Μεγάλοι συγγραφείς-δημιουργοί έχουν μιλήσει για την αξία της ειρήνης μέσα από τα έργα τους με θέμα τον πόλεμο, περνώντας αντιπολεμικά μηνύματα. Παρόμοια και ο Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους θεατρικούς συγγραφείς της γενιάς του, μιλά για την αξία της ζωής μέσα από ένα έργο του που αναφέρεται στο θάνατο. Επίσης, η αξία των ανθρώπινων σχέσεων προβάλλεται ως νοηματοδότης άξονας της ζωής και ως απαραίτητη προϋπόθεση για μια ζωή με αξιοπρέπεια, όπου κέντρο της είναι ο άνθρωπος ως υποκείμενο. Το βιβλίο αυτό δεν έφτασε τυχαία στα χέρια μου, αλλά επισφραγίζει μια τέτοιου είδους ανθρώπινη σχέση που έχει ως κέντρο της τον άνθρωπο και την εξύψωσή του. Το θέμα του θανάτου υπάρχει και σε ένα άλλο βιβλίο του συγγραφέα, το «Όταν ήμουν έργο τέχνης», στο οποίο ο ήρωας εκφράζει την επιθυμία να θέσει τέλος στη ζωή του, όμως εν τέλει «σώζεται» με έναν περίεργο τρόπο. Συνολικά τα έργα του Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ δομούνται σε μια φιλοσοφική βάση με κύρια θεματική τους τη ζωή και το θάνατο.
Το βιβλίο «Αγαπητέ θεέ» αποτελεί μια νουβέλα που έχει αναπτυχθεί σε μορφή επιστολών με παραλήπτη το Θεό, τις οποίες γράφει ένα δεκάχρονο αγόρι, ο Όσκαρ, μέσα στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται καθώς πάσχει από λευχαιμία. Εκφράζει τις σκέψεις του, τους προβληματισμούς του, τα παράπονά του, αλλά ταυτόχρονα και τα όνειρά του και τις ευχές του. Ο Όσκαρ γνωρίζει πόσο σοβαρή είναι η κατάστασή του και προσπαθεί να τη διαχειριστεί, σε αντίθεση με τους γονείς του οι οποίοι αρνούνται να αποδεχτούν την αλήθεια και να μιλήσουν μαζί του, πράγμα το οποίο προκαλεί την οργή και το θυμό του μικρού ήρωα: «Και τότε κατάλαβα ότι οι γονείς μου ήταν δειλοί˙ κι ότι (αυτό είναι το χειρότερο) με πέρναγαν κι εμένα για δειλό!» (σελ. 26).
Ο μόνος άνθρωπος στο νοσοκομείο που του μιλά με ειλικρίνεια είναι η κυρία Ροζ, η οποία είναι πάντα δίπλα του και είναι αυτή που τον παρακινεί να γράψει στο Θεό και να αρχίσει να πιστεύει σε αυτόν. Ανοίγει την καρδιά του και εκφράζεται ελεύθερα, γράφοντας τις ανησυχίες του και τις αγωνίες του, ζητώντας του να του δώσει μια ελπίδα φωτός. Η κυρία Ροζ τον βοηθά να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες και είναι πάντα δίπλα του, όταν χρειάζεται κάποια συναισθηματική στήριξη: «Είναι θέμα προπόνησης, μου είπε η θεία Ροζ. … Πάντα πρέπει να ελπίζεις» (σελ. 81), «Υπάρχουν δύο ειδών πόνοι, μικρέ μου Όσκαρ: ο σωματικός και ο ψυχικός. Τον σωματικό πόνο μας τον προκαλούν άλλοι˙ τον ψυχικό, τον επιλέγουμε» (σελ. 61) . Τα παιδιά αναζητούν την αλήθεια και τη στήριξη των γονιών τους, οι οποίοι θα πρέπει να στέκονται με θάρρος και αντοχή δίπλα τους. Μέσα από αυτή την επαφή του με το Θεό ο Όσκαρ θα αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τους γύρω του, με τον εαυτό του και τους γονείς του, καθώς επίσης θα συμφιλιωθεί μέσα από ένα παιχνίδι φαντασίας με την ιδέα του θανάτου.
Η ανθρώπινη και ειλικρινής αυτή σχέση με την κυρία Ροζ θα συμβάλει στη λύτρωση του μικρού ήρωα και στην αντιστάθμιση της θλίψης του κατά την εφαρμογή ενός παιχνιδιού το οποίο θα του επιτρέψει να ζήσει όλα όσα επιθυμούσε μέσα σε λίγες μέρες. Παρά την απειλή του θανάτου που υπάρχει παντού στη νουβέλα, το χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός και η διαχείριση της κατάστασης από τον Όσκαρ ελαφραίνουν το δύσθυμο κλίμα και αντισταθμίζουν τη θλίψη κατευθύνοντας τη σκέψη του αναγνώστη σε θετικά μονοπάτια, εκεί όπου η κυριαρχία της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και η εξύψωση του πνεύματός του απαξιώνουν τη φθορά του σώματος. Παραθέτω το παρακάτω απόσπασμα από τα λόγια της κυρίας Ροζ προκειμένου να δοθεί έμφαση στην αισιόδοξη πλευρά του βιβλίου στην οποία και εστιάζει ο συγγραφέας: «Σ’ ευχαριστώ που μου γνώρισες τον Όσκαρ. Χάρη στον Όσκαρ έλεγα αστεία, έφτιαχνα ιστορίες, γινόμουν ακόμη και παλαίστρια. Χάρη στον Όσκαρ γέλασα και γνώρισα τη χαρά. Με βοήθησε να πιστέψω σε σένα. Είμαι γεμάτη αγάπη, φλέγομαι από αγάπη, μου ̉δωσε τόσο πολλή, που θα έχω για όλη μου τη ζωή». (σελ.94). Στόχος του συγγραφέα δεν είναι να αφηγηθεί μια θλιβερή ιστορία που θα προκαλέσει συγκίνηση, αλλά να αφηγηθεί μια ιστορία μέσα από την οποία θα αγαπήσει ο αναγνώστης περισσότερο τον άνθρωπο και θα υιοθετήσει τις αξίες του ανθρωπισμού.
Η άνετη ροή του κειμένου, η οποία οφείλεται και στην πολύτιμη συμβολή του μεταφραστή Αχιλλέα Κυριακίδη, οι αληθινοί χαρακτήρες του, το χιούμορ, η αγνότητα της παιδικής σκέψης, η παιδική αφέλεια και ο αυτοσαρκασμός που υιοθετείται ως τρόπος γραφής, καθώς και το γεγονός ότι ο Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ εστιάζει στις σχέσεις του μικρού ήρωα με τους συνανθρώπους του μέσω της βελτίωσης των οποίων θα κατορθώσει να διαχειριστεί την κατάστασή του, όλα αυτά καθιστούν τη νουβέλα αυτή πρωτότυπη και ανατρεπτική. Η επιτυχία του συγγραφέα έγκειται στο ότι παρά το δυσάρεστο εκ πρώτης όψεως θέμα του έργου του, κατορθώνει να περάσει μηνύματα ανθρωπισμού, αισιοδοξίας, ελπίδας, πάλης για τη ζωή, και κυρίως αγώνα για επικράτηση της αξιοπρέπειας.