Όνειρα από χώμα και κρασί

Ο Γιάννης Γρηγοράκης είναι ένας ανήσυχος λογοτέχνης, δεν κατασταλάζει σε μια φόρμα, δεν συμβιβάζεται με ένα μόνο λογοτεχνικό είδος. Έπειτα από ένα δυστοπικό μυθιστόρημα, ένα αστυνομικό και ένα κατά κύριο λόγο υπαρξιακό, ο συγγραφέας αποφασίζει με το νέο του μυθιστόρημα «Αληθινοί και ονειροπόλοι» να γράψει μια οικογενειακή ιστορία που διασχίζει έναν ολόκληρο αιώνα και μαζί τη σύγχρονη Ιστορία της χώρας μας.

Ο Λέων Αληθινός έχει ένα όραμα: να δημιουργήσει ένα οινοποιείο στη Μαντίνεια Αρκαδίας. Οι οικονομικές συγκυρίες όμως δεν το επιτρέπουν· βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και η παγκόσμια οικονομική κρίση δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη και την Ελλάδα. Η ελπίδα του είναι ότι όταν ο γιος του Άγγελος επιστρέψει από την Αθήνα, όπου σπουδάζει στη Γεωπονική, θα καταφέρουν να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους. Πράγματι, ο Άγγελος επιστρέφει στα πάτρια εδάφη μαζί με τη σύζυγό του Ειρήνη, αλλά δεν θα προλάβει να πραγματοποιήσει το όνειρο του πατέρα του γιατί ο πόλεμος και η Κατοχή θα σταματήσουν κάθε πρόοδο στον τόπο. Αυτός που τελικά θα καταφέρει να δημιουργήσει το οινοποιείο είναι ο γιος του Άγγελου, ο Διόνυσος. Με την αγάπη του για τη γη και τα αμπέλια, θα κάνει τα κρασιά του γνωστά διεθνώς. Κανένα, όμως, από τα τρία παιδιά του δεν θα ακολουθήσει τα χνάρια του και τώρα, στο τέλος της ζωής του, το οινοποιείο βρίσκεται ένα βήμα πριν από την καταστροφή.

Η ιστορία την οικογένειας Αληθινού, το πρώτο επίπεδο του μυθιστορήματος, είναι ενδιαφέρουσα ως μια διαδρομή μέσα στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Όνειρα και φιλοδοξίες γκρεμίζονται και αναγεννιούνται κατά τη διάρκεια χρονικών περιόδων που χαρακτηρίζονται από την κρίση σε διάφορες εκφάνσεις της (οικονομική, ιστορική, πολεμική). Γίνεται εύκολα εμφανές ότι οι ατομικές ιστορίες, ανάγκες και προσδοκίες μπορούν εύκολα να ηττηθούν από την αδυσώπητη πραγματικότητα του ιστορικού γίγνεσθαι. Ο συγγραφέας όμως δεν περιορίζεται στο ρεαλιστικό επίπεδο της ιστορίας και επιλέγει να προχωρήσει σε ένα δεύτερο, σε αυτό της υπαρξιακής αναζήτησης. Σχεδόν όλα του τα πρόσωπα, ανεξάρτητα από την εποχή στην οποία ανήκουν, καλούνται να αντιμετωπίσουν όχι μόνο την καθημερινή πραγματικότητα, αλλά και να βυθιστούν στις ανάγκες του εαυτού τους, σε όσα τους κάνουν ξεχωριστούς, στις σχέσεις τους με τους ανθρώπους που αγαπούν, στον δεσμό τους με το χώμα και τα αμπέλια, στην αόρατη κλωστή που τους δένει με το παρελθόν, με τη γη και τις μυρωδιές της. Δοκιμάζονται, αποτυγχάνουν, ονειρεύονται ξανά, όχι τη δόξα ή την επιτυχία, αλλά την ευκαιρία να είναι ο εαυτός τους, πιστοί σε αυτό που τους υπαγορεύει η φύση τους. Όσα ιστορικά γεγονότα και να τους απειλήσουν, όσες κρίσιμες στιγμές κι αν χρειαστεί να αντιμετωπίσουν, αυτοί θα συνεχίσουν να ονειρεύονται ότι θα μπορέσουν να μείνουν αγνοί, ανόθευτοι, υπακούοντας στις ανάγκες της εσωτερικής τους πραγματικότητας.