Ιστορίες ανθρώπων που διατρέχουν την πανανθρώπινη Ιστορία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα 12 διηγήματα της Λουκίας Δέρβη, την οποία γνωρίσαμε εδώ το 2009 με τη νουβέλα «Ομπρέλες στον ουρανό», την οποία ακολούθησε το 2013 το μυθιστόρημα “Group therapy”.
Από την Ντόνι (Αντωνία), νονά της αφηγήτριας, που γεννήθηκε το 1890 στο Καρλόβασι της Σάμου και δεν πήγε ποτέ στο Τζιμπουτί, όπου πήγε όμως με τη σειρά όλη η υπόλοιπη οικογένειά της («Ταξίδι στο Τζιμπουτί»), μέχρι την Ιρανή Σάλμα που έζησε σε νεοκλασικό στην Κυψέλη με τον Γιάννη («Τουρίστες»), τη Γεωργία που ήρθε από την πατρίδα της για να δουλέψει «Αποκλειστική», την Ντιλιάνα από τη Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας, εσωτερική σε μια εύπορη οικογένεια Ελλήνων μικρασιατικής καταγωγής τη δεκαετία του ’70 («Βραδινή προσευχή»). Από την Ευγνωσία με τον αυτόχειρα γιο («Τριαντάφυλλα στο μνήμα»), στη Μαίρη («210 – 9613655») που ανακαλύπτει πως το τηλέφωνο που είχε πριν πεθάνει ο μπαμπάς της ανήκει τώρα σε μια τριμελή οικογένεια μεταναστών από την πρώην ΕΣΣΔ, κι από το ζευγάρι των Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία που αντιμετωπίζει την εργασιακή εκμετάλλευση από ομοεθνή εστιάτορα («Πες όχι, Ελένη»), στον Παναγιώτη που γίνεται μεγάλος και τρανός για να τα χάσει όλα («Ο Αμερικάνος»), στην Ανθούλα, με καταγωγή από τον Πόντο, που ζει δύο έρωτες-τράνζιτ με έναν νεαρό μετανάστη και κατόπιν με τον εργοδότη της («Τράνζιτ») και στον Στρατή, αφημένο σε μια ερημιά, καταχείμωνο, από τον προστατευόμενό του («Αλλού, στο πουθενά»).
Κι από ένα χωριό της Ελλάδας στη Μασσαλία, μαζί με την Αλίκη στο «Όλους τους όρκους», λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι τη Λάπηθο της Ανδρούλας μες τη φωτιά και τις στάχτες ενός σύγχρονου πολέμου («Πώς χάθηκε η Πανσέληνος»), η Λουκία Δέρβη εισχωρεί στις ιστορίες αυτών των ανθρώπων και τις κάνει δικές μας με έναν λόγο λιτό, συγκροτημένο. Η αφήγηση είναι πότε πρωτοπρόσωπη πότε τριτοπρόσωπη, οι ιστορίες ολοκληρώνονται συνήθως χαμηλόφωνα, χωρίς δραματικές απολήξεις. Η σειρά με την οποία παρουσιάζονται θα μπορούσε να μην είναι τυχαία: στη μέση περίπου το ομίτιτλο διήγημα, στις άκρες δύο διηγήματα με προσφυγιά ή/και απώλεια, ενδιάμεσα εκείνα που μιλούν πιο απτά για μετανάστες, Έλληνες και ξένους, ενώ τα μεγαλύτερα σε έκταση διηγήματα (που δεν ξεπερνούν, ωστόσο, τις δέκα σελίδες) τοποθετούνται (περίπου) στην ίδια απόσταση από την αρχή και το τέλος.
Το «Αλλού, στο πουθενά» είναι μια συλλογή διηγημάτων πολύ περισσότερο από ευπρόσωπη για μια συγγραφέα που έχει αποδείξει ότι διαθέτει και γνώση και ευαισθησία.