Στροφές ανάποδες
Παραμονή Πρωτοχρονιάς, στη Νέα Ελαία. Ο έφηβος Μανώλης έχει ξεμείνει με πέντε ευρώ στην τσέπη, ενώ οι φίλοι του ετοιμάζονται για γερό ξεφάντωμα σε σκυλάδικο. Με πρόφαση το άσθμα του, επιστρέφει στο πατρικό. Όταν, ενώ ξεσηκώνει ολόκληρο το διαμέρισμα για να ανακαλύψει το κομπόδεμα της μάνας του, πέφτει πάνω στο ημερολόγιό της, αμαρτολόγιο καλύτερα, επόμενο είναι να το διαβάσει. Τότε είναι που ο εγκέφαλός του κρασάρει και παίρνει ανάποδες στροφές. Τότε είναι που όλα γίνονται άλλα με καταστροφικά αποτελέσματα.
Εμμονικός, γρήγορος ρυθμός γραφής που σε παρασύρει: κάθε παράγραφος και πρόταση, με ενδιάμεσα σημεία στίξεως ίσα για μία ανάσα. Τριτοπρόσωπη αφήγηση, σωστός χείμαρρος, αιχμηρή γλώσσα. Διαρκής εναλλαγή αφηγητών: πότε ο Μανώλης, πότε η μάνα του και πότε οι «ανομολόγητες» καταγραφές του ημερολογίου, που τους «έκαψε» όλους. Και θυμός: από αυτό έχει καταληφθεί παιδιόθεν ο ήρωας, αυτός είναι που καθοδηγεί τις σκέψεις του και τις πράξεις του.
Η αφήγηση βήμα βήμα ξετυλίγει ολόκληρη τη ζωή και την καθημερινότητα του Μανώλη, με τον πατέρα απόντα και τη μάνα να κάνει χίλιες δυο δουλειές για να τον μεγαλώσει, και της μάνας του, που άλλα όνειρα είχε και τελείως αλλού κατέληξε. Πνιγμένη στα χρέη, επιδιδόμενη σε επιδερμικές σαρκικές απολαύσεις δίχως ουσία και βάθος, να μεγαλώνει μόνη τον γιο της και να δουλεύει νυχθημερόν σε ξενοδοχεία, σε σουβλατζίδικα, σε σούπερ μάρκετ και σε πολυκαταστήματα για ένα μεροκάματο.
Η νουβέλα της Πέλας Σουλτάτου «Ανάποδες Στροφές» είναι ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος. Όταν η ζωή παίρνει στροφές ανάποδες, τίποτα πια δεν μπορεί να πάει καλά και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί για τίποτα.