Το πελώριο της ψυχής, αυτό το πίκολο

Ο Μανόλης Πρατικάκης κατάγεται από το Μύρτος, χωριό του Λιβυκού πελάγους, όπου και μεγάλωσε. Σπούδασε ιατρική και πήρε την ειδικότητα του νευρολόγου-ψυχιάτρου. Είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθύνει την ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα γύρω στο 1970. Έχει γράψει δεκαέξι ποιητικές συλλογές (οι περισσότερες συνθετικά έργα), καθώς επίσης δοκίμια, πεζά, σενάρια και τραγούδια. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες

Ο συγγραφέας στο βιβλίο του με τον τίτλο «Αφηγήματα ενός ψυχιάτρου», μέσα από μια συλλογή δέκα διηγημάτων που γράφτηκαν σε διάστημα είκοσι πέντε χρόνων, παρουσιάζει την ανθρώπινη ψυχική παθογένεια με λυρισμό και γλαφυρότητα, μέσα από ποιητικές περιγραφές και εικόνες. Κέντρο των περιγραφών είναι ο άνθρωπος ο οποίος, ανάλογα με τα συμπτώματά του, αντιδρά και ο συγγραφέας, με στοργή και συμπόνια, παρουσιάζει τις στρεβλώσεις του ανθρώπινου μυαλού με το βλέμμα του ειδικού.

Με αρχικό κείμενο στο οποίο αποτυπώνει  τη συρρίκνωση του εγκεφάλου με τα ανάλογα συμπτώματα που παραπέμπουν στο Αλτσχάιμερ, παρομοιάζει την ασθένεια σαν κλέφτη της ζωής πριν τελικά την πάρει. Αλλού πάλι ο άνθρωπος, σαν ένα σπίτι στοιχειωμένο που τρίζει κάθε δοκάρι και κάθε κομμάτι του πατώματός του, αποκαλύπτει τα καθολικά σημεία φθοράς στο σώμα και στις λειτουργίες των οργάνων του. Ενώ την ίδια στιγμή ο νους πλημμυρίζει από φαντάσματα. Περιγραφές παραστατικές, γεμάτες μουσικότητα και σκοτεινιά, παραπέμπουν και παραλληλίζουν τον εγκέφαλο και τις σωματικές διεργασίες με συμπτώματα που θυμίζουν την άλλοτε  χρήση/ζωή σπιτιού και εγκεφάλου. Οι ήρωες εμφανίζονται  άλλοτε σαν φαντάσματα και άλλοτε σαν ξωτικά που διαχέουν την αύρα τους στις σελίδες, αποδεικνύοντας τη λεπτή διαχωριστική γραμμή  η οποία ορίζει το πραγματικό από το εξωπραγματικό, το υγιές από το άρρωστο. Οι  άνθρωποι  εν γνώσει και εν αγνοία τους παίζουν με το θάνατο, ενώ άγγελοι σαν οπτασίες ή σαν καταφύγια γίνονται η λύτρωσή τους. Ταυτόχρονα, φάρμακα ξεθωριάζουν και αλλοιώνουν την εικόνα στο κοίλο του ματιού και στον πίσω θόλο του εγκεφάλου. Ενώ μια αόρατη μεμβράνη διαχωρίζει τα υπόγεια του μυαλού, όπου βρίσκονται βραχυκυκλωμένες σαν κουβάρι οι συνάψεις των  νευρώνων και των καταγεγραμμένων  αναμνήσεων της ζωής. Άνθρωποι και σπίτια προβάλλουν τις ίδιες ερημιές, σαν κουφάρια μιας αλλοτινής  ζωής. Και ο θάνατος είναι ζωντανός μέσα τους πριν γίνει γεγονός. Πριν γίνει ΤΕΛΟΣ.

Ο Μανόλης Πρατικάκης καταγράφει στο βιβλίο του μια θλιβερή πραγματικότητα που γίνεται καθημερινή σε ορισμένους και τους οικείους τους. Ο συγγραφέας μετράει το χρόνο άλλοτε σαν παρελθόν, με τις μνήμες που πιστά ακολουθούν τις εγγραφές και ανακλήσεις τους από τον ανθρώπινο νου, και άλλοτε πάλι σαν μέλλον που μέσα σε αυτό τρέχουν όλοι ή για να το διαμορφώσουν ή μέσα από αυτό να διαμορφωθούν. Ωστόσο στο τέλος ο χρόνος γίνεται η διαχωριστική γραμμή η οποία ορίζει το πριν και το μετά.

Εμπνευσμένες και παράλληλα ποιητικές παρομοιώσεις και περιγραφές, σαν πίνακες ζωγραφικής, γεμίζουν τις σελίδες του βιβλίου υφαίνοντας την «ατμόσφαιρα» των κειμένων και προσθέτοντας σε αυτά σημαντική λογοτεχνική  αξία. Ταυτόχρονα, η γνώση και η αγάπη για τον άνθρωπο καταγράφουν έκδηλα την καταστρατήγηση ή απώλεια της ανθρώπινης διάνοιας. Κείμενα ποτισμένα από τον ανθρώπινο πόνο διεισδύουν υποδόρια στον αναγνώστη, κάνοντάς τον και αυτόν να πονά.

Ο συγγραφέας, παρατηρητής της ζωής, συνθέτει με ένα μοναδικό τρόπο την επιστήμη  της ιατρικής με την ποίηση, σμίγοντας το λογικό με το παράλογο, το πραγματικό με το εξωπραγματικό, το φυσικό με το μεταφυσικό, πριν τον τελευταίο σταθμό.