«Η ιδέα ήταν να κάνω κάποιο καλό, να εργαστώ με τους φτωχούς, τους καταπιεσμένους, να εμπλακώ με τους περιφρονημένους και τους αόρατους για να δω αν μπορώ να τους υπερασπιστώ απέναντι στην αναλγησία και την αδιαφορία της αμερικανικής κοινωνίας. Κι άλλη υπερφίαλη ανοησία; Για ορισμένους οπωσδήποτε, αλλά εγώ δεν το αισθάνθηκα ποτέ μου έτσι. Από την ποίηση στη δικαιοσύνη λοιπόν. Ποιητική δικαιοσύνη, αν προτιμάς. Γιατί το θλιβερό γεγονός παραμένει: έχουμε πολύ περισσότερη ποίηση στον κόσμο απ’ ό,τι δικαιοσύνη.»

Παρά την απόφασή του, όμως, ο Άνταμ Γουόκερ, φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και ο-μοναδικός -επιζών –του- οικογενειακού -ναυαγίου, κατ’ αρχάς είχε επιλέξει να γίνει ποιητής, έγραψε μάλιστα και κάποια ποιήματα, παρά λίγο να ξεκινήσει λογοτεχνικό περιοδικό, στη Νέα Υόρκη, την άνοιξη του 1967, τη χρονιά εκείνη όπου, στον κόσμο και στην προσωπική του ζωή, άλλαξαν όλα.

Καταλύτης, στην προσωπική του ζωή, ο αινιγματικός Γάλλος Ρούντολφ Μπορν και η-αφηρημένη -διαρκώς γοητευτική σύντροφός του. Το ερωτικό παιχνίδι όπου εκών-άκων θα εμπλακεί και ένας φόνος που θα συμβεί για ν’ ανασύρει όλες τις μνήμες του νεκρού αδελφού, να τον θέσει σε αντιπαράθεση με το σκοτάδι και το φως, με εκείνον τον εαυτό που πίστευε πως διαθέτει μέχρι εκείνη εκεί τη χρονική στιγμή, με τα καταπιεσμένα ερωτικά συναισθήματα για τη σχεδόν δίδυμή του αδελφή, για την αναζήτηση της απόλυτης ηδονής και ταυτοχρόνως της απόλυτης δικαιοσύνης. Το ταξίδι στο Παρίσι, το Λονδίνο και η Επιστροφή, εκείνη η Άνοιξη, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο θα του αλλάζουν εντελώς τη ζωή και την οπτική, την ίδια ώρα που Βιετνάμ, ο Μάης που θα ακολουθήσει, ο Πόλεμος που μαίνεται, αλλάζει γύρω του και όλο τον κόσμο.

Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τρεις αφηγήσεις, με τρεις διαφορετικούς αφηγητές: είναι ο Άνταμ Γουόκερ που πρωτοπρόσωπα και τριτοπρόσωπα μας αφηγείται τη συνάντησή του με το αινιγματικό ζευγάρι και «το Καλοκαίρι του ανίερου γάμου του» με την αδελφή, ο φίλος του Τζίμι, πασίγνωστος πια Τζέιμς Φρίμαν και σπουδαίος συγγραφέας, και η Σεσίλ, κόρη της Ελέν, παρ’ ολίγον συζύγου του Μπορν∙ το αποτέλεσμα είναι ένα βιβλίο μέσα στο βιβλίο.

Το βιβλίο του Άνταμ Γουόκερ [όχι τυχαία Άνταμ και όχι τυχαία Γουόκερ, εφόσον το βιβλίο είναι γεμάτο από βιβλικές αναφορές και όλα είναι ένα σύμβολο τελικά των όσων συμβαίνουν] που χωρίζεται σε τρεις εποχές-περιόδους, Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, που τελικά γράφει μέσα από τις πρόχειρες σημειώσεις του ο Τζέιμς Φρίμαν, με τον γενικό τίτλο «1967», τη χρονιά δηλαδή που άλλαξε τα πάντα. Και το βιβλίο του Τζέιμς Φρίμαν, για τον φίλο του Άνταμ που ξαναμπήκε ξαφνικά και στη δική του ζωή, με τη Σεσίλ και τις ημερολογιακές σημειώσεις της να υπογράφουν τελικά το φινάλε.

Η άβυσσος της ανθρώπινης ψυχής, οι συμπτώσεις που σου αλλάζουν τον χαρακτήρα και τη ζωή, ο Ψυχρός Πόλεμος και εκείνος ο μυστικός, ο αόρατος πόλεμος, που δεν τελειώνει ποτέ, και μαζί όλοι οι ανυπεράσπιστοι κι αόρατοι αυτής της γης, το Κακό και το Καλό που πολεμούν μια ζωή με αμφίβολο ηττημένο και νικητή, με αμφίβολο μια ζωή αποτέλεσμα. Ένα βιβλίο που παραβολικά αναφέρεται σε όλη την ανθρώπινη περιπέτεια και ιστορία. Αποτελώντας τελικά και ένα εγχειρίδιο γι’ αυτή καθ’ εαυτή τη γραφή. Με τον τρόπο που αφηγείται κανείς μια ιστορία ή την ίδια του την ιστορία. Με τον τρόπο που μπορεί να βλέπει κανείς τη ζωή ή την ίδια του τη ζωή. Για τους φόβους που σε κάνουν, τελικά, να ρισκάρεις και να επανατοποθετηθείς: «Ο Φόβος είναι που μας κάνει να ρισκάρουμε και να ξεπερνάμε τα συνηθισμένα μας όρια, και κάθε συγγραφέας που νομίζει ότι ελέγχει πλήρως τα πράγματα είναι μάλλον απίθανο να γράφει κάτι της προκοπής».

Το αποτέλεσμα, ένα συγκλονιστικό υπαρξιακό, ερωτικό θρίλερ που είναι ταυτοχρόνως και μια ιστορική αλλά και βιβλική αλληγορία. Για τους ορατούς και αοράτους αυτής της ζωής, για τα φωτεινά και τα σκοτεινά σημεία της ανθρώπινης φύσης. Για το προπατορικό αμάρτημα που βρίσκεται στην οικογένεια του καθενός, για τη στιγμή εκείνη του χρόνου που αρκεί να μας αλλάξει τα πάντα. Για τη «λάθος θέση» όπου ο καθένας μας μπορεί να βρεθεί.

Σημαντικές συγγραφικές στιγμές, το τελετουργικό των γενεθλίων για τον χαμένο αδελφό, η ουτοπική συνάντηση των δύο φίλων [ο Τζίμι δεν θα βρει παρά τις στάχτες του Άνταμ], το ξενοδοχείο στο Παρίσι που δεν θα υπάρχει λες και η ιστορία του Άνταμ να μην είχε ποτέ συμβεί, το νησί του παραδείσου όπου κατέφυγε ο Μπορν που είναι ταυτοχρόνως και το νησί του διαβόλου. Η ιστορία με την Γκουίν που υπάρχει, τελικά, και δεν υπάρχει, για το μεγάλο πείραμα που θα μπορούσε να είχε μείνει και μόνο στη φαντασία.

Η ζωή που είναι απίστευτη και, ναι. κι εσύ είσαι απίστευτος «κι αναρωτιέσαι πώς στο καλό κατάφερες να βρεις τον δρόμο σου μέσα σε αυτό το αδιέξοδο απελπισίας και αυτοϋποτίμησης».

Και, πάνω απ’ όλα, εκείνη η μεγάλη, απρόσμενη χρονική στιγμή, σημαντική πια για όλη σου τη ζωή, η μικρή στιγμή που σ’ έκανε για λίγο να κλυδωνιστείς τόσο  ώστε να αισθανθείς ή να γίνεις, έστω για λίγο, ένας άλλος: «Αυτή η αδυναμία αντίδρασης είναι με διαφορά το πιο κατακριτέο πράγμα που έχω κάνει ποτέ, η χειρότερη στιγμή της καριέρας μου ως ανθρώπινου όντος. Δεν είχα απλώς επιτρέψει σε έναν δολοφόνο να κυκλοφορεί ελεύθερος, αλλά με είχε εμμέσως αναγκάσει να αντιληφθώ την ηθική μου ένδεια, να αναγνωρίσω ότι δεν είχα υπάρξει ποτέ ο άνθρωπος που πίστευα ότι είμαι, ότι ήμουν λιγότερο καλός, λιγότερο δυνατός, λιγότερο θαρραλέος απ’ ό,τι φανταζόμουν». Εκείνη η στιγμή που, τελικά, για τον καθένα μας είναι αρκετή να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου.