Αμφισβήτηση, απελπισία, ανισότητες και Αγώνας για προσωπική απελευθέρωση
Ο Ράσελ Μπανκς γεννήθηκε το 1940 και σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας. Είναι ιδιαίτερα γνωστός και τα βιβλία του, που έχουν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες χαρακτηρίζονται από κοινωνικούς προβληματισμούς και αναλύσεις, αλλά και από βαθιά και ακριβή ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων τους.
Στο βιβλίο του «American darling» ακολουθεί τα βήματα της Χάνα Μάσγκρεϊβ. Κόρη αμερικανικής οικογένειας, η οποία είναι μέλος της καλής κοινωνικής τάξης, με πατέρα γνωστό γιατρό με ειδίκευση στα παιδιά και την ψυχολογία τους. Επαναστατεί ενάντια στο κατεστημένο και στη νοοτροπία των γονιών της, όπως πολλές φορές κάνουν παιδιά τέτοιων οικογενειών και ακολουθεί ομάδες ένοπλης αντίστασης και αντίδρασης που μάχονται μεταξύ των άλλων και για τη φυλετική ισότητα. Όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα χρονολογικό πλαίσιο που αρχίζει το 1975. Φεύγει από το σπίτι της, η δράση της τη φέρνει σε πολλά μέρη και γυρνάει κυνηγημένη τις ΗΠΑ. Καταζητούμενη, καταλήγει τελικά στην Αφρική, στη Λιβερία. Εκεί εργάζεται σε πειράματα με πιθήκους, μισθοδοτούμενη από αμερικάνικο πανεπιστήμιο, χρηματοδοτούμενο από πολυεθνικές εταιρείες. Παντρεύεται ένα ντόπιο μέλος της κυβέρνησης και ζει με άλλο όνομα, εν γνώσει όμως της αμερικάνικης πρεσβείας.
Η πορεία της ζωής της Χάνα γίνεται με φόντο την κατάσταση στις ΗΠΑ γύρω από θέματα κοινωνικής ανισότητας. Όταν όμως διωκόμενη βρίσκεται σε μια άλλη ήπειρο, το φόντο αλλάζει. Χοντραίνει. Δεν καλλωπίζεται εξωτερικά. Αφρική είναι και όχι Αμερική. Πολιτικές αυθαιρεσίες, δολοφονίες, ανερυθρίαστη απουσία ηθικής και δικαίου, ωμές χειραγωγήσεις, και πίσω απ’ όλα αυτά ένας έλεγχος από μακριά της πολιτικής και οικονομικής ζωής της Λιβερίας από τις ΗΠΑ. Η πρώην αντιστασιακή μητέρα, και έμμεσα μέρος της εξουσίας πια, βολεύεται και οι ιδέες της χωνεύονται από τα πράγματα. Γίνεται πιόνι η ίδια, χωρίς να το καταλαβαίνει. Χρειάζεται πολλά χρόνια μέχρι να εξετάσει και πάλι τις ρίζες της στην κοινωνία, στην οικογένεια , αλλά και στην ψυχή της, ώστε να καταλήξει σε μια δική της, και όχι εξωθημένη από γεγονότα και καταστάσεις, συμπεριφορά.
Η εξέλιξη της ιστορίας γίνεται πιο ενδιαφέρουσα με τα χρονικά μπρος πίσω, τις επιστολές που ανταλλάσσει με τους γονείς της και αποκρυπτογραφούν συμπεριφορές και δικαιολογούν πράξεις και τις εν γένει συνδέσεις διαφορετικών καταστάσεων –εποχών και συνθηκών – της ζωής της. Η γλώσσα του Μπανκς είναι αναλυτική, υπερβολικά ίσως λεπτομερειακή (όπως πολλών Αμερικάνων συγγραφέων), ενώ η ματιά του είναι ουσιαστικά ψυχαναλυτική. Μας ξένισε το γεγονός της συγγραφής από άνδρα όχι απλά της ιστορίας μιας γυναίκας, αλλά της προσπάθειας μακρόχρονης (και πολυσέλιδης) εμβάθυνσης στο χαρακτήρα της και στην ψυχοσύνθεσή της, σε πρωτοπρόσωπη μάλιστα αφήγηση! Θα λέγαμε πως το ύφος γραφής, στα δικά μας μάτια τουλάχιστον, είναι περισσότερο ύφος ενός άντρα που παρατηρεί λεπτομερώς όσα συμβαίνουν σε μια γυναίκα, παρά ύφος μιας δραστήριας γυναίκας που ψάχνει και ψάχνεται. Είναι περισσότερο Αρσενικό παρά Θηλυκό. Βέβαια ο υποψιασμένος, για παρόμοιους προβληματισμούς, συγγραφέας, προσπαθώντας ίσως να απαντήσει ή να προλάβει σχόλια, βάζει την ηρωίδα του αφενός να δηλώνει πως μικρή ήταν αγοροκόριτσο και να έχει σύντομες ομοφυλοφιλικές σχέσεις, και αφετέρου να μην λειτουργεί ως «μητέρα». Στο συγκεκριμένο θέμα της γλώσσας όμως, παρά την προσπάθεια ενίσχυσης της θέσης του για την αιτιολόγηση της ιδιαίτερης «γυναικείας γλώσσας», δεν μας έπεισε. Παρά τη δυσαρμονία αυτή, η όλη ιστορία ψυχαγωγεί, δίνοντας ενημερωτικές απαντήσεις σε πολλά απ’ όσα «συνέβησαν» εκείνη την εποχή ή και σε όσα εξακολουθούν να συμβαίνουν σήμερα, με άλλη μορφή, αν και στην ίδια βάση.