«Όταν το χρώμα του ουρανού μας πληροφορούσε ότι πλησίαζε η ώρα του βραδινού, κατεβαίναμε κάτω και λέγαμε “Αντίο τώρα” και “Τα λέμε αύριο”, κι ο καθένας έπαιρνε το δρόμο του μέσα στο σούρουπο» (σελ. 57)

Ο Αμερικανός διεθνώς αναγνωρισμένος και βραβευμένος συντάκτης, μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, καθηγητής Πανεπιστημίου και συγγραφέας παιδικών βιβλίων William Keepers Maxwell Jr. γεννήθηκε το 1908 στο Λίνκολν του Ιλινόι και πέθανε το 2000 στη Νέα Υόρκη. Εργάστηκε ως επιμελητής λογοτεχνικών κειμένων στο περιοδικό New Yorker από το 1936 έως το 1975. Η μητέρα του και ο ίδιος στην ηλικία των 10 ετών αρρώστησαν από την πανδημία της ισπανικής γρίπης με τη μητέρα του να υποκύπτει  – ένα γεγονός που τον σημάδεψε για πάντα και είναι διάχυτο στα έργα του, κυρίως στα αυτοβιογραφικά. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι (όπου και αργότερα υπήρξε καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας) και απέκτησε το μεταπτυχιακό του από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαντ. Τα ακόλουθα έξι μυθιστορήματά του τον κατέταξαν ως έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς του 20ού αιώνα: Bright Center of Heaven (1934), They Came Like Swallows (1937), The Folded Leaf (1945), Time Will Darken It (1948), The Chateau (1961) και το εν λόγω So Long, See You Tomorrow (1980), το οποίο κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ  το 1982 και είναι ένα «από τα 100 επιδραστικότερα μυθιστορήματα της αγγλικής γλώσσας» (BBC). Το 1968 εκλέχτηκε πρόεδρος του National Institute of Arts and Letters.

Ο ηλικιωμένος αφηγητής θυμάται και εξιστορεί τη φιλική σχέση που είχε πριν από παραπάνω από μισό αιώνα, στα παιδικά του χρόνια, με ένα αγόρι τη δεκαετία του 1920 στο κεντρικό Ιλινόι των ΗΠΑ και η οποία ξέφτισε εξαιτίας του φόνου ενός αγρότη, του Λόιντ Γουίλσον, που δεν είχε συναντήσει ποτέ και είχε γίνει ξημερώματα μιας χειμωνιάτικης ημέρας στη φάρμα του, όχι μακριά από το τοπικό σκυρωρυχείο. Σε αυτό το ταξίδι στο παρελθόν ο ήρωας φέρνει στον νου του τη μητέρα του που πέθανε στα 38 της χρόνια από την ισπανική γρίπη, τους δύο αδελφούς του, τον πατέρα του που ξαναπαντρεύτηκε, τη μητριά του και τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του. Πίσω στον χρόνο θα γνωρίσει τον δεκατριάχρονο Κλίτους Σμιθ και μέσα από αυτή τη φιλία θα αναζητήσει σήμερα τη λύτρωση στα λησμονημένα χρόνια της αθωότητας και της ενοχής.

Το βιβλίο αποτελείται από την κατατοπιστική εισαγωγή της επιφανούς συγγραφέως Ann Patchett, τα εννέα κεφάλαια του έργου και το εκδοτικό σημείωμα μιας συνοπτικής αναφοράς στον συγγραφέα. Το μικρό μυθιστόρημα, διάσπαρτο από έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία, αποτυπώνει ξεκάθαρα τη λειτουργία του ανθρώπινου μυαλού. Ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί αν είναι κατορθωτό τελικά να ξεπεράσει τις εμπειρίες που τον καθόρισαν, αν συνεχώς επιστρέφει, όπως ο ήρωας, τόσο στοχαστικά κι επιδέξια στα γεγονότα, στις συμφορές και στους ανθρώπους του παρελθόντος του. Δεν πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα, ούτε κι έχει τη δομή ενός παραδοσιακού μυθιστορήματος. Θα μπορούσε να είναι μια ερωτική ιστορία, αν δεν την παράσερνε στον διάβα της η ιστορία για τον θάνατο της μητέρας του αφηγητή. Πάνω απ’ όλα, όμως, είναι μια ιστορία για την προσωπική εμπειρία, και το αναγνωστικό κοινό δεν θα διαπιστώσει εκπλήξεις στην πλοκή, αλλά μια αδιάκοπη σειρά γεγονότων που βασίζονται στην επιτακτικότητα των αντικρουόμενων συναισθημάτων, όπως σημειώνει η Patchett στο αριστουργηματικό αυτό έργο, όπως το χαρακτηρίζει. Πρόκειται για ένα μωσαϊκό συναισθημάτων, ένα μοναδικό, σπουδαίο έργο τέχνης, ιδανική κληρονομιά για τις επόμενες γενιές με διδάγματα απόλυτα επίκαιρα και αναγκαία.