Στο σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής

Τέσσερις επιτυχημένοι συγγραφείς ενώνουν τις δυνάμεις τους για να γράψουν ένα αστυνομικό μυθιστόρημα και αποφασίζουν –πολύ σοφά, κατά τη γνώμη μου–  αντί να συνεχίσει ο καθένας την ιστορία από το σημείο που την άφησε ο προηγούμενος, να αναλάβει την αφήγηση από την πλευρά ενός εκ των τεσσάρων βασικών χαρακτήρων μένοντας πιστός στη βασική δομή που έχει σχεδιαστεί. Αυτός ακριβώς ο τρόπος εργασίας μαζί με το αδιαμφισβήτητο ταλέντο των συγγραφέων οδήγησε τους Κυριάκο Αθανασιάδη, Βαγγέλη Γιαννίση, Χίλντα Παπαδημητρίου και Δημήτρη Σίμο στη συγγραφή ενός πραγματικά τρομακτικού μυθιστορήματος.

Παραμονές Χριστουγέννων, Αθήνα. Σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη στο Γκάζι οι αστυνομικοί αντικρίζουν ένα αποτρόπαιο θέαμα. Ένας άντρας βρίσκεται δολοφονημένος μέσα σε μία μπανιέρα γεμάτη νοσοκομειακά απόβλητα. Η αστυνόμος Αΐντα Μητροπούλου και ο υπαστυνόμος Δώρης Μανουστάκος αναλαμβάνουν να εξιχνιάσουν τη δολοφονία, αλλά τίποτα δεν τους προετοιμάζει για τα εξίσου ειδεχθή εγκλήματα που θα ακολουθήσουν. Ο πρώτος serial killer της Ελλάδας σχεδιάζει και εκτελεί τα εγκλήματά του με ακρίβεια, σχεδόν αλάνθαστα. Τα θύματα φαίνεται να μην συνδέονται μεταξύ τους. Ωστόσο, τέτοιου είδους εγκλήματα δεν μπορεί να είναι τυχαία. Κάπου υπάρχει μια αόρατη κλωστή που συνδέει τα θύματα. Ο ανεξάρτητος –και ιδιόρρυθμος– δημοσιογράφος Παύλος Βαφειάδης βάζει όλες του τις δυνάμεις και κινητοποιεί όλες του τις διασυνδέσεις για να μπορέσει να εντοπίσει τα στοιχεία που θα αποκαλύψουν τις κρυφές σχέσεις ανάμεσα στα θύματα. Αν και ανεπιθύμητος από τους αστυνομικούς, θα αποδειχθεί απαραίτητος στην πορεία της έρευνας, καθώς θα είναι ο πρώτος που θα εντοπίσει το μοτίβο πίσω από τους φόνους: ο δολοφόνος έχει σχεδιάσει τα εγκλήματά του με βάση τους τέσσερις ιππότες της Αποκάλυψης. Το ζήτημα είναι να προλάβει η αστυνομία να τον εμποδίσει από το να ολοκληρώσει το έργο του.

Όπως αναφέραμε και στον πρόλογο, ο κάθε συγγραφέας αναλαμβάνει να συνεχίσει την ιστορία μέσα από την οπτική γωνία των τεσσάρων βασικών χαρακτήρων, δηλαδή της αστυνόμου Μητροπούλου, του υπαστυνόμου Μανουστάκου, του δημοσιογράφου Βαφειάδη και του ανώνυμου δολοφόνου. Το διαφορετικό ύφος του κάθε συγγραφέα, αντί να δημιουργεί προβλήματα στη συνοχή της αφήγησης, προσδίδει μια ρεαλιστική μοναδικότητα στον κάθε χαρακτήρα, του προσφέρει βάθος και ουσία ύπαρξης. Με άλλα λόγια, οι τέσσερις συγγραφείς κατάφεραν να απομακρυνθούν από τον κίνδυνο δημιουργίας «χάρτινων» ηρώων και κατόρθωσαν να πλάσουν οντότητες με βασανισμένο παρελθόν και προβληματικό παρόν, χαρακτήρες που έχουν να αντιμετωπίσουν πρώτα το σκοτάδι της δικής τους ψυχής πριν καταφέρουν να αντιμετωπίσουν τον αδίστακτο δολοφόνο.

Με έντονα σκοτεινό ύφος, μια σειρά εικόνων που πολλές φορές σοκάρουν, σε μια Αθήνα απειλητική μέσα στο εορταστικό της κλίμα, οι χαρακτήρες τρέχουν να προλάβουν τον χρόνο που θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση των δολοφονιών σε ένα μυθιστόρημα που πατάει ακριβώς πάνω στη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο αστυνομικό και το μυθιστόρημα τρόμου. Ένα πείραμα που πέτυχε να δημιουργήσει μια τρομακτική ιστορία που ακολουθεί τον αναγνώστη και μετά την ολοκλήρωσή της.