Στιγμιότυπα ψυχών

Δεν είναι λίγες οι φορές που ο άνθρωπος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του αναρωτιέται για την προσαρμογή του σ’ αυτό το σύστημα, το οποίο ονομάζεται κοινωνικό σύνολο, που απορεί πώς «κατάφερε» να γίνει ίδιος με τους υπόλοιπους, να συμβιβαστεί με την καθημερινότητα. Και δυστυχώς (ή ευτυχώς) πρόκειται για ένα ερώτημα που δύσκολα έχει την απάντησή του…

Σ’ ένα τέτοιο μοτίβο κινούνται και οι ήρωες της Λουίζας Σπηλιωτοπούλου στη συγκεκριμένη συλλογή που απαρτίζεται από 17 διηγήματα. Ήρωες αντισυμβατικοί με συμβατικές ζωές, χαρακτήρες που αγωνίζονται να αναπνεύσουν και να σταθούν στα πόδια τους, πρόσωπα αλλοιωμένα από την τριβή και το συμβιβασμό. Αναζητούν διεξόδους για να ξεφύγουν, μερικές φορές ωθώντας τον εαυτό τους στα άκρα ή άλλες πάλι στιγμές παίρνουν αποφάσεις που τους επιτρέπουν να αποκτήσουν και οι ίδιοι το χώρο τους σ’ αυτό το αδιόρατο πεδίο που ονομάζεται κοινωνία, πολιτεία, αγέλη ή όπως αλλιώς επιθυμείτε.

Αυτά τα πρόσωπα κατατρεγμένα από το ίδιο τους το Είναι βρίσκονται στο σκοτάδι, σ’ ένα λαβύρινθο χωρίς έξοδο, αναζητώντας, και μερικές φορές ελπίζοντας, ότι το λευκό, το άσπρο φως θα φανεί, έστω και σαν κουκκίδα στο δρόμο τους. Άλλοι χαρακτήρες, όμως, υποκύπτουν στη λαίλαπα που τους κατακαίει από μέσα προς τα έξω και αφήνουν να παρασυρθούν από τη λάβα και να εξαφανιστούν κάτω από το πύρινο στρώμα της.

Το βιβλίο της Λουίζας Σπηλιωτοπούλου κατ’ αρχάς θα λέγαμε ότι έχει ένα εξαιρετικό τίτλο, που δηλώνει καταφανώς αντίθεση, ενώ διαβάζοντας αποκαλύπτεται ενώπιόν μας η αντιφατικότητα κάθε ανθρώπου. Ο ρυθμός του κειμένου είναι ακατάπαυστος, κάθε λέξη μοιάζει με ριπή ανέμου, παρασύροντας τον αναγνώστη στα φουρτουνιασμένα κύματα των ηρώων της συγγραφέως. Το ύφος διακατέχεται από λυρικό μινιμαλισμό. Λυρικό, διότι η γλώσσα του έργου διαθέτει μια ποιητική χροιά, ενώ μινιμαλισμό, γιατί οι προτάσεις είναι μικρές, κοφτές, συμπυκνώνοντας το νόημα και δίνοντας παράλληλα μεγαλύτερη ένταση και δυναμική σε όσα θέλει η συγγραφέας να αφηγηθεί.

Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί πως τα περισσότερα από τα διηγήματα δεν έχουν αίσιο τέλος ή τουλάχιστον δεν είναι αίσιο, έτσι όπως έχει μάθει ο κοινός νους να ορίζει. Γιατί αν το δούμε από μια άλλη οπτική, τελικά οι εγκλωβισμένοι χαρακτήρες της παρούσας συλλογής με τον έναν ή τον άλλο τρόπο απελευθερώνονται…