Περί αναμνήσεων (και άλλων δαιμονίων)
Είναι από τις φορές εκείνες που δεν βάζω στίχους από το βιβλίο που παρουσιάζω ως τίτλο κειμένου. Άλλες φορές δε βρίσκω. Άλλες, όπως η παρούσα, δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω. Ωστόσο, έχω κρατήσει κάτι για το τέλος.
Ο έξοχος τίτλος «Αναμνέζα» της ποιητικής συλλογής του Διονύση Μαρίνου, που σημαίνει ανάμνηση, μας δίνει μια πρόγευση για το περιεχόμενο του βιβλίου. Όχι, μόνο για το ενδότερον του κόσμου –και της μονάδος φυσικά– αλλά και ότι έχουμε να κάνουμε μ’ έναν ποιητή (και συγγραφέα) που εκ προοιμίου διαφαίνεται ιδιαίτερος, διαφορετικός, ξεχωριστός.
Στην παρούσα και πρώτη του ποιητική συλλογή ο Διονύσης Μαρίνος στέκεται και ψιθυρίζει με στίχους τις αναμνήσεις της ψυχής. Με τόνο ήρεμο, μεστό, υποβλητικό, ανθίσταται στην ισοπέδωση της ρηχότητας.
Μια ποιητική συλλογή, χωρισμένη σε δέκα ενότητες: ξεκινώντας με το πιο σίγουρο στη ζωή, το θάνατο, ακροβατώντας στο μεταίχμιο της ζωής και της απουσίας της, όπου με σπαραξικάρδιο θρήνο γητεύεται τη λήθη και καλοβλέπει υποδόρια την πνοή. Έπειτα, ο άντρας, ο λαξεμένος στην ανείπωτη συντροφιά της νύχτας, με το φέγγος των άστρων να γυρεύει και να ελπίζει. Και πλάι η γυναίκα, Μήδεια στην ψυχή της, καθώς η στενοχώρια, μετά ο σπαραγμός κι έπειτα η λύτρωση, υμνωδούν τη μοναδικότητα της γυναίκας, της μητέρας, της συζύγου, της αδερφής.
Για να φτάσουμε στον πατέρα, στην απέναντι όχθη, της απουσίας, ενώ εκείνος που απέμεινε γεύεται τη ριπή του ανέμου στο δέρμα, να τον ακουμπά και να τον χαϊδεύει, πατρικό χάδι, προσμένοντας την τέρψη μιας ακόμα συνάντησης. Και μετά ο κόσμος, η πόλη, η γειτονιά, το άτομο, ένα πλήθος ζώντων οργανισμών διαφεντευμένων από τα ίδια τους τα λάθη και τα πάθη, σε μια σύγκρουση ψυχών, που αλυχτάει στην προσδοκία της λύτρωσης.
Η φλόγα και το νερό, οι δυο επόμενες ενότητες, ως στοιχεία που καθιστούν εν ζωή, γειτνιάζουν στο βήμα του ανθρώπου, αλλά και επικαλύπτουν τη νωθρότητα της επίπεδης επιφάνειας. Στοιχεία απελευθερωτικά, κραδαίνουν την κιβωτό ως κέρας κάθε ατομικής επανάστασης. Και τα σώματα, μια σκέψη στο «Περί σωμάτων» του Νάσου Βαγενά, σώματα χτυπημένα σε κάθε γράμμα, αγαπημένα σε κάθε λέξη, εξαντλημένα σε κάθε στίχο. Και οι λέξεις που στέκονται αγέρωχες στην έλευση του χρόνου –και του κόσμου– και ουσία για την υπό-σταση του αδιάκοπου ρυθμού.
Και ο Διονύσης Μαρίνος κλείνει τη συλλογή σχεδόν όπως άρχισε, με το τέλος, με την αρχαία έννοια, δηλαδή σκοπός, άρα ο θάνατος είναι τέλος, το τέλος σκοπός, επομένως ο θάνατος είναι ο σκοπός. Σμιλεύοντας τα χρώματα στην αγαλμάτινη όψη της ζωής του κάθε ανθρώπου, μέχρι τη στιγμή εκείνη που το δημιούργημα ολοκληρώνεται. Για το αποτέλεσμα; Ποιος μπορεί να κρίνει;
Η ποίηση του Διονύση Μαρίνου, συμπυκνωμένη νοηματικά, με οικονομία γραφής, και μ’ ένα ρυθμό που σε παρασέρνει, αποτελεί μια εξαιρετική προσθήκη στην ποιητική διαδρομή της χώρας τούτης. Γιατί ιδανικά μεταποιεί την εμπειρία και τη σκέψη σε λέξεις, άριστα τοποθετημένες, που γνέφουν στον αναγνώστη για το μύχιο κόσμο των ανθρώπων.
Μια Αγία Γραφή, τρόπον τινά, θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την ποιητική συλλογή του Διονύση Μαρίνου, κυρίως για τη δομή και τον τρόπο που εξυφαίνεται το κουβάρι της δικής του, προσωπικής διαδρομής.