωή των τριών βασικών χαρακτήρων: του Άχμεντ, που είναι ένας εξαιρετικός ζωγράφος και εγκλωβισμένος σε ένα γάμο με μία ανάπηρη γυναίκα, της Σόνιας, που εγκατέλειψε μία σίγουρη καριέρα στο Λονδίνο με το ξέσπασμα του πρώτου πολέμου στην Τσετσενία για να γυρίσει κοντά στην αδερφή της και της Χαβάα, που μεγάλωσε σε ένα σπίτι-καταφύγιο για τους πρόσφυγες και είχε έτοιμη πάντα μια βαλίτσα για ώρα ανάγκης. Δίπλα σε αυτούς τους τρεις βασικούς χαρακτήρες αναπτύσσονται και δευτερεύοντες για την εξέλιξη του μυθιστορήματος, αναπόσπαστο κομμάτι, όμως, του νήματος που ενώνει τις ζωές αυτών των αγνώστων: ο Χασάν, ο ηλικιωμένος άντρας που πέρασε τη ζωή του προσπαθώντας να γράψει την ιστορία της χώρας του, ο Ραμζάν, ο γιος του Χασάν που επέζησε φρικτών βασανιστηρίων από τους Ρώσους για να καταλήξει χαφιές τους, η Νατάσα, η χαμένη αδερφή της Σόνιας, η οποία ακολούθησε το δρόμο προς τη Δύση και βίωσε τον εξευτελισμό και την κακοποίηση.

Ιστορίες ανθρώπων παράλληλες, που τέμνονται λίγο πριν από το τέλος. Αφηγήσεις πόνου, προδοσίας, απελπισίας, απώλειας. Λόγος μεστός, δυναμικός και δυνατός, ποιητικός μέσα στην επίγεια κόλαση που περιγράφει. Ένα μυθιστόρημα που σε καθηλώνει, όχι μόνο για τα όσα φριχτά σου ψιθυρίζει, αλλά και για αυτές τις λίγες αχτίδες ελπίδας που σε αφήνει να δεις, για τις λίγες στιγμές που η ζωή λάμπει, μέσα από την ανθρώπινη επαφή, μέσα από ένα χορό που οδηγεί στο θάνατο, μέσα από ένα όνομα που επαναλαμβάνεται σαν προσευχή από τα χείλη ενός νεκρού, μέσα από τη λάμψη των μικρών ηρώων που κρύβονται σε χαμένες ψυχές. Εάν η κόλαση είναι εδώ, σε αυτό το μικρό κόσμο που κατοικούμε, μήπως και ο παράδεισος βρίσκεται κάπου κοντά; Εδώ; Γύρω μας και μέσα μας. Δεν μπορεί να μη σε συγκλονίσει μια τέτοια ιστορία, ιδιαίτερα όταν ξέρεις ότι απέχει ελάχιστα από την πραγματικότητα…