Περί αυτοκτονίας

Ο Henry-Réné-Albert-Guy de Maupassant γεννήθηκε στη Νορμανδία το 1850. Τα παιδικά του χρόνια, με εξαίρεση ένα σύντομο διάλειμμα στο Παρίσι, τα πέρασε κοντά στη φύση, στο παραθαλάσσιο Ετρετά, πάντοτε στη Νορμανδία. Η μητέρα του, μια βαθιά καλλιεργημένη γυναίκα, ήταν προσωπική φίλη του Φλωμπέρ και ο νεαρός Μωπασάν βρήκε στο πρόσωπό του έναν λογοτεχνικό μέντορα και ισόβιο προστάτη. Ο νεαρός Γκυ υπήρξε ιδιαιτέρως κοινωνικός, επιρρεπής στις απολαύσεις και αδιόρθωτος γυναικάς. Παθιασμένος με τις βαρκάδες και το κυνήγι, κόλλησε σύφιλη σε νεαρή ηλικία, γεγονός που τον σημάδεψε για την υπόλοιπη ζωή του. Ευκατάστατος και φιλοχρήματος, πραγματοποίησε πολυάριθμα ταξίδια αναψυχής στη Γαλλία και στο εξωτερικό.

Τη δεκαετία 1880-1890 παρήχθη το μεγαλύτερο μέρος του έργου του: εκδόθηκαν έξι μυθιστορήματα και πάνω από τριακόσια, μικρά και μεγάλα, διηγήματα και νουβέλες. Σχετίστηκε με τους λογοτεχνικούς κύκλους του Παρισιού, στους οποίους έπαιξε σημαντικό ρόλο: εκτός από τον Φλωμπέρ, συνδέθηκε με τον Ζολά, τον Μαλαρμέ, τον Αλέξανδρο Δουμά υιό αλλά και τον Τουργκένιεφ. Τα έργα του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία και πολλαπλές επανεκδόσεις. Ο Μωπασάν υπήρξε από τους συγγραφείς που ευτύχησαν να δουν τον εαυτό τους καθιερωμένο και το έργο τους στέρεα ενταγμένο στον λογοτεχνικό κανόνα.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1880 ο Μωπασάν αποσύρθηκε σταδιακά από το προσκήνιο. Τον κέρδισαν η μοναξιά, η περισυλλογή και, δυστυχώς, η παράνοια. Το 1890 αποπειράθηκε να γράψει την «Ξένη ψυχή», η οποία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, και το ίδιο συνέβη το 1891 με το μυθιστόρημα «Angélus». Την Πρωτοχρονιά του 1892 έκανε αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας και λίγες μέρες αργότερα μεταφέρθηκε στην κλινική του δόκτορα Μπλανς, όπου πέθανε τον Ιούλιο του 1893, σε ηλικία σαράντα τριών ετών, έχοντας απολέσει κάθε συνείδηση για ενάμιση χρόνο. Στην κηδεία τον επικήδειο εκφώνησε ο φίλος του Εμίλ Ζολά.

Στη συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Οι αυτόχειρες», που πρόσφατα εκδόθηκε από τον Κέδρο, κοινή συνισταμένη είναι αυτό που φανερώνει και ο τίτλος: η αυτοκτονία. Εξάλλου, όπως αναφέρει και ο ίδιος ο Μωπασάν, διά στόματος αφηγητή, στο πρώτο διήγημα της συλλογής με τίτλο «Η πλανεύτρα»: «Στην πρώτη που άνοιξα [εφημερίδα] είδα τις λέξεις “Στατιστικά στοιχεία περί αυτοκτονιών” και, διαβάζοντας, πληροφορήθηκα ότι εκείνη τη χρονιά είχαν αυτοκτονήσει πάνω από οχτώμισι χιλιάδες άνθρωποι» (σ. 7).

Στους «Αυτόχειρες» περιλαμβάνονται κείμενα γραμμένα μεταξύ 1882-1889 και όλα τους τελειώνουν –ή αρχίζουν– με μία αυτοκτονία. Ο αναγνώστης γνωρίζει εκ προοιμίου τι πραγματεύεται η εκάστοτε ιστορία. Το ενδιαφέρον ωστόσο των διηγημάτων έγκειται στο γιατί ο ήρωας οδηγείται σ’ αυτήν.

Οχτώ ιστορίες, οχτώ διαφορετικοί τύποι ανθρώπων που οι συνθήκες και οι περιστάσεις τούς οδηγούν στο απρόσμενο πολλές φορές και τόσο λυπηρό τέλος. Για ποιο λόγο αποφασίζει κάποιος να θέσει τέλος στη ζωή του; Και κάτι τέτοιο αποτελεί συνειδητή επιλογή ή γίνεται εν βρασμώ;

Η ρουτίνα, οι καθημερινές συνήθειες που επαναλαμβάνονται, ίδιες ακριβώς, με ακρίβεια ρολογιού, για χρόνια και χρόνια, το ότι τίποτα το εξαιρετικό δε συμβαίνει. Η μοναξιά, η τρέλα, οι σωματικές αναπηρίες. Και ακόμα ερωτικές απογοητεύσεις, φόβος, διάψευση προσδοκιών. Να κάποιες από τις αιτίες που οδηγούν στο θλιβερό συμβάν και δίνουν ώθηση στον συγγραφέα να γράψει και να παραδώσει στους αναγνώστες οχτώ ομολογουμένως εξαιρετικές ιστορίες.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην εξαιρετική μετάφραση του Γιώργου Ξενάριου, ο οποίος υπογράφει και το επίμετρο του βιβλίου.